Ο ηλικιακός ρατσισμός είναι η συστηματική δημιουργία στερεοτύπων και η εδραίωση προκαταλήψεων που οδηγούν σε διαχωρισμό κάποιων ατόμων από τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας και τον αποκλεισμό τους από σημαντικές δραστηριότητες, με μοναδικό κριτήριο την ηλικία τους.
Ο ηλικιακός ρατσισμός είναι η συστηματική δημιουργία στερεοτύπων και η εδραίωση προκαταλήψεων που οδηγούν σε διαχωρισμό κάποιων ατόμων από τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας και τον αποκλεισμό τους από σημαντικές δραστηριότητες, με μοναδικό κριτήριο την ηλικία τους.
Πρόκειται συχνά για ένα σύνολο υπόρρητων ιδεοληψιών, που εισχωρούν ποικιλοτρόπως στον καθημερινό μας τρόπο σκέψης και έκφρασης, χρωματίζοντας την επικοινωνία μας με τους άλλους. Ευπώλητα βιβλία, δημοφιλείς ταινίες, η τηλεοπτική διαφήμιση, το καθημερινό λεξιλόγιο, πολλές θεσμικές αποφάσεις, ακόμα και παραδόσεις εντός της κοινωνικής θεωρίας, βρίθουν παραδειγμάτων του ηλικιακού ρατσισμού που συχνά δεν αντιλαμβανόμαστε ως τέτοιον.
Δυστυχώς, πολύ συχνά θεωρούμε τις συναφείς αντιλήψεις και πρακτικές ως κάτι απόλυτα φυσιολογικό.
Ακόμη όμως και όσοι προσεγγίζουν με ευαισθησία το πρόβλημα του ηλικιακού ρατσισμού, τείνουν να αναπαράγουν μία πτυχή του, καθώς επικεντρώνονται σε μία μόνο όψη του προβλήματος. Όπως έχω επισημάνει, ήδη από το 2011 μέσω των δοκιμίων και της αρθρογραφίας μου, αν και πολλοί θεωρούν ότι ο ηλιακός ρατσισμός επηρεάζει μόνο τους ηλικιωμένους, η αλήθεια είναι πως το φαινόμενο έχει τουλάχιστον δύο πρόσωπα.
Θύματα του ρατσισμού της ηλικίας εκτός από τους ηλικιωμένους μπορεί να είναι και οι νέοι, όταν τους αποδίδονται στερεοτυπικά χαρακτηριστικά που υπονοούν ότι δεν είναι αρκετά αξιόλογοι ή ικανοί απλώς και μόνο επειδή βρίσκονται στο στάδιο της νεότητας.
Οποιαδήποτε κατηγοριοποίηση των ανθρώπων με βάση αποκλειστικά και μόνο την ηλικία τους -νεότητα, μέση ηλικία, τρίτη ηλικία, βαθύ γήρας- είναι τελικά μία μορφή ηλικιακού ρατσισμού που αποσκοπεί, ηθελημένα ή όχι, στον κοινωνικό ή επαγγελματικό αποκλεισμό συγκεκριμένων ηλικιακών ομάδων.
Δίπλα στα γνωστά στερεότυπα για την τρίτη ηλικία -που παρουσιάζουν αδιακρίτως όλους τους ανθρώπους που έχουν περάσει το 65ο έτος της ηλικίας, ως αδύναμους, εξαρτημένους, εύθραυστους, παθητικούς, γκρινιάρηδες, ασεξουαλικούς, με μειωμένες πνευματικές και φυσικές ικανότητες- υφίστανται και αρκετά στερεότυπα που αφορούν τους ανθρώπους μέσης ηλικίας, αλλά και τους νέους.
Καταρχήν, ο φυσικός φόβος μας για τα γηρατειά δεν μας επιτρέπει πάντα να συνειδητοποιήσουμε ότι μπορεί η βιολογική ωρίμανση μετά από κάποιο ηλιακό όριο να είναι εκφυλιστική, η ψυχική ωρίμανση όμως έχει πλήθος θετικών γνωρισμάτων, όπως την πρακτική σοφία, τη βελτίωση της κριτικής μας ικανότητας, τη δυνατότητα να προσεγγίζουμε ένα ζήτημα από διαφορετικές σκοπιές και να λαμβάνουμε εύστοχες αποφάσεις. Για αυτούς τους λόγους και μόνο ίσως θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η τρίτη ηλικία μπορεί ως προς ορισμένες απόψεις να είναι σίγουρα λειτουργική αν όχι και αναπτυξιακή.
Όσο για την μέση ηλικία, είναι μία ιδιαίτερα παρεξηγημένη περίοδος, αφού σε αυτή προβάλλουμε αναίτια πληθώρα αρνητικών χαρακτηριστικών. Σύμφωνα με τα στερεότυπα --που αναπαράγονται συχνά, κυρίως από τη βιομηχανία του θεάματος--, οι άνθρωποι μέσης ηλικίας παρουσιάζονται ως βαρετοί, συμβιβασμένοι, βολεμένοι, αδρανείς, άτολμοι και αμετακίνητοι στις απόψεις τους, προβλέψιμοι και συντηρητικοί. Επιπλέον, θεωρείται ότι οι μεσήλικες και των δύο φύλων δεν είναι ελκυστικοί ερωτικοί παρτενέρ, κι έτσι εσφαλμένα συνάγεται ότι και οι ίδιοι έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για το σεξ.
Στην πραγματικότητα η μέση ηλικία είναι το διάστημα του βίου με τη μεγαλύτερη διάρκεια, καθώς ενώνει τη νεότητα με το γήρας. Δεν διαρκεί λίγα χρόνια πριν εισέλθουμε στην τρίτη ηλικία, όπως εσφαλμένα πιστεύουν πολλοί, αλλά ξεκινά γύρω στα τριανταπέντε και εκτείνεται σχεδόν για τριάντα χρόνια. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι καταξιώνονται επαγγελματικά, κάνουν οικογένεια, βιώνουν σημαντικές εμπειρίες, κι έχουν την ευκαιρία να επηρεάσουν καθοριστικά το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι–εν ολίγοις, οι μεσήλικες είναι αυτοί που διαχειρίζονται την κοινωνία.
Ακόμη όμως και όσοι προσεγγίζουν με ευαισθησία το πρόβλημα του ηλικιακού ρατσισμού, τείνουν να αναπαράγουν μία πτυχή του, καθώς επικεντρώνονται σε μία μόνο όψη του προβλήματος. Όπως έχω επισημάνει, ήδη από το 2011 μέσω των δοκιμίων και της αρθρογραφίας μου, αν και πολλοί θεωρούν ότι ο ηλιακός ρατσισμός επηρεάζει μόνο τους ηλικιωμένους, η αλήθεια είναι πως το φαινόμενο έχει τουλάχιστον δύο πρόσωπα.
Θύματα του ρατσισμού της ηλικίας εκτός από τους ηλικιωμένους μπορεί να είναι και οι νέοι, όταν τους αποδίδονται στερεοτυπικά χαρακτηριστικά που υπονοούν ότι δεν είναι αρκετά αξιόλογοι ή ικανοί απλώς και μόνο επειδή βρίσκονται στο στάδιο της νεότητας.
Οποιαδήποτε κατηγοριοποίηση των ανθρώπων με βάση αποκλειστικά και μόνο την ηλικία τους -νεότητα, μέση ηλικία, τρίτη ηλικία, βαθύ γήρας- είναι τελικά μία μορφή ηλικιακού ρατσισμού που αποσκοπεί, ηθελημένα ή όχι, στον κοινωνικό ή επαγγελματικό αποκλεισμό συγκεκριμένων ηλικιακών ομάδων.
Δίπλα στα γνωστά στερεότυπα για την τρίτη ηλικία -που παρουσιάζουν αδιακρίτως όλους τους ανθρώπους που έχουν περάσει το 65ο έτος της ηλικίας, ως αδύναμους, εξαρτημένους, εύθραυστους, παθητικούς, γκρινιάρηδες, ασεξουαλικούς, με μειωμένες πνευματικές και φυσικές ικανότητες- υφίστανται και αρκετά στερεότυπα που αφορούν τους ανθρώπους μέσης ηλικίας, αλλά και τους νέους.
Καταρχήν, ο φυσικός φόβος μας για τα γηρατειά δεν μας επιτρέπει πάντα να συνειδητοποιήσουμε ότι μπορεί η βιολογική ωρίμανση μετά από κάποιο ηλιακό όριο να είναι εκφυλιστική, η ψυχική ωρίμανση όμως έχει πλήθος θετικών γνωρισμάτων, όπως την πρακτική σοφία, τη βελτίωση της κριτικής μας ικανότητας, τη δυνατότητα να προσεγγίζουμε ένα ζήτημα από διαφορετικές σκοπιές και να λαμβάνουμε εύστοχες αποφάσεις. Για αυτούς τους λόγους και μόνο ίσως θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η τρίτη ηλικία μπορεί ως προς ορισμένες απόψεις να είναι σίγουρα λειτουργική αν όχι και αναπτυξιακή.
Όσο για την μέση ηλικία, είναι μία ιδιαίτερα παρεξηγημένη περίοδος, αφού σε αυτή προβάλλουμε αναίτια πληθώρα αρνητικών χαρακτηριστικών. Σύμφωνα με τα στερεότυπα --που αναπαράγονται συχνά, κυρίως από τη βιομηχανία του θεάματος--, οι άνθρωποι μέσης ηλικίας παρουσιάζονται ως βαρετοί, συμβιβασμένοι, βολεμένοι, αδρανείς, άτολμοι και αμετακίνητοι στις απόψεις τους, προβλέψιμοι και συντηρητικοί. Επιπλέον, θεωρείται ότι οι μεσήλικες και των δύο φύλων δεν είναι ελκυστικοί ερωτικοί παρτενέρ, κι έτσι εσφαλμένα συνάγεται ότι και οι ίδιοι έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για το σεξ.
Στην πραγματικότητα η μέση ηλικία είναι το διάστημα του βίου με τη μεγαλύτερη διάρκεια, καθώς ενώνει τη νεότητα με το γήρας. Δεν διαρκεί λίγα χρόνια πριν εισέλθουμε στην τρίτη ηλικία, όπως εσφαλμένα πιστεύουν πολλοί, αλλά ξεκινά γύρω στα τριανταπέντε και εκτείνεται σχεδόν για τριάντα χρόνια. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι καταξιώνονται επαγγελματικά, κάνουν οικογένεια, βιώνουν σημαντικές εμπειρίες, κι έχουν την ευκαιρία να επηρεάσουν καθοριστικά το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι–εν ολίγοις, οι μεσήλικες είναι αυτοί που διαχειρίζονται την κοινωνία.
Όσον αφορά τους νέους, η ανευθυνότητα, και η πνευματική ή συναισθηματική ανωριμότητα που θεωρούμε πως πηγάζει από την έλλειψη εμπειριών -γνωρίσματα που ισχύουν ίσως...
.....
η συνέχεια εδώ
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι
No comments:
Post a Comment