Sunday, 19 January 2014

Υπήρχε, παιδί μου, κάποτε μια παραμυθένια χώρα…

- Υπήρχε παιδί μου κάποτε μια παραμυθένια χώρα. Μια χώρα πανέμορφη, ζηλευτή και δοξασμένη. Με αγώνες, με ιστορία, με πολιτισμό, με προσφορά στην ανθρωπότητα. Κάποτε όλοι οι άνθρωποι την ζήλευαν γι’ αυτό που ήταν. 

Τι θυμήθηκα τώρα…;
Σήμερα ούτε θέλουν να ξέρουν αν υπάρχει. 
- Όμως, υπάρχει και σήμερα; 
- Είναι σαν να υπάρχει. Στο πέρασμα των αιώνων μίκραινε … μίκραινε … μίκραινε ολοένα και περισσότερο. Πέρασαν πολλοί από πάνω της που βοήθησαν σε αυτό. Βασιλιάδες, πρωθυπουργοί, γαλονάδες και πάλι πρωθυπουργοί και πάλι γαλονάδες. Γερμανοί αυτή τη φορά. Και πλησιάζει η ώρα που θα τούς στείλουν νέους βασιλιάδες να τους βάλουν σε σειρά. Κι αυτοί Γερμανοί θα είναι.
 

 - Γιατί; Δεν μπορούν από μόνοι τους;
- Μα όχι, τα ρωτάνε αυτά; Ποτέ δεν μπόρεσαν. Ανέκαθεν έψαχναν να βρουν καινούριο ιδιοκτήτη. Και είχαν τη συνήθεια να ψάχνουν σχεδόν πάντοτε έξω από τη χώρα τους. Το μόνο που έμαθε πολύ καλά αυτός ο πρώην περήφανος λαός είναι το ξεμάτιασμα. Να δεις πόσο εύκολα βγάζει ο ένας το μάτι του άλλου, δεν θα το πιστεύεις. 

- Συνέχισε ..συνέχισε, ! Θέλω να μάθω κι άλλα…
- Που λες, σ’ αυτή την παραμυθένια χώρα σήμερα έχουν έναν σαμαρωμένο Βασιλιά. Πιο πριν είχαν έναν αλλοπαρμένο, νωρίτερα έναν μαρμαρωμένο. Ο φτωχός λαός πιστεύει ότι ο Βασιλιάς ένας είναι από χρόνια και τον λένε... Πουλημένο. Κάθε φορά αλλάζει πρόσωπο για να μην τον αναγνωρίζουν. Μυαλά όμως δεν αλλάζει. Ο φτωχός λαός συνήθισε να έχει για χρόνια τον ίδιο βασιλιά και παρά τις πίκρες που τον ποτίζει θέλει μόνο αυτόν

- Τον Πουλημένο;
- Ναι, αυτόν. Γι’ αυτό και οι υπόλοιποι αυτόν τον λαό τον λέμε Βλαμμένο.

- Οι βασιλιάδες κυβερνάνε μονάχοι τους;
- Βασικά δεν κυβερνάνε ούτε αυτοί, αλλά ας μη σε μπερδεύω. Το παραμύθι λέει για ένα μεγάλο κτίριο που το λένε κοινοβούλιο. Όπως μαρτυράει η λέξη εκεί μέσα φωλιάζει η βούληση η κοινή. Δεν θα σου πω απόψε ποια λέμε ‘κοινή’ γιατί είσαι ακόμα μικρή. Εκεί μέσα που λες μαζεύονται ψευταράδες, γελωτοποιοί, άνθρωποι της νύχτας, ψευτοδιανοούμενοι, τηλεπωλητές, μισό τρελοι, καλτσοδέτες και ανεπάγγελτοι. Όλοι θέλουν να σώσουν τον εαυτό τους και την τσέπη τους. Ο βλαμμένος λαός που λέγαμε πιο πάνω έχει ταυτίσει αυτούς με το δικό του μέλλον.

- και σε αυτο, το οπως το λες το κοινοβούλιο,  τι δουλειά κάνουν;
- Αυτοί που κυβερνούν αγωνίζονται ποιος θα γεμίσει πιο γρήγορα το δικό του σακούλι με ανέργους παιδί μου! Είναι ένας αγώνας ταχύτητας στον οποίον  ο καθενας τους τρέχει  γρήγορα προσπαθώντας να σκοτώνει τους γύρω. Σαν αυτά τα παιχνίδια που παίζετε στα κομπιούτερ εσείς τα παιδιά. Το βραβείο του νικητή είναι μια θέση παραπάνω από την προηγούμενη.

- Και οι άλλοι που δεν κυβερνούν τι κάνουν;
- Οι άλλοι προσπαθούν.. Να,  τσακώνονται συνέχεια για να μη κυβερνήσουν ποτέ.
 
- Ο λαός πως ζει;
- Όπως μπορεί και όποιος μπορεί. Οι περισσότεροι κάνουν την ίδια δουλειά: είναι άνεργοι. Αλλά είναι τέτοιο επάγγελμα η ανεργία, που όσους και να έχει ζητάει περισσότερους. Δεν σταματάει ποτέ να θέλει κόσμο, δεν σταματάει ποτέ να της στέλνουν. Αυτή είναι η πηγή των κακών που ήρθαν.
 
- Δηλαδή;
- Σε πολλούς επίτηδες φτωχούς έχουν κόψει το ηλεκτρικό και ζούνε με κεριά όπως τα παλιά παλιά χρόνια. Του χρόνου οι περισσότεροι θα ζούνε σε χαρτοκούτι. Γίνονται ληστηριασμοί των σπιτιών.
 
- Πλειστηριασμοί λέγονται  αυτο που τους πέρνουν το σπίτι; αχμ  το άκουσα στην τηλεόραση!
- Ληστηριασμοί είναι παιδί μου, από το ‘ληστεύω’ βγαίνει. Τους πήραν τις δουλειές, τα αυτοκίνητα, τα σπίτια, την υγεία, το μέλλον και στη θέση τους άφησαν  μόνο  φόρους. Με τούτα και μ’ εκείνα ο λαός θα επιστρέψει στη φύση. Θα κοιμάται στα δέντρα, σε σπηλιές, θα ανοίγει λαγούμια…

Κάθε χρόνο σε αυτό το λαό φοράνε παπούτσι ένα νούμερο μικρότερο και του λένε ‘τρέχα’. Πάνω που αρχίζει να συνηθίζει τον πόνο την επόμενη χρονιά του το βγάζουν και του φορούν ένα νούμερο πιο μικρό. Πέντε νούμερα έχει αλλάξει ίσαμε τώρα. Και σύμφωνα με το σχέδιο θα τα φορέσει όλα. Μέχρι να του σαπίσουν τα πόδια.

- Μα γιατί δεν πετάει τα παπούτσια, αφού θα τρέχει πιο γρήγορα;
- Γιατί το θέμα δεν είναι να τερματίσει. Άλλωστε μόνος του τρέχει, δεν θα τον περάσει κανείς. Το θέμα είναι να τα φοράει για να τρέχει κουτσαίνοντας και μες τα αίματα. Και, κυρίως, δεν πρέπει ποτέ να πετάξει από πάνω του τις πατερίτσες. Δάνεια τις λένε.
 
- Και δεν υπάρχει κανένας να ταρακουνήσει αυτό το λαό;
- Φαίνεται πως όχι. Οι πλούσιοι αρνούνται γιατί περνάνε καλά. Οι τραπεζίτες πληρώνονται από τους πλούσιους και δεν θέλουν να τους στενοχωρήσουν. Οι πολιτικοί δεν κάνουν τίποτα που θα στενοχωρούσε τους προηγούμενους. Ο λαός δεν θέλει να κάνει τίποτα για να μη στενοχωρήσει τους πολιτικούς, που δεν θέλουν να στενοχωρήσουν όλους τους προηγούμενους. 

- Και από ενημέρωση;
- Την ενημέρωση που υπάρχει φαντάσου την κάτι σαν υπνωτισμό. Αυτοί που έχουν ταχθεί να κρατούν ξύπνιο το λαό είναι αυτοί που τον αποκοιμίζουν. 

- Μα όλοι το ίδιο είναι;
- Όχι, ακριβώς. Στο περίπου όμως, ναι. Οι σοφοί αυτής της χώρας σώπασαν, οι πνευματικοί της άνθρωποι αποκοιμήθηκαν. Οι ποιητές της τώρα πια δεν γράφουν στίχους. Δεν γράφουν ποιήματα δεν βγάζουν στα βιβλία τις σκέψεις τους. Σήμερα πατούν κουμπιά με γράμματα ή μιλούν σε πολύχρωμα γυαλιστερά κουτιά και το μόνο που καταφέρνουν είναι να μεγαλώνουν τις αποστάσεις με το λαό. Και ο απλός λαός γυρίζει συνέχεια γύρω γύρω από τον εαυτό του αναζητώντας κάποιον, που δεν ξέρει ούτε πως θα είναι, ούτε πως τον θέλει. 

- Πρέπει κι εγω όμως τώρα για ύπνο… Εχω σχολείο το πρωί..και κάνει ήδη νύστα …Πες μου μονάχα ένα … Η ιστορία αυτή θα έχει καλό τέλος;
- Μα, παιδί μου, σου το είπα στην αρχή, παραμύθι είναι…
το βρήκαμε εδώ: mygdalia
που το πήρε από εδώ: xeimwniatikh liakada

1 comment:

  1. Χαμομιλάκι μου , ευχαριστώ για την αναδημοσίευση..
    http://xeimwniatikhliakada.wordpress.com

    ReplyDelete

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki