Wednesday, 20 November 2024

Τα πιο συχνά ατυχήματα στο σπίτι

Ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για το παιδί στο σπίτι; Πού συμβαίνουν τα περισσότερα ατυχήματα και πώς μπορείτε να τα αποτρέψετε; Η κυρία Ελένη Φουρλάνη, Παιδίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών και Υπεύθυνη Εξωτερικών Ιατρείων Παίδων του ΜΗΤΕΡΑ προσφέρει σημαντικές συμβουλές για κάθε γονιό

Τα παιδικά ατυχήματα είναι η πρώτη αιτία θανάτου στα παιδιά παγκοσμίως. Τα αγόρια κινδυνεύουν περισσότερο από τα κορίτσια. Η αυξημένη συχνότητα των παιδικών ατυχημάτων οφείλεται σε κάποιες ιδιαιτερότητες της παιδικής ηλικίας, όπως είναι η αυξημένη περιέργεια και η τάση για εξερεύνηση, η έλξη από την γοητεία της περιπέτειας, η μικρή αντίληψη του κινδύνου και ο μειωμένος συντονισμός των κινήσεων.

Το 1/3 του συνόλου των παιδικών ατυχημάτων συμβαίνουν στο σπίτι και στον περιβάλλοντα χώρο.  Συνηθέστεροι χώροι που συμβαίνουν τα ατυχήματα είναι το καθιστικό, η κουζίνα, το λουτρό, το υπνοδωμάτιο, η βεράντα και η αυλή του σπιτιού.

Τα πιο συχνά ατυχήματα που συμβαίνουν είναι τα εξής:

  1. Τραυματισμοί
    Προκαλούνται από επικίνδυνα παιχνίδια και αντικείμενα (αιχμηρά, γυάλινα), έπιπλα με απότομα άκρα, εργαλεία, δαγκώματα ζώων ή χτυπήματα από άλλα αδέλφια.
  2. Πνιγμός – Ασφυξία
    Προκαλείται από κορδέλες, που μπορεί να τις περάσουν τα μικρά παιδιά στο λαιμό ή από πλαστικές σακούλες που τις φοράνε στο κεφάλι ή από νερό, που υπάρχει σε μπανιέρα, κουβάδες ή λεκάνες.
  3. Πτώσεις
    Μπορεί να παρουσιάσουν πτώση από κούνια, καροτσάκι, κρεβάτι, αλλαξιέρα, relax, στράτα, σκάλες, έπιπλα, πάτωμα και πιο σπάνια από παράθυρα ή απροστάτευτα κάγκελα στις βεράντες.
  4. Ξένα Σώματα
    Τα παιδιά συνηθίζουν να βάζουν ξένα σώματα στη μύτη, στα αυτιά και στο στόμα. Τα τελευταία καταλήγουν άλλοτε στο στομάχι κι άλλοτε στους πνεύμονες. Συνηθέστερα ξένα σώματα είναι οι ξηροί καρποί, μπαταρίες, κέρματα, κουμπιά, χάντρες, και άλλα μικρά αντικείμενα αιχμηρά ή μη.
  5. Δηλητηριάσεις
    Προκαλούνται από την λήψη φαρμάκων, φυτών, τσιγάρου και ειδών οικιακής χρήσης (καθαριστικά, οινοπνευματώδη, εντομοαπωθητικά).
  6. Εγκαύματα
    Προκαλούνται από αντικείμενα των οποίων η θερμοκρασία υπερβαίνει το όριο αντοχής του δέρματος (ζεστό νερό ή μέταλλο, φλόγα, ηλεκτροφόρα καλώδια, χημικές ουσίες).
  7. Ηλεκτροπληξία

Προκαλείται συνήθως από τις πρίζες του σπιτιού.

Συμβουλές προς τους γονείς

– Εκτιμήστε τους κινδύνους που απειλούν το παιδί σας.

– Μην αφήνετε ποτέ μόνο του το μικρό παιδί, χωρίς την επίβλεψή σας.

– Διαμορφώστε ένα περιβάλλον ασφαλές:

  • Απομακρύνετε έπιπλα επικίνδυνα.
  • Φροντίστε ώστε τα πατώματα να μην γλιστρούν και οι σκάλες να μην είναι απότομες.
  • Τοποθετείστε θύρες ασφαλείας, τόσο στην κορυφή, όσο και στο τέλος της σκάλας.
  • Ασφαλίστε όλα τα ντουλάπια και τα συρτάρια.
  • Τοποθετείστε ασφάλειες στα παράθυρα και στην εξωτερική πόρτα, καθώς και προεκτάσεις στα κάγκελα των μπαλκονιών.
  • Απομακρύνετε γλάστρες ή άλλα αντικείμενα από σημεία που μπορεί να χρησιμοποιήσει το παιδί για ανέβασμα σε παράθυρα ή μπαλκόνια.
  • Φροντίστε να φωτίζονται επαρκώς οι διάδρομοι τη νύχτα.
  • Οι ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις πρέπει να τοποθετούνται με προδιαγραφές ασφαλείας και να είναι καλά συντηρημένες.
  • Οι πρίζες πρέπει να καλύπτονται με ειδικά καλύμματα και να βρίσκονται σε ύψος που δεν φθάνουν τα παιδιά.
  • Τοποθετείστε ανιχνευτές καπνού καθώς και πυροσβεστήρα στο σπίτι και μάλιστα σε προσιτό σημείο.

– Όλα τα έπιπλα στο παιδικό δωμάτιο να τηρούν τους κανόνες ασφαλείας:

  • Μην χρησιμοποιείτε υπερυψωμένη κλίνη (τύπου κουκέτας) σε παιδιά κάτω των 6 ετών.
  • Τοποθετείστε προστατευτικά κιγκλιδώματα στις αλλαξιέρες του μωρού και στα παιδικά κρεβατάκια.
  • Χρησιμοποιείστε ζώνη για την ασφαλή τοποθέτηση των παιδιών στα καρότσια και στις παιδικές καρέκλες.
  • Ο φωτισμός στα παιδικά δωμάτια πρέπει να είναι κεντρικός.
  • Τα φωτιστικά δαπέδου και τα πορτατίφ μπορούν να γίνουν αιτία ηλεκτροπληξίας.
  • Μην αφήνετε για πολλές ώρες σε λειτουργία θερμάστρες υγραερίου ή πετρελαίου και κυρίως στη διάρκεια του ύπνου.

– Μην αφήνετε εκτεθειμένα μικροπράγματα (κουμπιά, χάντρες, μπαταρίες, ξηρούς καρπούς κ.ά. αντικείμενα, που μπορεί να προκαλέσουν την περιέργεια των μικρών παιδιών.

– Απομακρύνετε φάρμακα, ποτά, τσιγάρα, μπογιές, είδη καθαρισμού και εντομοκτόνα, από σημεία που είναι προσιτά στα παιδιά.

– Κρύψτε σπίρτα και αναπτήρες και μην αφήνετε αποτσίγαρα στα τασάκια.

– Μην αφήνετε εκτεθειμένο το σίδερο σιδερώματος κι αναμμένες ή ακάλυπτες τις εστίες της κουζίνας.

– Ελέγχετε τη θερμοκρασία του νερού πριν μπει το παιδί στην μπανιέρα.

– Τοποθετείστε αντιολισθητικά πατάκια ασφαλείας στο μπάνιο.

– Μην αγοράζετε παιχνίδια ακατάλληλα για την ηλικία του παιδιού.

– Μην αφήνετε τα παιδιά να παίζουν με κορδόνια, πλαστικές σακούλες, αιχμηρά αντικείμενα.

– Τοποθετείστε σε εμφανές σημείο τον αριθμό του Κέντρου Δηλητηριάσεων και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.

Τα ατυχήματα είναι η κυριότερη παιδική ασθένεια. Για να μειωθούν οι πιθανότητες ενός ατυχήματος στο σπίτι χρειάζεται φροντίδα εκ μέρους των γονιών και κυρίως σωστή και συνεχή επιτήρηση, ιδιαίτερα των μικρότερων παιδιών («εξερευνητών»).

Ισχύει κι εδώ ο κανόνας ότι «Η πρόληψη είναι καλύτερη από την θεραπεία».

Ο τσιμπλής, τα σπαρματσέτα, οι γκαζόλαμπες και άλλα φωτιστικά

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΣ

Γράφει: Ο Κώστας Παπαντωνόπουλος, Τρυγητής 2020

Ο άνθρωπος για τον φωτισμό του κατά την νύκτα και σε σκοτεινά σημεία όπως δαιδαλώδη κτίρια με υπόγεια, κάστρα, σπηλιές και στοές, χρησιμοποίησε διάφορα μέσα όπως πρώτες καύσιμες ύλες και εργαλεία.
    Ο πρώτος τεχνικός φωτισμός, όπως είναι φυσικό πρέπει να ήταν, η φωτιά. Πριν κατασκευάσουν διάφορα εργαλεία φωτισμού οι άνθρωποι, συνήθιζαν τις νύκτες ν’ ανάβουν φωτιές και να μαζεύονται γύρω για να ζεσταίνονται, αλλά και να βλέπουν. 
Επίσης για να μεταβούν σε πολύ κοντινά σημεία, έκαιγαν κλάρες από διάφορα δένδρα που έβγαζαν αρκετή φλόγα ή κράταγαν στα χέρια τους διάφορα αναμμένα ξύλα (δαυλιά), από ρητινώδη δένδρα. Ήταν οι πρώτες δάδες φωτισμού. Αυτή η τεχνική τους επέτρεπε να βλέπουν μόνον για πολύ κοντινές αποστάσεις.
    Συν τον χρόνο ο άνθρωπος για να αντικαταστήσει τις δάδες εκμεταλλεύτηκε την φωτιά για τον φωτισμό του, με διάφορους τρόπους ώστε να είναι πιο εύχρηστη και να μην χρειάζεται αρκετή καύσιμη ύλη. Με την πάροδο όμως του χρόνου, προσπάθησαν και κατασκεύασαν διάφορα εργαλεία φωτισμού. 

Πρώτοι οι Έλληνες άρχισαν να κάνουν λάμπες από πηλό γύρω στον 7ο π.Χ αιώνα. Γι αυτό και η λέξη λάμπα, που χρησιμοποιείται διεθνώς (lamp) έχει ελληνική ρίζα.

    Στην Πελοπόννησο, απ’ όπου προέρχεται η παρούσα καταγραφή των παραδοσιακών φωτιστικών μέσων, έχουν χρησιμοποιήσει φωτιστικά εργαλεία με πρώτη ύλη το ξύλο, το πετρέλαιο, το λίπος, το λάδι, την ασετιλίνη, την βενζίνα και τέλος τον ηλεκτρισμό. Κάποια από αυτά τα εργαλεία ήσαν για σταθερά σημεία, εντός των οικιών, αιθουσών κ.λπ. και κάποια άλλα ήταν μεταφερόμενα, για τις νυκτερινές μετακινήσεις τους, και για τον φωτισμό διαφόρων χώρων εκτός της οικίας.

ΦΩΤΟΣΤΑΤΗΣ
    Ο φωτοστάτης ήταν ένα μεταλλικό εργαλείο φωτισμού, που αποτελούταν από ένα πιάτο στηριζόμενο στον τοίχο ή σε κάποιο ξύλινο ή μεταλλικό τρίποδα. Το πιάτο στο κέντρο του είχε μια εισδοχή, όπου εκεί στερεώνονταν ένα δαδί (πυρσός), ανάλογων διαστάσεων. Άλλοτε χρησιμοποιούσαν πυρσούς από καλάμια που τα βούταγαν σε λίπος. 
Το βράδυ άναβαν το δαδί και έτσι φωτιζόταν ο χώρος. Για παρατεταμένη ώρα φωτισμού, φρόντιζαν μόλις καιγόταν να αλλάζουν το καμένο δαδί. Όταν το έσβηναν το έβαζαν σ’ ένα δοχείο με νερό για ασφάλεια, μέχρι να σβήσει και να σταματήσει να καπνίζει, το λεγόμενο δαυλοφάϊ.

ΛΥΧΝΟΣ
    Ο λύχνος, ήταν ένα μικρό πήλινο εργαλείο, μ’ ένα μικρό άνοιγμα στο κέντρο του σαν ένα είδος μικρού καταβρεχτηριού με μακριά κωνοειδής και κούφια μύτη, προσαρμοσμένη σε μια άκρη, απ’ όπου μέσα περνούσε το φυτίλι. Στην αντίθετη άκρη υπήρχε ένα χερούλι για να το πιάνουν. Το καύσιμο υλικό ήταν λάδι, ή λίπος σε υγρή μορφή. Το φυτίλι μετέφερε το καύσιμο στην φλόγα, όπου η μία άκρη του ήταν βουτημένη μέσα στο καύσιμο. Πριν το ανάψουν, ξεφτίλιζαν λίγο το σωληνοειδές φυτίλι και το άναβαν. Η φωτιά κρατούσε, όσο υπήρχε καύσιμη ύλη εντός του λυχναριού.

    Ξεφτίλισμα, λέγεται το τράβηγμα προς τα έξω και το καθάρισμα του καμένου φυτιλιού. Ξεφτιλίζω, = έλκω προς τα έξω και καθαρίζω το φυτίλι, την θρυαλλίδα του λύχνου, (μετφ.) ντροπιάζω, προβαίνω σε άνομες πράξεις, ή λόγια. Βασικά λέγεται ξεφυτίλισμα αλλά η ντοπιολαλιά έχει αφαιρέσει και συρρικνώσει την λέξη.

ΛΥΧΝΑΡΑΚΙ
Το λυχναράκι ήταν ένα ολόιδιο εργαλείο με τον λύχνο πήλινο ή τσίγκινο σε μικρότερες διαστάσεις, όπου το άναβαν και το τοποθετούσαν επάνω στο τζάκι ή και το κρεμούσαν από κάποιο καρφί.

ΤΣΙΜΠΛΗΣ
    Ο τσιμπλής ή και πετρολύχναρο είναι μια μεταλική κατασκευή από τους φαναράδες (τεχνίτες που επεξεργάζονταν την γαλβανιζμένη λαμαρίνα ή τσίγκο και κατασκεύαζαν διάφορα εργαλεία οικιακής και επαγγελματικής χρήσης). Αποτελείτο από ένα ανάποδο χωνί (με την μύτη προς τα άνω) που στο στενό μέρος επάνω βίδωνε το εξάρτημα που συγκρατούσε το φιτίλι. 
Από την βάση του χωνιού ξεκίναγε ένα χερούλι, λίγο μακρύτερο από την όλη κατασκευή με μια τρύπα στο άνω μέρος του για να το κρεμάνε. Σ’ αυτό το εργαλείο έβαζαν μέσα ένα σωληνοειδές φυτίλι, με αρκετό μήκος για να επικοινωνεί με το πετρέλαιο ώστε να διοχετεύεται μέσα στο σωληνάκι του χωνιού και να προεξέχει λίγο εκτός του σωλήνα για να βγαίνει η φλόγα. 
Γέμιζε με πετρέλαιο η λάμπα και αφού πρώτα ξεφτίλιζαν στην άκρη το φυτίλι, το άναβαν και αυτό τραβούσε (ρουφούσε) πετρέλαιο και καιγόταν και φώτιζε χωρίς να καίγεται το φυτίλι.

    Το φυτίλι του τσιμπλή έπρεπε να το ξεφτιλίζουν διότι έπιανε επάνω κάφτρα και δεν φώτιζε αρκετά. Αυτό γινόταν σ’ όλες τις λάμπες πετρελαίου με φυτίλι. Μια τέτοια λάμπα βρίσκεται στο Λαογραφικό Μουσείο Αντρωνίου όπου και η φωτογραφία.

ΛΑΜΠΑ ΜΕ ΛΑΜΠΟΓΥΑΛΟ
“Ψηλώσετε τη λάμπα σας, να φέγγω να περάσω
γιατ΄είμαι ξενοχωργιανός, το δρόμο να μη χάσω”

    Η λάμπα με το λαμπόγυαλο είναι μια κατασκευή με γυάλινο δοχείο καυσίμου που καίει πετρέλαιο και είναι πιο σύγχρονη από τον τσιμπλή. Επάνω στο γυάλινο σώμα της προσαρμόζεται βιδωτά ένας απλός μηχανισμός (η φυτιλιέρα) με ένα χειροκίνητο ρεγουλατόρο (οδηγό) για να προωθεί το φυτίλι προς τα άνω ή προς τα κάτω. Στο επάνω μέρος της φυτιλιέρας υπάρχει μια υποδοχή που προσαρμόζεται και κρατάει σταθερά το λαμπόγυαλο. Στο μέσο του γυάλινου δοχείου καυσίμου υπάρχει εκ κατασκευής ο λαιμός. Εκεί προσαρμόζεται ο μεταλλικός δακτύλιος που συνδέεται με στρογγυλή μεταλλική πλάτη και γάντζο στο πάνω μέρος για να κρεμιέται η λάμπα στον τοίχο. Η στρογγυλή λαμαρίνα της πλάτης προστατεύει τον τοίχο από την θερμοκρασία που παράγει η φλόγα κατά την καύση. Το φυτίλι αυτής της λάμπας δεν ήταν σωληνοειδές, αλλά σε σχήμα λωρίδας.

Την λάμπα την τοποθετούσαν επάνω στο τραπέζι κατά την ώρα του φαγητού ή του διαβάσματος και μετά το πέρας αυτών την ακουμπούσαν επάνω στο τζάκι ή την κρεμούσαν από κάποιο καρφί που ήταν προσαρμοσμένο στον τοίχο σε σημείο που δύναται να φωτίζει περισσότερο το δωμάτιο ή τη κουζίνα.

Μόλις τελείωναν το φαγητό ή οποιαδήποτε εργασία για να μην καταναλώνουν πετρέλαιο, χαμήλωναν τον φωτισμό της λάμπας ή την έσβηναν και χρησιμοποιούσαν για φωτισμό το λιγοστό φως του τζακιού.

Για να ανάψουν την λάμπα έπρεπε πριν να καθαριστεί προσεχτικά το εύθραυστο γυαλί της και να είναι στεγνό για να μην σπάσει από την θερμοκρασία.Το καλύτερο καθάρισμα γινόταν με βρεγμένη εφημερίδα και το αδράχτυ για να βγεί η γάνα και η καπνιά.

Τα μαγαζιά στα χωριά είχαν αρκετά αποθέματα γυαλιών λάμπας. Η λάμπα με λαμπόγυαλο καταγράφηκε ως μια μεγάλη διαφορά και εξέλιξη από τον τσιμπλή. Θεωρούσαν τότε νοικοκυραίους όσους χρησιμοποιούσαν την λάμπα με λαμπόγυαλο. Μια τέτοια λάμπα βρίσκεται στο Λαογραφικό Μουσείο Αντρωνίου όπου και η φωτογραφία.

ΦΑΝΑΡΙ ή ΚΛΕΦΤΟΦΑΝΑΡΟ
    Το φανάρι ήταν μια λάμπα που λειτουργούσε ακριβώς όπως η λάμπα του σπιτιού. Ήταν διαφορετικής κατασκευής για να χρησιμοποιείται την νύκτα ώστε να πηγαίνουν από το ένα μέρος στο άλλο, για να βλέπουν στον στάβλο, στ’ αλώνια και οπουδήποτε χρειάζονταν φορητό φωτισμό.

Ήταν ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο, με μεταλλικό πλαίσιο με τέσσερα εσωτερικά τζάμια. Η βάση του ήταν ένα μεταλλικό δοχείο με μια τρυπούλα στην μέση του άνω μέρους για να εισέρχεται το φυτίλι και να το γεμίζουν με καύσιμο.

Στο επάνω μέρος του φαναριού ο κατασκευαστής είχε προσαρμόσει ένα συρμάτινο χερούλι για την μεταφορά και το κρέμασμα αυτού από κάποια βάση.

Τα τζαμάκια που είχε γύρω από εκεί που καιγόταν χρησίμευαν για να μην το σβήνει ο αέρας και να μην προκληθεί πυρκαγιά.

Αργότερα τα φανάρια τα κατασκεύαζαν στρογγυλά μ’ ενιαίο τζάμι που προστατεύεται από μια ελαφρά συρμάτινη κατασκευή.

ΚΑΝΤΗΛΙ

"Nτίλι ντίλι ντίλι, ντίλι το καντήλι
που έφεγγε και κένταγε, η κόρη το μαντήλι..."

Το καντήλι είναι κι αυτό ένα απλούστατο εργαλείο φωτισμού που αποτελείται από ένα ποτήρι με χείλος στο επάνω μέρος ή και απλό, που το κρεμούσανε με σύρμα μπροστά από το εικονοστάσι του σπιτιού ή στις εκκλησίες μπροστά από τις εικόνες ή το τοποθετούσαν επάνω σε κάποια κατασκευή.

Το ποτήρι το γέμιζαν με λάδι και έπαιρναν κι ένα τσιγκάκι μικρό ελαφρύ και λεπτό τυλιγμένο σε φελλό και το τρυπούσαν στην μέση και περνούσαν το φυτίλι ή βαμβάκι και το άναβαν. Αυτό διατηρούταν αναμμένο όσο είχε λάδι το ποτήρι. Συνήθως κανόνιζαν πόσο χρόνο ήθελαν να είναι αναμμένο και έριχναν και νερό στο ποτήρι.

Το λάδι όπως γνωρίζουμε είναι ελαφρύτερο το νερού και επιπλέει. Μόλις τελείωνε το λάδι, τότε έσβηνε και το καντήλι. Υπήρχαν πολλοί τύποι καντηλιών, πήλινα - κεραμικά, γυάλινα, μεταλλικά, κρεμαστά, κάποια βρίσκονται στο Λαογραφικό Μουσείο Αντρωνίου όπως στις φωτογραφίες.

ΣΠΑΡΜΑΤΣΕΤΑ, ΚΕΡΙΑ
Το σπαρματσέτο είναι το κερί το φωτιστικό, το στεατικό όπως λέγεται, όχι το μελισσοκέρι. Λέγεται και αλειμματοκέρι (άλειμμα ήταν το ζωικό λίπος).

Το σπαρματσέτο ήταν ένα είδος κεριού, το κερί που χρησιμοποιούνταν για φωτισμό πριν ανακαλυφθούν οι παραφίνες και κατασκευαστούν τα κεριά. Κυριάρχησε στην αγορά καθώς ήταν ένα βελτιωμένο είδος κεριού. Είχε την ιδιότητα να μην μαλακώνει εύκολα από τον ήλιο και τη ζέστη, σε αντίθεση με τα μελισσοκέρια ή τα κεριά λίπους που χρησιμοποιούνταν μέχρι τότε.

Οι Ρωμαίοι είναι αυτοί που κατασκεύασαν πρώτοι κεριά με φιτίλι τα οποία φώτιζαν τα σπίτια ή οδηγούσαν τους οδοιπόρους στο σκοτάδι. Ως πρώτη ύλη είχαν το λίπος από πρόβατα, χοιρινά και βοοειδή. Αυτό το κερί κατά την καύση έβγαζε πολύ καπνό και μύριζε άσχημα. Το χρησιμοποιούσαν ευρέως ως μέσο φωτισμού και οι Αιγύπτιοι.

