Wednesday, 20 July 2016

«Παιδί 10 ετών έζησα τη θηριωδία»
Attilas 1974: The Turkish Invasion

Οι τραυματικές εμπειρίες που έχει βιώσει αυτός ο άνθρωπος, δεν μπορούν να συγκριθούν με κανενός άλλου. Τα εφηβικά του χρόνια ήταν γεμάτα από εφιάλτες που βασάνιζαν κάθε στιγμή τη ζωή και τα όνειρα του. 
Όλα εκείνα τα νεκρά σώματα, το αίμα και ο πόνος, του ρήμαξαν τη ψυχή και το μυαλό. Του στέρησαν τα πάντα και του έμαθαν τι θα πει, θλίψη, απόγνωση και απελπισία. Θαμμένες μνήμες που όσα χρόνια και αν περάσουν, κάθε φορά που τις αγγίζει θα πονάνε. 
Ένα 10χρονο αγόρι με τις μεγαλύτερες πληγές στη ψυχή και στο σώμα…
«Θέλανε να μας σκοτώσουν για να μη μιλήσουμε για όσα είδαμε»
Σήμερα αποτελεί πρότυπο για όλους μας. Το μεγαλείο της ψυχής, η ευγένεια και η καλοσύνη αυτού του ανθρώπου, δεν περιγράφονται. Ένας πιλότος, που αν ποτέ η ζωή του γινόταν σενάριο για κινηματογραφική ταινία, σίγουρα κανείς δεν θα άντεχε να τη δει, θα πονούσε και θα δάκρυζε όσο ποτέ άλλοτε.

Μια 12χρονη μαθήτρια που έτυχε να ακούσει την ιστορία αυτού του άντρα, έγραψε στο τετράδιο της: «Αυτός ο άνθρωπος έχει λουλούδια στην καρδιά του. Σου δίνει πνοή και προοπτική σε κόσμους παραμυθένιους, αυτούς τους κόσμους που είναι γεμάτοι με καλοσύνη. Το μίσος του έχει θαφτεί πολύ βαθιά και γι΄αυτό έχει χαθεί. Δεν γνώρισα πολλούς τέτοιους ανθρώπους, εύχομαι μεγαλώνοντας να γνωρίσω…
Η ιστορία του Πέτρου Σουππουρή…
Ο 10χρονος Πέτρος ζούσε με την οικογένεια του στο Παλαίκυθρο (χωριό κοντά στη Λευκωσία, στην περιοχή που σήμερα είναι το αεροδρόμιο της Τύμπου). Η οικογένεια Σουππουρή είχε πέντε παιδιά, τέσσερα αγόρια και ένα κορίτσι.

Λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στο νησί εκείνες τις μέρες, φιλοξενούσαν στο σπίτι τους και την οικογένεια Λιασή.
Στις 17 Αυγούστου το 1974…

Τουρκοκύπριοι σκότωσαν μπροστά στα μάτια του 10χρονου Πέτρου, τους γονείς και τα τρία του αδέλφια.
Ο 8χρονος αδελφός του, ο Κώστας, όταν άκουσε τους πυροβολισμούς, γλίστρησε από την πίσω πόρτα και έτρεξε στο σπίτι της γιαγιάς του.

Ο Πέτρος ήταν μάρτυρας όλων όσων ακολούθησαν…
Η αυλή που μερικές μέρες πριν έπαιζε ανέμελα με τα αδέλφια του, ήταν γεμάτη από νεκρά σώματα. Πριν προλάβει καλά καλά να καταλάβει τι συνέβαινε, δέχθηκε μια ριπή που τον έριξε στο έδαφος δίπλα στον αδελφό του τον Γιάννη. Ο Πέτρος σε παλαιότερη συνέντευξή του αναφέρει: «Όταν μας πυροβόλησαν, εγώ και ο Γιάννης πέσαμε ο ένας δίπλα στον άλλον. Εγώ είχα τραυματιστεί, το ίδιο και ο Γιάννης που είχε ένα τραύμα από σφαίρα στο μάτι. Δεν θυμάμαι να κουνιόταν».

