Αντέχω ρε Νικόλα. Αντέχω. Καλή αντάμωση. |
—Πάω βόλτα στον Νικόλα, 55 χρόνια σήμερα.
—Πρωί πρωί;
—Θα πιούμε μαζί καφεδάκι να του πω και τα νέα μας. Σκασμένος θα είναι αν τα βλέπει.
Παίρνω και μια ζακέτα φεύγοντας γιατί είναι νωρίς και κάνει ψύχρα. Εκεί πάνω θα φυσάει κιόλας, άσε μη πιάσω καμιά πούντα και με ξαπλώσουν δίπλα του.
Αφήνω το αμάξι μέσα από τα τείχη και ανεβαίνω την ανηφόρα. «Τσάμπα έβαλα την ζακέτα», σκέφτομαι «ζέστη σήμερα».
Φτάνω κάθομαι πάνω στις πλάκες δίπλα στην επιγραφή «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος». Πριν λίγο πρέπει να ποτίστηκε και το γκαζόν. Λάμπουν οι δροσοσταλίδες.
Ανοίγω τον καφέ.
—Μόνο φραπέ έχει το κατάστημα Νικόλα. Ξέρω δεν σου κάνει κέφι.
Τα τετραθέμελα του κόσμου τούτου: ψωμί, κρασί, φωτιά, γυναίκα.
—Και καφές Νικόλα. Μη ξεχνάς τον καφέ.
Ακουμπώ το χέρι στις πλάκες. Είναι παγωμένες απ’ το αγιάζι τα ξημερώματα.
—Α ρε Νικόλα ή εσύ έφυγες νωρίς, ή εγώ άργησα. Ευτυχώς που την κοπάνησες. Ήθελα να ήξερα αν τώρα, σε αυτήν την εποχή θα είχες καμιά ιδέα να μας πεις;
Δεν υπάρχουν ιδέες - υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες - κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τους κουβαλάει.
—Καλά καλά, αυτά περνούσανε στην εποχή σου. Στην εποχή μου οι νάνοι καμώνονται για γίγαντες. Μας ξεπουλάνε Νικόλα, δεν τα ‘μαθες;
Η Ελλάδα επιζεί ακόμα, επιζεί νομίζω μέσα από διαδοχικά θαύματα.
—Όπως το λες. Θαύμα είναι που στεκόμαστε ακόμα. Έχουν πέσει όλοι πάνω μας σαν τα κοράκια.
Ό,τι εμείς οι άνθρωποι λέμε πόλεμο για την πίστη και την πατρίδα, τα κοράκια το λένε φαγοπότι - και ό,τι εμείς λέμε ήρωα, τα κοράκια το λένε νόστιμο κρέας.
—Και τι θα γίνει ρε Νικόλα; Δηλαδή πάντα εμείς οι «μικροί» θα είμαστε οι αδικημένοι;
Καλή 'ναι η δικαιοσύνη, μα για τους αγγέλους - ο άνθρωπος ο κακομοίρης δεν αντέχει, θέλει έλεος... Μπας και βρίσκεται στον πάτο της Κόλασης, Κύριε, η πόρτα της Παράδεισος;
—Θα βάλουμε και τον Θεό τώρα στην κουβέντα; Άστον, καλά είναι εκεί που είναι. Αυτός καλά τα έχει καμωμένα. Εμείς τα κάναμε μαντάρα. Σαν τα ζώα τους ψηφίζαμε τόσα χρόνια. Εσύ ρε Νικόλα, για πες, ποια πολιτική θα υποστήριζες;
Δεν έχω πολιτικό σύστημα. Δε μισώ κανένα, αυτή είναι η ιδεολογία μου.
—Σε είχα για πιο έξυπνο. Στο ξαναλέω, πάλι καλά που την έκανες. Δεν θα άντεχες.
Η πέτρα, το σίδερο, το ατσάλι δεν αντέχουν. Ο άνθρωπος αντέχει.
—Μέχρι πότε ρε Νικόλα; Γονατίσαμε πια κι αυτοί ακόμα φορτώνουν. Φορτώνουν εμάς, κλέβουν αυτοί. Ως πότε;
Aπό τα καλά κερδεμένα παίρνει ο διάολος τα μισά - από τα κακά κερδεμένα, παίρνει και το νοικοκύρη.
—Μωρέ άμα τον έπαιρνε θα υπήρχε και ένα αίσθημα δικαίου στον κόσμο. Ότι αξίζουν όλες αυτές οι θυσίες. Ότι κάτι καλό θα βγει στο τέλος.
Υπάρχει στον κόσμο τούτον ένας μυστικός νόμος - αν δεν υπήρχε, ο κόσμος θα ‘ταν από χιλιάδες χρόνια χαμένος - σκληρός κι απαραβίαστος: το κακό πάντα στην αρχή θριαμβεύει και πάντα στο τέλος νικάται.
—Κι αν δεν νικηθεί Νικόλα; Τι θα χεις να μου πεις τότε; Ε;
Ήταν μια ωραία καταστροφή.
—Με υποχρέωσες. Άντε, πάω στη δουλειά. Θα τα πούμε σύντομα. Θέλεις τίποτα πριν φύγω;
Σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ’ όλους τους σωτήρες· αυτή ‘ναι η ανώτατη λευτεριά, η πιο αψηλή, όπου με δυσκολία αναπνέει ο άνθρωπος. Αντέχεις;
—Αντέχω ρε Νικόλα. Αντέχω. Καλή αντάμωση.
Πηγή: greekstars.co
Σημείωση: Νίκος Καζαντζάκης (18 Φεβρουαρίου 1883 - 26 Οκτωβρίου 1957)
No comments:
Post a Comment