Είναι πολύ συνηθισμένο: Τα παιδιά, που μόλις έχουν μάθει να μιλάνε, τραυλίζουν. Δηλαδή, «κομπιάζουν» με κάποιες λέξεις, δυσκολεύονται να τις προφέρουν. Πρόκειται όμως για «φυσιολογικό τραυλισμό». Αν όμως ο τραυλισμός επιμείνει και χειροτερεύσει, τότε επιβάλλεται να ψάξετε τις αιτίες που τον προκαλούν και να ζητήσετε τη βοήθεια των ειδικών.
Τα πρώτα σημάδια επικοινωνίας έρχονται με το κλάμα... μετά ακολουθούν οι γκριμάτσες και το γέλιο, και μετά περίεργοι ήχοι… Διάφορα φωνήεντα και φθόγγοι βγαίνουν από το στόμα του παιδιού που πολλές φορές δεν έχουν κανένα νόημα και αφορμή ή είναι απλά μιμήσεις ήχων που ακούνε γύρω τους. Από τους πρώτους 12 μήνες ζωής και μετά αρχίζουν να σχηματίζονται οι πρώτες λέξεις (συνήθως μέχρι 10 διαφορετικές λέξεις) και μέχρι τους 20 μήνες τα περισσότερα παιδιά έχουν πια ένα «παραγωγικό λεξιλόγιο» με περίπου 50 λέξεις. Από αυτό το σημείο και μετά, το λεξιλόγιο τους αναπτύσσεται με πολύ γοργούς ρυθμούς και το παιδί αρχίζει να κάνει συνδυασμούς λέξεων και να φτιάχνει προτάσεις με νόημα. Από το δεύτερο χρόνο και μετά, έχει αρχίσει να οργανώνει το λόγο του και να προσπαθεί να εκφράσει τις ανάγκες, τα συναισθήματα και τις σκέψεις του με λέξεις και προτάσεις…
Πότε ο τραυλισμός είναι φυσιολογικός;
Πού οφείλεται;
Τι μπορούν και πρέπει να κάνουν οι γονείς;
Ποια είναι η καλύτερη θεραπεία;
Οι τέσσερις φάσεις ανάπτυξης του τραυλισμού
Του Ορέστη Νέτα, κοινωνικού ψυχολόγου
Τα πρώτα σημάδια επικοινωνίας έρχονται με το κλάμα... μετά ακολουθούν οι γκριμάτσες και το γέλιο, και μετά περίεργοι ήχοι… Διάφορα φωνήεντα και φθόγγοι βγαίνουν από το στόμα του παιδιού που πολλές φορές δεν έχουν κανένα νόημα και αφορμή ή είναι απλά μιμήσεις ήχων που ακούνε γύρω τους. Από τους πρώτους 12 μήνες ζωής και μετά αρχίζουν να σχηματίζονται οι πρώτες λέξεις (συνήθως μέχρι 10 διαφορετικές λέξεις) και μέχρι τους 20 μήνες τα περισσότερα παιδιά έχουν πια ένα «παραγωγικό λεξιλόγιο» με περίπου 50 λέξεις. Από αυτό το σημείο και μετά, το λεξιλόγιο τους αναπτύσσεται με πολύ γοργούς ρυθμούς και το παιδί αρχίζει να κάνει συνδυασμούς λέξεων και να φτιάχνει προτάσεις με νόημα. Από το δεύτερο χρόνο και μετά, έχει αρχίσει να οργανώνει το λόγο του και να προσπαθεί να εκφράσει τις ανάγκες, τα συναισθήματα και τις σκέψεις του με λέξεις και προτάσεις…
Πότε ο τραυλισμός είναι φυσιολογικός;
Ανάμεσα στο δεύτερο και τον τρίτο χρόνο ζωής, τότε δηλαδή που το παιδί εμπλουτίζει τόσο το λεξιλόγιο και το συντακτικό του, όσο και την ικανότητα να μεταφράζει τις σκέψεις του σε λέξεις, αρχίζουν να φαίνονται και τα πρώτα προβλήματα -αν υπάρχουν- στο λόγο. Για παράδειγμα, πολλοί γονείς θα έχουν παρατηρήσει ότι το παιδί επαναλαμβάνει κάποιες συλλαβές ή κομπιάζει με κάποιες -ή με όλες- λέξεις. Σ αυτές τις περιπτώσεις και σ αυτήν την ηλικία έχουμε να κάνουμε με ένα φυσιολογικό φαινόμενο, το λεγόμενο «φυσιολογικό τραυλισμό», που στις περισσότερες περιπτώσεις σταδιακά εξαφανίζεται από μόνος του και κρατάει για μερικές ημέρες ή και εβδομάδες.