Ο Πέτρος έμεινε για ώρα αιμόφυρτος και τραυματισμένος σε τρία σημεία από τις σφαίρες. Δίπλα του νεκροί, ο πατέρας του Ανδρέας και η μητέρα του Αρετή, 40 και 39 ετών. Δίπλα τα τρία του αδέλφια, ο Γιάννης 9 ετών, ο Δημήτρης 7 ετών, και η 3χρονη Ιουλία. Στο ίδιο σημείο ήταν επίσης νεκρά και τα μέλη της οικογένειας Λιασή με το 12μηνο βρέφος τους.
Λίγο αργότερα εμφανίστηκαν Τούρκοι στρατιώτες που περιέθαλψαν τους τραυματίες και έθαψαν τους νεκρούς σε ομαδικό τάφο. Ο Πέτρος δεν ήξερε τι έγινε ο Κώστας. Τα δύο αδέλφια που γλύτωσαν, συναντήθηκαν λίγες μέρες αργότερα, αλλά ο κίνδυνος για τη ζωή τους δεν είχε απομακρυνθεί. «Θέλανε να μας σκοτώσουν για να μη μιλήσουμε για όσα είδαμε», είπε σε μια συνέντευξη ο Πέτρος. «Στο χωριό Βώνη, όπου μας είχαν μαζέψει, κάθε μέρα δολοφονούσαν Ελληνοκύπριους και βρίσκαμε τα πτώματα την επόμενη ημέρα σε διάφορα σημεία», έπειτα συνεχίζει: «Με την παρέμβαση του Γλαύκου Κληρίδη και του Ραούφ Ντενκτάς μάς παρέδωσαν στον Ερυθρό Σταυρό και μεταφερθήκαμε στις ελεύθερες περιοχές τον Σεπτέμβριο του 1974».

Μεγάλωσαν κοντά στους θείους τους και μπόρεσαν να σπουδάσουν με την οικονομική βοήθεια του Ιδρύματος Μποδοσάκη, με το οποίο τους έφεραν σε επαφή οι δημοσιογράφοι Γιάννης Μαρίνος και Ουρανία Λαμψίδου. Ο Κώστας έγινε αστυνομικός και ο Πέτρος πιλότος. Τα δυο αδέλφια μένουν με τις οικογένειά τους στη Λευκωσία.

Όταν άνοιξαν τα οδοφράγματα το 2003…
Ο Πέτρος βρήκε τη δύναμη και πήγε στο Παλαίκυθρο, στο σπίτι και στην αυλή του. Πόση δύναμη χρειάστηκε άραγε για να τα καταφέρει; Μπορεί κάποιος να φανταστεί πως ένιωσε εκείνη τι στιγμή αυτός ο άνθρωπος;

Ο κύριος Πέτρος Σαππουρής αναφέρει στο ant1iwo με περισσότερες λεπτομέρειες την ιστορία του:
«Αύγουστος του 1974…
Μπήκαν στο σπίτι μας νεαροί Τουρκοκύπριοι κρατώντας όπλα. Αρχικά, έβγαλαν τους ενήλικες από το σπίτι και τους οδήγησαν στην αυλή του σπιτιού μας. Μεταξύ αυτών, τον πατέρα μου και την μητέρα μου. Εντωμεταξύ, ένας από αυτούς, δεν κρατούσε όπλο αλλά μια μεγάλη σωλήνα αλουμινίου που κτυπούσε με δύναμη τον πατέρα μου στην πλάτη. Όταν βρέθηκε (με την ταυτοποίηση λειψάνων) διαπιστώθηκε ότι είχε σπασμένη σπονδυλική στήλη και ο λόγος ήταν τα χτυπήματα από τη σωλήνα.

Τον κτυπούσε με τόση δύναμη, που έπεφτε στο χώμα σπαράζοντας από τον πόνο. Θυμάμαι που προσπαθούσε να σηκωθεί στα πόδια του και κάθε φορά κοιτούσε τους δολοφόνους του με πόνο στα μάτια. Παράλληλα, γύριζε το κεφάλι του και προς το μέρος μας, μάς κοιτούσε και δεν έλεγε τίποτα. Τον κτυπούσουν ξανά και ξανά…
Η μητέρα μου κατάφερε να τρέξει και να φέρει από τη φάρμα ένα κουβά γάλακτος, στον οποίο έκρυβε τα χρυσαφικά της κατά τη διάρκεια της εισβολής. Τα έδωσε στους Τουρκοκύπριους εκλιπαρώντας τους να σταματήσουν και να φύγουν. Εκείνοι όμως συνέχισαν ....
............
η συνέχεια εδώ: ant1iwo

No comments:

Post a Comment

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki