Η Πρωτομαγιά
Σηκωθείτε παιδιά πάτε στο Μάη.
Ω να ήχα κ’ εγώ την ξεγνοιασιά σας,
τη δύναμη, τα νηάτα τα δικά σας,
νάλθω κ’ εγώ μ’ εσάς, έξω στο πλάι.
Ντροπή σ’ όποιονε νέο, ή νέα δεν πάει,
αφήσετε σ’ εμάς τους γέροντάς σας
την έγνοια του σπητιού παρ’ τε κοντά σας να φάτε,
και να δόσετε να φάη ανθρώπου ή ζώου, ό,τινος δεν έχει.
Χαιρόσθενε, και κάνετε να χαίρεται ο κόσμος όλος.
Ο Θεός μας βρέχει απάνου σ’ όλους όμοια.
Και να ξέρετε ότι κάθε ευχαριστία μοιρασμένη,
Ο Απρίλης πάει, καλώς το Μάη τον ανθερό.
Καλώς -μου- τόνετον ώμορφόνετον παιδιακό.
Καλώς -μου- τόνετου γαϊδαρώνετον παντρευτή.
Που στολισμένος σαν ερωμένος, άνθια κρατεί.
Που στολισμένος σαν ερωμένος, άνθια κρατεί.
Καλώς του Μάη το ταρνανάι και τση χαρές.
Τρέξτε κοπέλες κάνετε τρέλες στες εξοχές.
Πάμε να ιδούμε αν ημπορούμε κ εμείς προεστοί,
Πάμε να ιδούμε αν ημπορούμε κ εμείς προεστοί,
με τες προεστές μας συζυγισές μας ζευγαρωτοί.
Μα βασταζόμενα τα χρειαζόμενα στην ηλικία,
όσα και ο Κρόνοςτου τότε αιώνος τα είχε χρεία,
στα θεοβούλια. όταν συμβούλια είχαν οι Θεοί.
στα θεοβούλια. όταν συμβούλια είχαν οι Θεοί.
Κ εκει ό το θείον πιστό του αγγείον έφερν εκεί.
Μα οι κοπελούλες με τση ομπρελούλες τες πλουμιστές,
σαρτοκοπώντας και τραγουδώντας στες λαγγαδιές,
να κάνουν τρέλες ωσάν τις φέλες, μεσ στα σπαρτά,
και να γοητεύουν και να ερωτεύουν
και να γοητεύουν και να ερωτεύουν
κάθε καρδιά.
Α, Μάη, Μάη, τι μου θυμάει η πρώτη αυτή!..
Α, Μάη, Μάη, τι μου θυμάει η πρώτη αυτή!..
Μια σου πρώτη με κληροδότη εις τη ζωή.
Εδώ και τώρα καλή μας ώρα τέτοιον καιρό.
Χρόνια για μένα σωστά κλεισμένα Βδομήντα οχτώ.
Ο Γιάννης κι ο Μαρής μιλούνε κι απορείς
- Καλώς το μήνα τον τρελό, καλώς τονε το Μάη,
που δεν υπάρχει γάιδαρος να μην τον πιθυμάει.
Καλώς το μήνα της χαράς με το ξανθό τ’ αστάχυ,
που σε καημούς ερωτικούς κι εμάς
τους δήθεν λογικούς κι όλα τα ζώα τάχει.
Να ο Μάης ο Χρυσός να ο μήνας πώχει χάρη
Να ο Μάης ο Χρυσός να ο μήνας πώχει χάρη
κι ογκανίζουν περισσώς ερωτόληπτοι γαϊδάροι.
Να ο μήνας με τα ρόδα φέρων άφατον χαράν
και συγχρόνως και τη μόδα φορεμάτων τρανσπαράν.
- Να καταλάβω δεν μπορώ τι διάολο σε πιάνει
και κάνεις το φιλόσοφο συχνά-πυκνά βρε Γιάννη;
Αλληγορίες μη μου λες, παρά συντόμους πέσ’ μου
πως εδιασκεδάσανε τα μέλη του Συνδέσμου.
- Ο Σύνδεσμος των εργατών που το νησί τιμάει
εφέτο του εγιόρτασε περίφημα το Μάη.
Εβγήκε με τη μουσική το χάραμα στη Λάσση
και μη ρωτάς τι έγινε με το γυναικολάσι.
Όλες ετρέξανε να ιδούν στη Λάσση τι θα γίνει
και μία στο κρεβάτι της δεν ‘μπόρεσε να μείνει.
Όλες ασηκωθήκανε π’ ακούσαν την τρουμπέτα
κι αφήσανε τους άνδρες τους μονάχους στην κουκέτα.
(«ΖΙΖΑΝΙΟ» 6/5/1906 Αριθμός Φύλλου 402)
No comments:
Post a Comment