Θα πρέπει να ήμουν μεταξύ τεσσάρων με πέντε ετών, δεκαετία του 70. Μετά φύγαμε από αυτό το σπίτι. Μια φίλη του πατέρα μου ήρθε αργά, κατευθείαν από ένα ταξίδι στην Αμερική. Πρέπει να ήταν περασμένες δέκα - άρα για μένα βαθιά νύχτα.
Στο τηλέφωνο του είπε ότι μου φέρνει κάτι και να περιμένω την έκπληξη αν δε με είχε ακόμα βάλει η γιαγιά για ύπνο.
Θυμάμαι μια λάμπα με περίτεχνα σχέδια στο κρύο σαλόνι. Βλέπω και τα λαδί καλύμματα στις μεγάλες πολυθρόνες. Η κοπέλα ήρθε κι ήταν πολύ ψηλή,κι όχι μόνο για μένα, που ήμουν μικρό παιδί - έτσι κι αλλιώς ήταν μια ψιλόλιγνη φιγούρα με φλέβες που διαγράφονταν στα κατάλευκα χέρια της.
Ήταν χειμώνας αλλά εκείνη φορούσε ένα αμάνικο φόρεμα και το παλτό της. Είχε ένα πολύ ωραίο όνομα. Κάτι σαν Μελίτα, Μελίνα, κάτι τέτοιο. Σαν ξωτικό ήταν, με κατάλευκη, πορσελάνινη επιδερμίδα και σκούρα μακριά μαλλιά.
Πήγα διστακτικά δίπλα της όταν με φώναξε και ανέβηκα στα πόδια της. Με κράτησε στην αγκαλιά της και με φίλησε.Τότε έβγαλε από την τσάντα της, χωρίς συσκευασία, μόνο σε χαρτί τυλιγμένο, ένα κοντό κουκλάκι με μια αστεία σαλοπέτα στο χρώμα της χλόης.
Τον έλεγαν Τίμμυ, ήταν ένα αγόρι με καρέ εβένινο γυαλιστερό μαλλί και έξυπνα, ανοιχτά γαλάζια μάτια σαν χάντρες. Είχε μιαν έκφραση πονηρή στο πρόσωπο κι ένα λαμπρό χαμόγελο, λες και μόλις είχε κάνει μια σκανταλιά.
Πολύ μικρούλης το δέμας. Αμέσως κέρδισε τη συμπάθειά μου και έγινε το φιλαράκι μου. Εκείνο το βράδυ τον έβαλα δίπλα στο μαξιλάρι μου και από τότε πολλές φορές κοιμόμασταν μαζί, αφού του έλεγα ό,τι μου ερχόταν στο κεφάλι.Τα πρωϊνά τον αναζητούσα καθώς τρύπωνε κάτω από το μαξιλάρι ή μέσα στη νύχτα έπεφτε από το κρεββάτι. Του έδινα ένα φιλάκι και έτσι ξεκινούσε η μέρα. Δε θυμάμαι τι απέγινε...Αναρτήθηκε από Όλα θα πανε καλα...
Κρίμα που δεν ξέρεις που είναι, μια και έχεις τόσο έντονη ανάμνηση. Είναι καλό να έχουμε αντικείμενα που μας συνδέουν με αυτό που κάποτε ήμασταν σαν παιδιά. Αν και για πολλούς τα παιδικά χρόνια μπορεί να μην είναι τόσο ευχάριστα.
ReplyDeleteΚαλή μέρα.