Σε κάποια παιδιά όμως ο τραυλισμός αυτός δεν μειώνεται αλλά σταδιακά χειροτερεύει. Η ομιλία τους δεν έχει την αναμενόμενη ροή. Επαναλαμβάνουν ήχους, συλλαβές και ολόκληρες μονοσύλλαβες λέξεις. Δείχνουν να πιέζονται κάθε φορά που προσπαθούν να πουν κάτι και έτσι μιλούν με υπέρμετρη ένταση, επιμηκύνουν κάποιους ήχους και, κάποιες φορές, κάνουν μία παύση στη μέση μιας λέξης. Στην πραγματικότητα, καταλαβαίνουν ότι δυσκολεύονται να μιλήσουν και γι αυτό προσπαθούν να «παρακάμψουν» αυτό που τους ενοχλεί. Προτιμούν να το περιγράψουν με άλλα λόγια ή ακόμα και να το δείξουν με κάποιον άλλον τρόπο. Όλα αυτά συνήθως συνοδεύονται με δυσκολίες στην αναπνοή και/ή κάποιο τικ του κεφαλιού ή των ματιών.
Πού οφείλεται;
Οι απόψεις των ειδικών συγκλίνουν στο ότι ο τραυλισμός είναι ένα πρόβλημα που οφείλεται σε πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες (αναπτυξιακούς, περιβαλλοντικούς, κ.τλ.). Οι περισσότεροι όμως ειδικοί επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στους ψυχολογικούς παράγοντες.
Γενικότερα, οι ψυχολόγοι και οι λογοθεραπευτές υποστηρίζουν ότι ο λόγος είναι η ικανότητα αυτή που μας καθορίζει ως άτομα, αφού μέσω αυτής εκφράζουμε την ατομικότητά μας, τα συναισθήματά μας (αρνητικά ή θετικά) και τη συμφωνία ή τη διαφωνία μας με ό,τι συμβαίνει γύρω μας και ό,τι αντιλαμβανόμαστε. Για την πλειονότητα των παιδιών η εκφορά του λόγου είναι πηγή χαράς και ανακούφισης, γιατί έτσι εκφράζουν όσα επιθυμούν, αρνητικά ή θετικά, χωρίς να πιέζονται. Ειδικά, όταν τα παιδιά ξεκινούν να μιλάνε και να επικοινωνούν, ο λόγος είναι το καλύτερο δώρο… γιατί έτσι μπορούν να ζητήσουν αυτό που θέλουν και να γίνουν άμεσα κατανοητά.
Βέβαια, υπάρχουν και παιδιά που δεν μπορούν εύκολα να αποδεχτούν τα αρνητικά αισθήματα και τους φόβους που μπορεί να κρύβουν μέσα τους. Για παράδειγμα, κάποια παιδιά πιστεύουν ότι αν εκφράσουν θυμό ή κάποιο άλλο αρνητικό συναίσθημα, θα χάσουν την εύνοια των γονιών ή των αγαπημένων προσώπων τους, αν εκφράσουν το φόβο που νιώθουν για κάτι, κάποιος θα τους κοροϊδέψει ή θα τους υποτιμήσει.
Έτσι, ό,τι αρνητικό θέλει να εκφράσει το παιδί το κρατάει μέσα του προκαλώντας μία τρομερή εσωτερική ένταση. Ενώ το παιδί λοιπόν μπορεί να φαίνεται καλόβολο και γλυκό, μέσα του μπορεί να κρύβει άγχος και ένταση. Αυτή η σύγκρουση ανάμεσα στο πώς «πρέπει» να φαίνεται και σ αυτό που αισθάνεται εκδηλώνεται στο σώμα και στην ομιλία, αφού δεν μπορεί να εξωτερικευτεί κάπως αλλιώς. Ο τραυλισμός ουσιαστικά είναι το σύμπτωμα ή, καλύτερα, το αποτέλεσμα αυτής της εσωτερικής σύγκρουσης.
Τι μπορούν και πρέπει να κάνουν οι γονείς;
Υπάρχουν κάποια πράγματα τα οποία οι γονείς πρέπει να προσέχουν τόσο πριν, όσο και μετά την εμφάνιση του τραυλισμού. Το βασικότερο απ΄ όλα είναι να δίνουν προσοχή περισσότερο στο τι θέλει να πει το παιδί, παρά στον τρόπο που το λέει. Έτσι, θα μπορεί να αναπτυχθεί πραγματικός διάλογος για όσα απασχολούν το παιδί και μέσω του διαλόγου το παιδί θα μπορεί να εξωτερικεύσει τόσο τα θετικά, όσο και τα αρνητικά συναισθήματα. Είναι αναγκαίο το παιδί να μπορέσει να μιλήσει για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, χωρίς φόβο και άγχος. Ακόμα πιο σημαντικό είναι οι γονείς να συζητούν με το παιδί το πρόβλημα του τραυλισμού (εφόσον αυτό υπάρχει) και όχι να συμπεριφέρονται σαν να μην υπάρχει. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι το παιδί καταλαβαίνει ότι έχει κάποιο πρόβλημα και όταν δεν το συζητάμε μαζί του, είναι σαν να το «κοροϊδεύουμε». Μέσα σ ένα τέτοιο πνεύμα επικοινωνίας, οι γονείς δεν πρέπει να κατακρίνουν τα λάθη που κάνει το παιδί στο λόγο του, ούτε να του ζητάνε να «το πει ξανά σωστά».
Ποια είναι η καλύτερη θεραπεία;
Η θεραπεία για ένα πρόβλημα σαν τον τραυλισμό εξαρτάται από την οικογένεια. Οι γονείς είναι αυτοί που θα εντοπίσουν το πρόβλημα και θα αποταθούν σε κάποιον ειδικό για τη λύση του. Η καλύτερη περίοδος για να συμβουλευτεί ένας γονιός κάποιον ειδικό είναι συνήθως 2 με 3 μήνες μετά από την εμφάνιση του προβλήματος στα μικρά παιδιά και ακόμα πιο νωρίς στα μεγαλύτερα. Γεγονός είναι ότι όσο πιο νωρίς αναφερθεί το πρόβλημα, τόσο πιο εύκολα θα αντιμετωπιστεί.
Τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν οι γονείς είναι:
1. Η ψυχολογική υποστήριξη του παιδιού είναι το πρώτο βήμα, ώστε εμείς να εντοπίσουμε και το παιδί να εκφράσει αυτήν την εσωτερική σύγκρουση που κρύβει.
2. Η οικογενειακή θεραπεία μπορεί να λύσει προβλήματα επικοινωνίας ανάμεσα στους γονείς και το παιδί, ιδιαίτερα όταν είναι σε μικρή ηλικία (3-4 χρονών). Βασικός στόχος είναι οι γονείς να βοηθήσουν το παιδί τους να εκφράσει και να ξεπεράσει τις φοβίες ή τα άγχη του.
3. Βέβαια, αναγκαία θεωρείται και η λογοθεραπεία (ιδιαίτερα στα μεγαλύτερα παιδιά και τους εφήβους) με την οποία εφαρμόζονται τεχνικές χαλάρωσης, ασκήσεις της φωνής και ρύθμιση της αναπνοής. Η λογοθεραπεία διαρκεί λιγότερο και έχει πιο άμεσα αποτελέσματα συγκριτικά με την ψυχοθεραπεία. Ωστόσο, ενώ η λογοθεραπεία αντιμετωπίζει μόνο τα συμπτώματα, η ψυχοθεραπεία αντιμετωπίζει τα αίτια του προβλήματος. Έτσι, ο συνδυασμός των δύο είναι ουσιαστικά η πιο αποτελεσματική θεραπεία.
Οι τέσσερις φάσεις ανάπτυξης του τραυλισμού
Υποστηρίζεται ότι η πιθανότητα εμφάνισης του τραυλισμού εντοπίζεται στις ηλικίες μεταξύ 18 μηνών και 12 ετών. Η εξέλιξή του είναι σταδιακή και, κατά τους ειδικούς, περνά από τέσσερα βασικά στάδια:
1) Στην προσχολική ηλικία το πρόβλημα είναι περιστασιακό και εμφανίζεται συνήθως όταν το παιδί είναι ταραγμένο ή βιάζεται να πει πολλά. Βέβαια, τότε τα συμπτώματα που παρουσιάζει το παιδί δεν δημιουργούν τόσα προβλήματα, γιατί το επικοινωνιακό τους περιβάλλον είναι ακόμα περιορισμένο.
2) Τα προβλήματα είναι πιο έντονα όταν το παιδί αρχίσει να πηγαίνει σχολείο, αφού εκεί εκδηλώνονται σε περισσότερες καταστάσεις: Είτε στην επικοινωνία με τη δασκάλα, είτε με τις καινούριες παρέες στο παιχνίδι, το πρόβλημα θα κάνει την εμφάνισή του και το παιδί θα βρεθεί αμέσως σε δύσκολη θέση. Γιατί τώρα θα έχει ένα χαρακτηριστικό που θα το ξεχωρίζει από τα αλλά παιδιά…
3) Όταν πια το παιδί έχει φτάσει στο σημείο να αναγνωρίζει ότι κάποιοι φθόγγοι, συλλαβές ή λέξεις τού δημιουργούν δυσκολίες, αρχίζει να αποφεύγει τη χρήση τους και, κατά συνέπεια, αρχίζει να αισθάνεται άσχημα με το πρόβλημά του. Δεν ξέρει πώς να το αντιμετωπίσει… και πολύ λίγοι είναι εκείνοι που θα το βοηθήσουν και δεν θα το κοροϊδέψουν…
4) Στην τέταρτη και τελευταία φάση, το παιδί αποφεύγει να βρεθεί σε καταστάσεις που θα χρειαστεί να μιλήσει και, προς το τέλος της εφηβείας, ο τραυλισμός τού δημιουργεί πιο έντονα προβλήματα και αμηχανία σε καθημερινή βάση. Γιατί τότε ο λόγος γίνεται το μέσο εξερεύνησης τόσο των ερωτικών σχέσεων, όσο και ενός πολύ μεγαλύτερου κοινωνικού φάσματος.
No comments:
Post a Comment