Καθώς επιχειρούμε να σκιαγραφήσουμε τη γενική εικόνα της οικογένειας, στην οποία συναντούμε σεξουαλική κακοποίηση του ή των παιδιών της, απαραίτητο είναι να εξετάσουμε παράλληλα και τα γενικά χαρακτηριστικά του παιδιού θύματος, του δράστη που συνήθως είναι ο πατέρας, αλλά και το ρόλο που παίζει η μητέρα με τη στάση της απέναντι στη σεξουαλική κακοποίηση μέσα στην ίδια της την οικογένεια, την ύπαρξη της οποίας τις περισσότερες φορές γνωρίζει.
Το παιδί θύμα συνήθως δε φέρει ορατές σωματικές κακώσεις, συνεπώς η σεξουαλική του κακοποίηση γίνεται αντιληπτή μέσα από χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του. Το θλιμμένο και απομονωμένο παιδί, το παιδί με παραβατική συμπεριφορά και επιθετικότητα, γενικότερα το παιδί με έντονα προβληματική συμπεριφορά ενδέχεται να έχει τραυματικές εμπειρίες μέσα στην οικογένεια, όχι όμως απαραίτητα σεξουαλικής κακοποίησης. Χωρίς να είμαστε ειδικοί, ψυχολόγοι ή ψυχίατροι δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να αξιολογήσουμε αυτά τα χαρακτηριστικά ως διαγνωστικά. Σίγουρα δίνουν αφορμή στον εκπαιδευτικό για προβληματισμό, ο οποίος όμως πρέπει να διερευνηθεί μέσα από τη γνώση των βιογραφικών στοιχείων του παιδιού, με πληροφορίες για το οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο ζει και, γιατί όχι, με διάλογο και συνεργασία με τους ίδιους τους γονείς. Η τελική διάγνωση και οι τρόποι θεραπείας αφορούν αποκλειστικά τους ειδικούς.
Το παιδί θύμα χαρακτηρίζεται επίσης από χαμηλή αυτοεκτίμηση, αισθήματα στιγματισμού, απομόνωση, δυσκολία ανάπτυξης στενών διαπροσωπικών σχέσεων και ομαλής σεξουαλικής ζωής. Ως έφηβοι/ενήλικες τα θύματα παρουσιάζουν σε μεγαλύτερο ποσοστό πρόωρο ξεκίνημα σεξουαλικών επαφών, εγκυμοσύνες στην εφηβεία, σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη, πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους, φορείς ασθενειών που μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή, όμως κι αυτά είναι χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να εξετάζουμε με ιδιαίτερη επιφύλαξη γιατί εύκολα προκαλούνται από ένα σωρό άλλα αίτια.
Τα χαρακτηριστικά του δράστη από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία είναι σε ποσοστό 75% άντρες άτομα γνώριμα στο παιδί, στα οποία δείχνει εμπιστοσύνη. Οι δράστες περιγράφονται ως άτομα με κυριαρχική συμπεριφορά, στερημένα στην παιδική ηλικία ή φέρουν οι ίδιοι εμπειρίες διαφόρων μορφών βίας, σωματικής κακοποίησης, παραμέλησης, σεξουαλικής ή ψυχολογικής κακοποίησης. Ειδικότερα ο πατέρας δράστης ζηλεύει και επιθυμεί το παιδί του, στη ζωή του οποίου επεμβαίνει έντονα, ανεξάρτητα από την ηλικία του και συχνά είναι ένα άτομο που αναζητάει στη σχέση με τη γυναίκα του μια εξιδανικευμένη εικόνα της μητέρας του. Μπορεί να κακοποιεί ένα ή περισσότερα δικά του παιδιά,αλλά θύματά του μπορούν να αναζητηθούν και έξω από το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον, πολλοί δράστες κακοποιούν δικά τους και άλλα παιδιά. Τυπικός δράστης είναι συνήθως ο πατέρας, θύματα κορίτσια, με τη σταδιακή όμως διερεύνηση του προβλήματος αποκαλύπτονται όλο και μεγαλύτερα ποσοστά με δράστες γυναίκες και θύματα αγόρια.
Ιδιαίτερο είναι το ενδιαφέρον που προκαλεί η στάση της μητέρας απέναντι στη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών της από τον άντρα της ή τον εραστή της. Τις περισσότερες φορές γνωρίζει τι συμβαίνει είτε γιατί της το έχει εκμυστηρευτεί το παιδί, είτε γιατί το έχει η ίδια αντιληφθεί. Συναντούμε συνήθως μητέρες που δέχονται το πρόβλημα επειδή αδυνατούν να το εμποδίσουν. Ιδιαίτερα αδύναμες είναι οι γυναίκες που είχαν παρόμοιες εμπειρίες και δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο συζυγικό και μητρικό τους ρόλο. Μητέρες που δεν έχουν τα απαραίτητα εφόδια αλλά και την τόλμη να αυτονομηθούν και να αναλάβουν οι ίδιες την προστασία των παιδιών τους. Συχνά στο όνομα του οικογενειακού δεσμού, όχι μόνο δεν στηρίζουν το παιδί τους στην αποκάλυψη της κακοποίησης, αλλά πολλές φορές το παροτρύνουν να μην αντιδρά και να υπακούει στο δράστη ή ακόμη το κατηγορούν πως λέει ψέματα.
Η μητέρα συνεπώς συμβάλλει καταλυτικά στην απόκρυψη του προβλήματος στην προσπάθειά της να διατηρήσει τον ίδιο τον οικογενειακό πυρήνα, αλλά και την εικόνα του προς τα έξω σύμφωνα με τις κοινά αποδεκτές κοινωνικές αξίες. Διότι η σεξουαλική κακοποίηση του παιδιού μέσα στην οικογένεια ταυτίζεται σχεδόν πάντα με την παραβίαση του αιμομικτικού φραγμού, που στις σύγχρονες κοινωνίες προκαλεί την κοινωνική απέχθεια και υψηλές δικαστικές ποινές.
Αδιέξοδη είναι η θέση του παιδιού θύματος σεξουαλικής κακοποίησης μέσα στην οικογένεια. Με δράστη τον πατέρα και μια μητέρα που σιωπά συνενοχικά για τους λόγους που προανέφερα, το παιδί λόγω της ανηλικιότητάς του βρίσκεται σε κατάσταση αδυναμίας και απόγνωσης, δεν είναι σε θέση ν' αναλάβει την αποκάλυψη του δράστη και την επιδίωξη της τιμωρίας του τόσο εξαιτίας της σύγχυσης και της άγνοιάς του, όσο και εξαιτίας της πίεσης που του ασκεί η οικογένεια άμεσα και έμμεσα, τον κίνδυνο του σκανδάλου και της διάλυσης της οικογένειας, με αποτέλεσμα να βρίσκεται στην παράδοξη θέση να προστατεύει με τη σιωπή του το δράστη και όλη την οικογένεια. Αυτός είναι και ο λόγος που σήμερα έχουμε πολλές αποκαλύψεις από ενήλικες που κακοποιήθηκαν σεξουαλικά στην παιδική ηλικία.
Επομένως στις προσπάθειες από κοινωνικούς φορείς για την αποκάλυψη και τη θεραπεία του προβλήματος έρχονται να προστεθούν και οι κοινωνικές αντιλήψεις ή καλύτερα οι προκαταλήψεις αναφορικά με την ευθύνη και το βαθμό αθωότητας των θυμάτων. Τα θύματα παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης αποτελούν μάλιστα ειδική περίπτωση επειδή γνωρίζουν το δράστη και του έχουν εμπιστοσύνη και για πολλούς λόγους δεν τολμούν να αναφέρουν την κακοποίηση στο αρχικό της στάδιο. Όταν αργότερα την αποκαλύπτουν (πολλές φορές ενήλικες πια) στιγματίζονται με την ετικέτα του θύματος και είναι σαν να κακοποιούνται ξανά κατά την αποκάλυψη. Όπως πολύ χαρακτηριστικά λέει κάποια γυναίκα θύμα ενήλικη τώρα: "κατά κάποιο τρόπο είναι ευκολότερο να πεις ότι έχεις AIDS παρά ότι κακοποιήθηκες σεξουαλικά όταν ήσουν παιδί".
Τα τελευταία χρόνια έρχονται στην επιφάνεια ολοένα και περισσότερες περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, και τα ΜΜΕ μας βομβαρδίζουν καθημερινά με αυτές. Εκπονούνται διάφορες μελέτες από ειδικούς στο θέμα και πολλοί οργανισμοί και οργανώσεις ασχολούνται συστηματικά με το πρόβλημα.
Γενικά η προστασία του παιδιού προβλήθηκε ως μια κοινωνική ανάγκη από τους πιο γνωστούς διεθνείς οργανισμούς:
Η χώρα μας ωστόσο δεν ακολούθησε τις διεθνείς εξελίξεις γύρω από το θέμα, παρόλο που γνωρίζουμε πια ότι τα φαινόμενα της οικογενειακής βίας και της σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών έχουν πάρει σοβαρές διαστάσεις και στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία και τα τελευταία χρόνια καταλαμβάνουν συχνά μέρος της επικαιρότητας.
Το φαινόμενο της οικογενειακής βίας, η αποκάλυψη και η αντιμετώπισή του προβάλλεται και στην Ελλάδα, μέσα από την ευαισθητοποίηση και την επιρροή που ασκεί μια ισχυρή ομάδα πίεσης, το φεμινιστικό κίνημα. Στην περίπτωση όμως της κακοποίησης των παιδιών μια παρόμοια ομάδα πίεσης δεν υπάρχει καθώς τα παιδιά λόγω της ηλικίας τους είναι ανήμπορα να την οργανώσουν και ολόκληρη η κοινωνία ίσως δεν αντέχει να αποκαλύπτονται τέτοια φαινόμενα που αυτόχρημα αποτελούν μια ισχυρή απομυθοποίηση των θεσμών της.
Παπανικολάου Ε. (1998), «Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στην οικογένεια. Σχολείο και παιδική προστασία», Virtual School, The sciences of Education Online, τόμος 1, τεύχος 1
Το παιδί θύμα συνήθως δε φέρει ορατές σωματικές κακώσεις, συνεπώς η σεξουαλική του κακοποίηση γίνεται αντιληπτή μέσα από χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του. Το θλιμμένο και απομονωμένο παιδί, το παιδί με παραβατική συμπεριφορά και επιθετικότητα, γενικότερα το παιδί με έντονα προβληματική συμπεριφορά ενδέχεται να έχει τραυματικές εμπειρίες μέσα στην οικογένεια, όχι όμως απαραίτητα σεξουαλικής κακοποίησης. Χωρίς να είμαστε ειδικοί, ψυχολόγοι ή ψυχίατροι δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να αξιολογήσουμε αυτά τα χαρακτηριστικά ως διαγνωστικά. Σίγουρα δίνουν αφορμή στον εκπαιδευτικό για προβληματισμό, ο οποίος όμως πρέπει να διερευνηθεί μέσα από τη γνώση των βιογραφικών στοιχείων του παιδιού, με πληροφορίες για το οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο ζει και, γιατί όχι, με διάλογο και συνεργασία με τους ίδιους τους γονείς. Η τελική διάγνωση και οι τρόποι θεραπείας αφορούν αποκλειστικά τους ειδικούς.
Το παιδί θύμα χαρακτηρίζεται επίσης από χαμηλή αυτοεκτίμηση, αισθήματα στιγματισμού, απομόνωση, δυσκολία ανάπτυξης στενών διαπροσωπικών σχέσεων και ομαλής σεξουαλικής ζωής. Ως έφηβοι/ενήλικες τα θύματα παρουσιάζουν σε μεγαλύτερο ποσοστό πρόωρο ξεκίνημα σεξουαλικών επαφών, εγκυμοσύνες στην εφηβεία, σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη, πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους, φορείς ασθενειών που μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή, όμως κι αυτά είναι χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να εξετάζουμε με ιδιαίτερη επιφύλαξη γιατί εύκολα προκαλούνται από ένα σωρό άλλα αίτια.
Τα χαρακτηριστικά του δράστη από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία είναι σε ποσοστό 75% άντρες άτομα γνώριμα στο παιδί, στα οποία δείχνει εμπιστοσύνη. Οι δράστες περιγράφονται ως άτομα με κυριαρχική συμπεριφορά, στερημένα στην παιδική ηλικία ή φέρουν οι ίδιοι εμπειρίες διαφόρων μορφών βίας, σωματικής κακοποίησης, παραμέλησης, σεξουαλικής ή ψυχολογικής κακοποίησης. Ειδικότερα ο πατέρας δράστης ζηλεύει και επιθυμεί το παιδί του, στη ζωή του οποίου επεμβαίνει έντονα, ανεξάρτητα από την ηλικία του και συχνά είναι ένα άτομο που αναζητάει στη σχέση με τη γυναίκα του μια εξιδανικευμένη εικόνα της μητέρας του. Μπορεί να κακοποιεί ένα ή περισσότερα δικά του παιδιά,αλλά θύματά του μπορούν να αναζητηθούν και έξω από το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον, πολλοί δράστες κακοποιούν δικά τους και άλλα παιδιά. Τυπικός δράστης είναι συνήθως ο πατέρας, θύματα κορίτσια, με τη σταδιακή όμως διερεύνηση του προβλήματος αποκαλύπτονται όλο και μεγαλύτερα ποσοστά με δράστες γυναίκες και θύματα αγόρια.
Ιδιαίτερο είναι το ενδιαφέρον που προκαλεί η στάση της μητέρας απέναντι στη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών της από τον άντρα της ή τον εραστή της. Τις περισσότερες φορές γνωρίζει τι συμβαίνει είτε γιατί της το έχει εκμυστηρευτεί το παιδί, είτε γιατί το έχει η ίδια αντιληφθεί. Συναντούμε συνήθως μητέρες που δέχονται το πρόβλημα επειδή αδυνατούν να το εμποδίσουν. Ιδιαίτερα αδύναμες είναι οι γυναίκες που είχαν παρόμοιες εμπειρίες και δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο συζυγικό και μητρικό τους ρόλο. Μητέρες που δεν έχουν τα απαραίτητα εφόδια αλλά και την τόλμη να αυτονομηθούν και να αναλάβουν οι ίδιες την προστασία των παιδιών τους. Συχνά στο όνομα του οικογενειακού δεσμού, όχι μόνο δεν στηρίζουν το παιδί τους στην αποκάλυψη της κακοποίησης, αλλά πολλές φορές το παροτρύνουν να μην αντιδρά και να υπακούει στο δράστη ή ακόμη το κατηγορούν πως λέει ψέματα.
Η μητέρα συνεπώς συμβάλλει καταλυτικά στην απόκρυψη του προβλήματος στην προσπάθειά της να διατηρήσει τον ίδιο τον οικογενειακό πυρήνα, αλλά και την εικόνα του προς τα έξω σύμφωνα με τις κοινά αποδεκτές κοινωνικές αξίες. Διότι η σεξουαλική κακοποίηση του παιδιού μέσα στην οικογένεια ταυτίζεται σχεδόν πάντα με την παραβίαση του αιμομικτικού φραγμού, που στις σύγχρονες κοινωνίες προκαλεί την κοινωνική απέχθεια και υψηλές δικαστικές ποινές.
Αδιέξοδη είναι η θέση του παιδιού θύματος σεξουαλικής κακοποίησης μέσα στην οικογένεια. Με δράστη τον πατέρα και μια μητέρα που σιωπά συνενοχικά για τους λόγους που προανέφερα, το παιδί λόγω της ανηλικιότητάς του βρίσκεται σε κατάσταση αδυναμίας και απόγνωσης, δεν είναι σε θέση ν' αναλάβει την αποκάλυψη του δράστη και την επιδίωξη της τιμωρίας του τόσο εξαιτίας της σύγχυσης και της άγνοιάς του, όσο και εξαιτίας της πίεσης που του ασκεί η οικογένεια άμεσα και έμμεσα, τον κίνδυνο του σκανδάλου και της διάλυσης της οικογένειας, με αποτέλεσμα να βρίσκεται στην παράδοξη θέση να προστατεύει με τη σιωπή του το δράστη και όλη την οικογένεια. Αυτός είναι και ο λόγος που σήμερα έχουμε πολλές αποκαλύψεις από ενήλικες που κακοποιήθηκαν σεξουαλικά στην παιδική ηλικία.
Επομένως στις προσπάθειες από κοινωνικούς φορείς για την αποκάλυψη και τη θεραπεία του προβλήματος έρχονται να προστεθούν και οι κοινωνικές αντιλήψεις ή καλύτερα οι προκαταλήψεις αναφορικά με την ευθύνη και το βαθμό αθωότητας των θυμάτων. Τα θύματα παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης αποτελούν μάλιστα ειδική περίπτωση επειδή γνωρίζουν το δράστη και του έχουν εμπιστοσύνη και για πολλούς λόγους δεν τολμούν να αναφέρουν την κακοποίηση στο αρχικό της στάδιο. Όταν αργότερα την αποκαλύπτουν (πολλές φορές ενήλικες πια) στιγματίζονται με την ετικέτα του θύματος και είναι σαν να κακοποιούνται ξανά κατά την αποκάλυψη. Όπως πολύ χαρακτηριστικά λέει κάποια γυναίκα θύμα ενήλικη τώρα: "κατά κάποιο τρόπο είναι ευκολότερο να πεις ότι έχεις AIDS παρά ότι κακοποιήθηκες σεξουαλικά όταν ήσουν παιδί".
Τα τελευταία χρόνια έρχονται στην επιφάνεια ολοένα και περισσότερες περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, και τα ΜΜΕ μας βομβαρδίζουν καθημερινά με αυτές. Εκπονούνται διάφορες μελέτες από ειδικούς στο θέμα και πολλοί οργανισμοί και οργανώσεις ασχολούνται συστηματικά με το πρόβλημα.
Γενικά η προστασία του παιδιού προβλήθηκε ως μια κοινωνική ανάγκη από τους πιο γνωστούς διεθνείς οργανισμούς:
- Το 1959 ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών προβαίνει σε μια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του παιδιού και προβλέπει ένα νομοθετικό πια καθεστώς προστασίας από κάθε μορφή εκμετάλλευσης ή παραμέλησης (9η αρχή της Διακήρυξης).
- Το 1989 η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού και πιο συγκεκριμένα τα άρθρα 19 και 34, τα οποία αφορούν αντίστοιχα την προστασία του παιδιού από κάθε μορφή βίας γενικά και ειδικά από τη σεξουαλική βία.
- Τέλος στα πλαίσια του Παγκόσμιου Συνεδρίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στην Αβάνα τον Σεπτέμβριο του 1990 διατυπώνονται οι Συστάσεις της Γενικής Γραμματείας του Οργανισμού, με την ονομασία "Αρχές του Riyard" οι οποίες αφορούν άμεσα την πρόληψη της κακοποίησης και της οικογενειακής βίας.
Η χώρα μας ωστόσο δεν ακολούθησε τις διεθνείς εξελίξεις γύρω από το θέμα, παρόλο που γνωρίζουμε πια ότι τα φαινόμενα της οικογενειακής βίας και της σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών έχουν πάρει σοβαρές διαστάσεις και στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία και τα τελευταία χρόνια καταλαμβάνουν συχνά μέρος της επικαιρότητας.
Το φαινόμενο της οικογενειακής βίας, η αποκάλυψη και η αντιμετώπισή του προβάλλεται και στην Ελλάδα, μέσα από την ευαισθητοποίηση και την επιρροή που ασκεί μια ισχυρή ομάδα πίεσης, το φεμινιστικό κίνημα. Στην περίπτωση όμως της κακοποίησης των παιδιών μια παρόμοια ομάδα πίεσης δεν υπάρχει καθώς τα παιδιά λόγω της ηλικίας τους είναι ανήμπορα να την οργανώσουν και ολόκληρη η κοινωνία ίσως δεν αντέχει να αποκαλύπτονται τέτοια φαινόμενα που αυτόχρημα αποτελούν μια ισχυρή απομυθοποίηση των θεσμών της.
Παπανικολάου Ε. (1998), «Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στην οικογένεια. Σχολείο και παιδική προστασία», Virtual School, The sciences of Education Online, τόμος 1, τεύχος 1
No comments:
Post a Comment