Τα σημερινά κεριά που προέρχονται από το αργό πετρέλαιο αποκαλούνται κεριά παραφίνης (ή και απλά παραφίνη).

ΑΣΕΤΙΛΙΝΗ
Η ασετιλίνη ήταν μια μεταλλική κατασκευή που ποικίλει από τόπο σε τόπο. Βασικά όμως δούλευε πάντα με τον ίδιο τρόπο.

Αυτή αποτελούταν από ένα τσίγκινο κυλινδρικό κουτί με μια λεπτή και μακρόστενη σωλήνα που προεξείχε και ένα χερούλι στο πίσω μέρος, για να το μεταφέρουν και να μη καίγονται.

Στο κουτί μέσα τοποθετούσαν την ασετιλίνη (μια χημική ουσία) όπου μέσα έριχνα και νερό και αμέσως βίδωναν το καπάκι του κουτιού ερμητικά. Η ασετιλίνη στην επαφή της με το νερό έβγαζε ένα εύφλεκτο αέριο από την άκρη του σωλήνα.

Εκεί έβαζαν φωτιά και η φλόγα που έβγαινε φώτιζε. Μ’ αυτήν την συσκευή πήγαιναν την νύκτα για ψάρια, καβούρια, σαλιγκάρια κ.λπ.

ΒΕΝΖΙΝΟΛΑΜΠΑ – ΛΟΥΞ
Το Λουξ ή βενζινόλαμπα, λειτουργούσε με φωτιστικό πετρέλαιο που το προμήθευαν μόνον τα Μονοπώλια (κρατικά καταστήματα). Το όνομά της μας παραπέμπει σε μια πιο εξευγενισμένη κατασκευή φωτιστικού μεταλλικού εργαλείου. Αυτή δεν είχε φυτίλι όπως οι κοινές λάμπες πετρελαίου και λαδιού αλλά ήταν μια κατασκευή από αμίαντο, που προσαρμόζονταν στην κεφαλή του μηχανισμού.

Αποτελείτο από τη δεξαμενή καυσίμου όπου εκεί ήταν η χειροκίνητη αντλία αέρος και ο ρεγουλατόρος. Κοντά και λίγο παραπάνω ήταν ο διακόπτης ροής καυσίμου και η υποδοχή για το οινόπνευμα που ζέσταινε τον αμίαντο και το μπεκ. Το μπεκ βρισκόταν στο επάνω μέρος της συσκευής όπου ήταν και η απόληξη του σωλήνα προς τον αμίαντο.

Για να λειτουργήσει, έπρεπε...
..........
η συνέχεια στην πηγή
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Άλλα λέει η μαμά, άλλα ακούει το παιδί :))

Έχετε διαπιστώσει κι εσείς ότι μιλάτε διαφορετική γλώσσα με το πιτσιρίκι σας; 
Αν ναι, τότε σίγουρα οι παρακάτω στιχομυθίες κάτι θα σας θυμίσουν από την παραδοξότητα της καθημερινής σας… επικοινωνίας!
1. Τι λέει η μαμά: «Πήγαινε να πλύνεις τα δόντια σου»
    Τι ακούει το παιδί: «Πήγαινε να γεμίσεις με σαπουνόφουσκες όλο το νιπτήρα, άδειασε παντού την οδοντόκρεμα και άσε το μπάνιο να πλημμυρίσει».

2. Τι λέει η μαμά: «Πήγαινε να ντυθείς»
    Τι ακούει το παιδί: «Άνοιξε ένα-ένα τα συρτάρια της ντουλάπας σου και βγάλε έξω όλα τα ρούχα σκορπώντας τα στο πάτωμα. Μετά κλαψούρισε για 15 συνεχόμενα λεπτά γκρινιάζοντας ότι δεν έχεις τίποτα να φορέσεις και, τελικά, βάλε τη στολή από το περσινό αποκριάτικο πάρτι».

3. Τι λέει η μαμά: «Πήγαινε να τακτοποιήσεις το δωμάτιό σου»
    Τι ακούει το παιδί: «Πάρε ό,τι υπάρχει στο πάτωμα και κρύψ’ το κάτω από το κρεβάτι, μέσα στα συρτάρια, στην ντουλάπα και σε κάθε πιθανή… χαραμάδα, με την ευχή ότι δεν θα το ανακαλύψουν ποτέ οι γονείς σου».

4. Τι λέει η μαμά: «Βιάσου, βάλε τα παπούτσια σου να φύγουμε»
    Τι ακούει το παιδί: «Πήγαινε να βρεις τα παπούτσια σου, αλλά στη διαδρομή τάισε το κατοικίδιο, ψάξε το χαμένο σου παιχνίδι, χάζεψε λίγο στην τηλεόραση και, τελικά, έλα πάλι στην πόρτα χωρίς τα παπούτσια σου».

5. Τι λέει η μαμά: «Πήγαινε στο κρεβάτι»
    Τι ακούει το παιδί: «Καθυστέρησε να πας στο κρεβάτι σου, ανάβοντας τα φώτα για να πάρεις ένα ποτήρι νερό, να επισκεφτείς το γιογιό σου, να δώσεις μια αγκαλιά στο γατάκι για ‘Καληνύχτα’, να ζητήσεις 10 παραπάνω φιλιά από τη μαμά, να ζητήσεις κι άλλο νερό, να παρακαλέσεις για ένα πέμπτο παραμυθάκι, να πείσεις τη μαμά να σου ετοιμάσει ένα σνακ γιατί γουργουρίζει η κοιλίτσα. Και μετά, χόρεψε γύρω από το κρεβάτι το αγαπημένο σου τραγούδι. Βασικά, κάνε οτιδήποτε σου ‘ρχεται στο μυαλό, εκτός από το να πας στο κρεβάτι».

6. Τι λέει η μαμά: «Πρέπει να πάω στο μπάνιο για λίγο»
    Τι ακούει το παιδί: «Εννοείται ότι δεν υπάρχει πιο ευχάριστο πράγμα για τη μαμά από το να σου διαβάσει ένα βιβλίο, να σου τραγουδήσει ένα τραγούδι, να σου ανοίξει το χυμό και να συζητήσει μαζί σου για τις υπερδυνάμεις των υπερηρώων, ενώ κάθεται στη λεκάνη προσπαθώντας να κάνει τσισάκια σαν άνθρωπος».

7. Τι λέει η μαμά: «Κάτσε στο τραπέζι και φάε όλο το φαγητό σου»
    Τι ακούει το παιδί: «Τρέχα γύρω-γύρω από το τραπέζι, αδιαφορώντας τελείως για όλα αυτά που έχει πάνω για να φας και βάλε με τα χέρια σου λίγο φαγητό στα μαλλιά σου, στα ρούχα σου, στα αυτιά σου, στα φρύδια σου και στο στόμα σου, αφού βεβαιωθείς ότι θα ρίξεις το 75% του πιάτου στο πάτωμα, καθώς θα το πατάς σε κάθε γωνιά της κουζίνας».

8. Τι λέει η μαμά: «Κάνε ησυχία, πρέπει να τηλεφωνήσω»
    Τι ακούει το παιδί: «Βάλε τα δυνατά σου να μετατρέψεις το σπίτι σε τσίρκο, προσπαθώντας να κάνεις όλες τις φωνές των ζώων που θυμάσαι».

9.
Τι λέει η μαμά: «Να είσαι καλός με το αδερφάκι σου»
    Τι ακούει το παιδί: «Βασάνιζε ασταμάτητα το αδερφάκι σου όλη μέρα, παίρνοντας και καταστρέφοντας τα αγαπημένα του παιχνίδια, κοροϊδεύοντάς το ό,τι κι αν λέει, διώχνοντάς το από το δωμάτιό σου και λέγοντάς του συνέχεια ότι η μαμά και ο μπαμπάς αγαπάει εσένα περισσότερο από εκείνο».

10. Τι λέει η μαμά: «Μπορείς, σε παρακαλώ, να με αφήσεις ήσυχη για 5 λεπτά;»
      Τι ακούει το παιδί: «Βομβάρδιζε τη μαμά με μια ατέλειωτη λίστα από απαιτήσεις κάθε φορά που προσπαθεί να πάει στην τουαλέτα, να πάρει ένα τηλέφωνο, να στείλει ένα e-mail, να φάει μια μπουκιά, να συζητήσει μ’ έναν ενήλικο ή -τέλος πάντων- να κάνει οτιδήποτε άλλο δεν έχει άμεση και ξεκάθαρη σχέση με εσένα και τις ανάγκες σου».

Tuesday, 19 November 2024

Ένα παιδί πιάνει φιλία με τα βιβλία

    Mια μέρα κάθισε και παίδεψε το κεφάλι του. Το ‘βαλε κάτω και το παίδεψε, το ‘πλεξε όπως είδε να κάνουν οι γύφτοι με το καλάθι. Στο τέλος το βρήκε: Θα πιανε φιλία με τα βιβλία. Θα γύρευε να μάθει από κει, αυτά που του κρυβαν οι μεγάλοι πίσω απ'  τα παραμύθια που λέγανε αυτοί οι μικροί χάρτινοι «παππούδες» που κάθονται στα γόνατά σου και σου λένε τις ιστορίες τους χωρίς καμώματα και παρακάλια.
    Μα στο χωριό, που δούλευε παραπαίδι, δεν είχε χαρτοπουλειά. Έπρεπε, λοιπόν, να παρακαλέσει κανένα μπάρμπα απ αυτούς που κατεβαίνανε στην πολιτεία και πουλούσανε το καλαμπόκι τους να του φέρει ένα. Και μια μέρα αυτό έγινε. Έπιασε έναν τέτοιο γερούλη, του βαλε στη χούφτα καναδυό μεταλλίκια και, «σε παρακαλώ», του λέει, «αν βρεις, εκεί που πας, κανένα βιβλίο που να λέει καλές ιστορίες, πάρ το μου. Ε; Πολύ θα σε περικαλέσω, όμως…».
    Έβαλε ο παππούς τα μεταλλίκια στην απαλάμη του, τα πασπάτεψε με το δάχτυλο, αναποδογύρισε ένα, για να δει τι έχει από κάτω… έστρωσε με το δάχτυλο τα μουστάκια του… και του τα δωσε πίσω. «Πάρ τα», του λέει. «Αν τα χαρτιά λένε καλά παραμύθια… μου τα λες και μένα και ξεχρεώνουμε. Αν, πάλι, δε λένε, θα σου πάρω ένα αυτί. Ε;…». Το παιδί τρόμαξε. Ο γέρος τότε έβαλε τα γέλια… «Άιντε, άιντε… Σύχασε…», είπε. «Δε σου παίρνω αυτί, σου παίρνω ένα μεταλλίκι. Σύμφωνοι;».
    Σε τρεις μέρες του ‘φερε ένα χαρτί, λίγο πιο χοντρό απ το βαγγέλιο, και του το δωσε. «Το πασπάτεψα από παντού», λέει στο παιδί. «Δε βγαίνει τίποτα. Για πάρ το εσύ, μην πα και σε γνωρίζει και συνεννοηθείτε».
    Το παιδί τ’ άνοιξε τρέμοντας. Ήταν σαν μικρό σπιτάκι, «Ιστορία Σεβάχ του Θαλασσινού» έλεγε το ξώφυλλό του. Αυτό ήταν! Το παιδί έπεσε πάνου στο βιβλίο με τα μούτρα. Και το διάβαζε, το διάβαζε ολόκληρο το χειμώνα. Το διάβαζε και ξανά το διάβαζε και πάλι το ξαναδιάβαζε, και το ‘μαθε νεράκι. Κείνος ο μπάρμπας, που του το ‘χε φέρει, τ’ άκουε και τρέμανε τα μουστάκια του. Όμορφο βιβλίο. Μόνο που είχε μια παραξενιά. Έλεγε την ιστορία του μονάχα σ’ όποιον ήθελε. Ώσπου να κλείσει κείνη η χρονιά, είχε καταπιεί κι άλλα καμιά δεκαριά βιβλία.”

Μενέλαος Λουντέμης “Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα”

Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Monday, 18 November 2024

Ψωμί, λάδι, αλάτι, ρίγανη, ζάχαρη!!

Βρέχαμε μια φέτα με νερό (όχι πολύ για να μην «παπαριάσει» και διαλυθεί) και μετά ρίχναμε πάνω της ζάχαρη. 
Η ζάχαρη νοτιζόταν απ’ το νερό και κολλούσε με πάθος γλυκό πάνω στη φέτα του ψωμιού. 
Κάθε δαγκωνιά ήταν και μια γεύση θεϊκής αμβροσίας!
Ήταν ακόμα η φέτα με το λάδι. 
Έριχνε η μάνα ή η γιαγιά λάδι με το ροΐ πάνω στη φέτα και μετά την «σπυραλάτιζε» (πόσες ωραίες παλαιές λέξεις έχουμε ξεχάσει), έριχνε δηλαδή από πάνω με τα τρία δάχτυλα (σαν που κάνουμε το Σταυρό μας) αλατάκι και τέλος και ρίγανη ξερή με τον ίδιο τρόπο. 
Αυτή η φέτα ήταν η πιο μερακλίδικη φέτα της ιστορίας στο φαγητό του δρόμου και της αλάνας! 
Δεν ξέρω αν έχει υπάρξει ποτέ καλύτερη παρέα από τούτους τους τέσσερις καλούς φίλους: Το ψωμί, το λάδι, το αλάτι και τη ρίγανη! Φέτα τη φέτα, μεγαλώσαμε, γίναμε κι εμείς «κάποιοι», φάγαμε και χορτάσαμε και μπουχτίσαμε την αφθονία, αλλά πάντα είμαστε ακόμα πεινασμένοι για κείνες της φέτες του ψωμιού, που μας έζησαν σαν παιδιά! 
Δεν τις χορτάσαμε ποτέ, τίποτε σημερινό δεν μπορεί να τις παραβγεί και να τις αντικαταστήσει!

από fb, Άρωμα Γυναίκας
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki