Wednesday 9 January 2019

Σαράντα εννέα άτομα (για κρέμασμα) κι ένα κοριτσάκι

Την παρακάτω ανέκδοτη ιστορία διηγήθηκε στις 18-5-2017, στον ραδιοφωνικό σταθμό της Ιεράς μητροπόλεως Βεροίας Ναούσης και Καμπανίας ΠΑΥΛΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ και στην εκπομπή ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ, ο κ. Παπαδόπουλος Δημήτριος του Ευσταθίου από το Λουτροχώρι Πέλλας.
Την ιστορία αυτήν άκουσε από την μητέρα του Βαρβάρα Παπαδοπούλου. 

Τα γεγονότα εξελίσσονται στα περίχωρα της Σεβάστειας του Πόντου το έτος 1917.

Σύμφωνα με τα λεγόμενα της μάνας μου Βαρβάρας Παπαδοπούλου που είναι από τα περίχωρα της Σεβάστειας, ο θείος της εφεντήμ Αναστάς και όλο το σόι βέβαια, ήταν μάστοροι και λέγονταν Ουστάμπασης δηλ. οι μεγάλοι μάστορες.

Κάποτε ο θείος της, εφεντήμ Αναστάς ξεκίνησε για να πάει για το σπίτι, αφού τελείωσε η δουλειά, και στο δρόμο όπως πήγαινε στη γωνιά του δρόμου βλέπει μια βαλίτσα και την παίρνει. 

Αφού την ανοίγει βλέπει μέσα της ότι είχε χρυσό λίρες και χρήματα τούρκικα. 
Λέει αυτά δεν είναι δικά μου. Τα λεφτά αυτά λέει αν τα πάω στο σπίτι, πόσοι χριστιανοί θα κρεμαστούν και πόσοι θα φάνε ξύλο. Και αναγκάστηκε και τα πήγε στην αστυνομία και τα παρέδωσε.

Ο στρατηγός όταν είδε ότι στο κάρο λείπει η βαλίτσα, χάλασε τον κόσμο και ειδοποίησε την αστυνομία του τόπου. Και τότε η αστυνομία του είπε ότι βρέθηκε η βαλίτσα. Κάποιος ρωμαίος Χριστοφορίδης Αναστάσιος βρήκε τη βαλίτσα. Ο τούρκος στρατηγός απ’ ευθείας γύρισε πίσω, ήρθε απάνω και είπε:
 Φέρτε τον ρωμαίο εδώ να τον δω.

Πήγε ο ρωμαίος κοντά του και του λέει:
— Ρωμαίε είσαι καλός άνθρωπος για να παραδώσεις τόσα λεφτά και το χρυσό που είναι μέσα. Πάει να πει πως είσαι πολύ καλός άνθρωπος. 
Και συνέχισε.— Τα μισά λεφτά είναι δικά μου, τα μισά είναι δικά σου.

Λέει ο θείος μου. 
— Εγώ αν πάρω τα λεφτά στο σπίτι δεν θα προλάβω να πάω, αυτοί θα με σκοτώσουν.

Λέει:

— Εφεντήμ τα λεφτά αυτά δεν είναι δικά μου. Είναι δικά σου. Εγώ θέλω ένα καλό από σένα. Αν μπορείς να το κάνεις.— Τι καλό θέλεις του λέει ο Τούρκος στρατηγός.— Θέλω, λέει, στη Ζάρα, την Κυριακή θα κρεμάσουν πενήντα άτομα. Μπορείς να τους κατεβάσεις από την κρεμάλα;

Και ο τούρκος στρατηγός λέει:
— Και τι είναι αυτό. 
Αμέσως κάθεται και γράφει ένα χαρτί και του λέει. Εσύ κρεμάς, εσύ κατεβάζεις από την κρεμάλα. Ό,τι λες γίνεται.

Ο θείος πήρε το χαρτί και την άλλη μέρα έφυγε για τη Ζάρα. Όταν πήγε στη Ζάρα, είδε ότι βαλαν τις θηλιές στο λαιμό των χριστιανών. Αυτός φώναξε από εκεί. Γιατί την τελευταία στιγμή σε λένε τι έχεις να πεις. 
Πρόλαβε ο θείος και μόλις φώναξε.
— Εσύ ποιος είσαι, τι θέλεις. 
Αυτός τους έδειξε το χαρτί. Μόλις έδειξε το χαρτί και το είδανε, ου… αμέσως τους κατέβασαν απ’ την κρεμάλα.

Αυτοί οι άνθρωποι ζήτησαν να μάθουν ποιος είναι αυτός που τους έσωσε. Τελικά μάθανε ότι είναι ο εφεντήμ Αναστάσης Χριστοφορίδης. 
Τα πενήντα άτομα, σαράντα εννέα ήταν μεγάλοι κι ένα κορίτσι ήταν 12 χρονών. Πενήντα άτομα με το κοριτσάκι θα τους κρεμούσανε όλους αυτούς.
Με τον καιρό κάποτε η μάνα μου ήρθε στην Ελλάδα. Παντρεύτηκε τον πατέρα μου, έκανε κι εμένα τον Δημήτριο Παπαδόπουλο. Κι έτυχε να πάω στη Σκύδρα να πουλάω γουρουνάκια. Κοντά μου και μια άλλη κυρία. Και η κυρία αυτή πουλούσε γουρουνάκια. Πιάσαμε την κουβέντα.
Μου λέει: Παιδί μου από που είσαι;
Λέω:
— Θεία από το Λουτροχώρι είμαι.
Λέει:
— Πως είναι (στο όνομα) ο πατέρας σου και τη μάνα σου;.— Τον πατέρα μου λένε Ευστάθιο Παπαδόπουλον και την μάνα μου Βαρβάρα Παπαδοπούλου.

Λέει:
— Η Βαρβάρα του Ουστάμπαση;
Λέω:
— Ναι.— Ουχ… γουρπάν εσένα και το σόι σου . Με αγκάλιαζε και …κλαίει, φωνάζει…

Λέω: 
— Τι έπαθες θεία;

Λέει: 
 Ο Εφεντήμ Αναστάσιος ζει;— Όχι λέω. Πέθανε. Και οι άλλοι μου θείοι πέθαναν.

Λέει: 
— Σαράντα εννέα άτομα, πενήντα ήμασταν. Σαράντα εννέα άτομα ήταν μεγάλοι και εγώ 12 χρονών κοριτσάκι λέει και θα κρεμούσαν κι εμένα. Και ο εφεντήμ Αναστάσης αυτός μας κατέβασε από την κρεμάλα.

Τότες είπα η μάνα μου αυτά που με είπε είχε δίκιο. Και έλεγα δεν πιστεύω ο τούρκος να έχει τέτοια (φιλανθρωπία) προς τους Χριστιανούς. Κι όμως απεδείχθη ότι ήταν όλα αλήθεια.

asimantiellada
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

No comments:

Post a Comment

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki