Ὁ
Ἀκύλας κατήγετο ἀπό τόν Πόντο καί εἶχε νυμφευθεῖ τή Ρωμαία Πρίσκιλλα
στή Ρώμη, ὅπου καί ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ σκηνοποιοῦ. Ἴσως νά εἶχαν
ἤδη ἀσπασθεῖ τόν χριστιανισμό, ὅταν ὁ Ρωμαῖος αὐτοκράτορας Κλαύδιος τό
ἔτος 49 - 50 εἶχε διατάξει νά φύγουν ἀπό τή Ρώμη ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι ὡς
ταραχοποιοί.
Ἐπειδή ὁ Ἀκύλας ἦταν Ἰουδαϊκῆς καταγωγῆς, ἀναγκάστηκε μέ
τή σύζυγό του νά φύγουν καί νά ἐγκατασταθοῦν στήν Κόρινθο, ἡ ὁποία τότε
ἦταν πολυάνθρωπη πόλη. Μέ αὐτό τό ζευγάρι συνδέθηκε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος
τό ἔτος 51/52 κατά τήν Β΄ἀποστολική του περιοδεία, ὅταν μετά τήν Ἀθήνα
γιά πρώτη φορά ἐπισκέφθηκε τήν Κόρινθο.Ἦταν σκηνοποιοί καί ὁ Ἀπόστολος γνώριζε τήν τέχνη τους. Μένοντας στό σπίτι τους ἐργαζόταν μαζί τους, ἐπειδή κατά τή συνήθειά του δέν ἤθελε νά ἐπιβαρύνει κανέναν καί μέ τά χέρια του ἐξοικονομοῦσε τά ἀπαραίτητα γιά τή συντήρησή του, καθώς καί τῶν συνεργῶν του. Πολύ σύντομα ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα ἐντυπωσιάσθηκαν ἀπό τήν προσωπικότητα τοῦ φιλοξενουμένου τους, ἀπό τή σοφία του, τή νομομάθεια, τά πολλά πνευματικά καί ψυχικά του χαρίσματα καί πρό παντός ἀπό τή φλόγα του νά μεταδώσει σέ ὅλους τήν πίστη του στόν Μεσσία Χριστό. Μέ ἐνδιαφέρον ἀμείωτο ἄκουγαν καθημερινά τόν Ἀπόστολο, τήν ὥρα τῆς δουλειᾶς, νά τούς μιλάει γιά τόν Ἰησοῦ, νά τούς ἑρμηνεύει τούς Προφῆτες καί νά τούς ἀποκαλύπτει τό προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου. Ὁ λόγος του ἔπεφτε στίς καρδιές τους σάν σπόρος σέ ἔφορη γῆ. Μέρα μέ τή μέρα ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα συναρπάζονταν ἀπό τό εὐαγγέλιο πού κήρυσσε ὁ συνεργάτης τους. Ἀλλά προπαντός τούς ἐντυπωσίαζε τό παράδειγμά του.
Ἔτσι ὅταν ὕστερα ἀπό δεκαοκτώ μῆνες παραμονῆς στήν Κόρινθο ὁ Ἀπόστολος ἔφυγε, ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα ἦσαν πνευματικά ὥριμοι νά ἐργασθοῦν γιά τή μετάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στά ἔθνη. Ὁλοπρόθυμα, λοιπόν, πῆραν τήν ἀπόφαση νά τόν ἀκολουθήσουν καί νά τεθοῦν στήν ὑπακοή του. Δίχως δισταγμό ἄφησαν τό σπιτικό τους καί τό ἐργαστήρι τους, γιά νά ὑπηρετήσουν τόν Χριστό καί νά ὑποστοῦν κόπους, διώξεις, κινδύνους ἀπερίγραπτους.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἐπειδή εἶχε ἐκτιμήσει τά μορφωτικά καί πνευματικά προσόντα τοῦ ζεύγους καί πρό παντός τήν πίστη τους καί τήν ἀγάπη τους πρός τόν Χριστό καί τούς εἶχε πλέον ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη, τούς ἄφησε στήν Ἔφεσο, μέ τήν παραγγελία νά συνεχίσουν τό ἱεραποστολικό ἔργο καί νά προπαρασκευάσουν τό ἔδαφος γιά τή μελλοντική ἱεραποστολική του δράση, καί ἐκεῖνος συνέχισε τό ταξίδι του πρός τά Ἱεροσόλυμα.
Στήν Ἔφεσο ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα γνώρισαν τόν Ἀλεξανδρινό λόγιο Ἀπολλώ, πού ἦταν βαθύς γνώστης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καί παρ’ὅλον ὅτι εἶχε λάβει μόνον τό βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, μέ ζῆλο καί θάρρος δίδασκε γιά τόν Ἰησοῦν. Τόν κάλεσαν στό σπίτι τους καί τοῦ δίδαξαν μέ πιό μεγάλη ἀκρίβεια τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Καί ἐκεῖνος δέχθηκε ταπεινά τήν κατήχησή τους γιά τόν Χριστό, ἔγινε συνειδητός χριστιανός καί ἐξελίχθηκε σέ πειστικό κήρυκα τοῦ Εὐαγγελίου καί πολύτιμο συνεργάτη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Τό ἱεραποστολικό ζευγάρι, ὅπως ἦταν φυσικό, ἀφοῦ ἀκόμη δέν ὑπῆρχαν ναοί, διέθετε τό σπίτι του γιά τίς εὐχαριστιακές συνάξεις τῶν χριστιανῶν τῆς Ἐφέσου. Ἐπίσης αὐτοί φιλοξενοῦσαν τόν Ἀπόστολο Παῦλο κάθε φορά πού πήγαινε στήν Ἔφεσο. Ὅταν δέ, ξεσηκώθηκαν οἱ εἰδωλολάτρες τῆς Ἐφέσου καί ἐπεδίωκαν νά ἐξοντώσουν τόν Ἀπόστολο Παῦλο, ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα «γιά νά τόν σώσουν ἀπό θανάσιμον κίνδυνον ἔβαλαν τό κεφάλι τους κάτω ἀπό τό μαχαίρι καί διέτρεξαν κίνδυνον νά σφαγοῦν», ὅπως γράφει ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος στούς χριστιανούς τῆς Ρώμης (Ρωμ. 16, 4). Πάντοτε ὁ Ἀπόστολος ἐξέφραζε τήν εὐγνωμοσύνη του πρός τούς δυό πιστούς καί ἀφοσιωμένους συνεργάτες του καί δέν παρέλειπε μέ ἐπαινετικά λόγια γι’αὐτούς μέσω τῶν ἐπιστολῶν του, νά τούς στέλνει τούς χαιρετισμούς του.
Ἀλλά τό ἱεραποστολικό αὐτό ζευγάρι δέν περιόριζε τή δράση του μόνο στήν Ἔφεσο. Ὅπου ὑπῆρχε ἀνάγκη, ἔσπευδε νά βοηθήσει τόν Ἀπ. Παῦλο. Ἔτσι τό ἔτος 56 βρέθηκαν πάλι στή Ρώμη, γιά νά προετοιμάσουν τήν ἄφιξη τοῦ Παύλου, ὁ ὁποῖος εἶχε μεγάλη ἐπιθυμία νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιο καί στήν πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας. Δυστυχῶς ὅμως μάταια περίμεναν ἐκεῖ τόν Ἀπόστολο, γιατί στά Ἱεροσόλυμα ὅπου πῆγε, πρίν κατευθυνθεῖ στή Ρώμη, τόν βρῆκαν μεγάλοι πειρασμοί. Γλύτωσε τόν θάνατο ἀπό τούς φανατικούς Ἰουδαίους, ἀλλά ὄχι τή φυλακή, ὅπου κρατήθηκε δυό χρόνια, ὥσπου νά ἀποφασισθεῖ ἡ μεταφορά του στό αὐτοκρατορικό δικαστήριο. Ἔτσι ὁ Ἀκύλας μέ τήν Πρίσκιλλα ἐπέστρεψαν στήν Ἔφεσο νά βοηθήσουν τόν νεοεγκατεστημένον ἐκεῖ Ἐπίσκοπο Τιμόθεο. Γι’ αὐτό, ὅταν ἀργότερα ἀπό τή Ρώμη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔγραφε τήν πρός Τιμόθεον Β΄ Ἐπιστολή, μέσα ἀπό τή φυλακή, ἔστελνε τούς χαιρετισμούς του πρός τό ζεῦγος τῶν συνεργατῶν του (Β΄Τιμ. 4, 19).
Στήν κωμόπολη αὐτή, πού ἀπέχει 42 χλμ. ἀπό τή Σπάρτη (Isparta, ἕδρα τοῦ ὁμώνυμου Νομοῦ σήμερα), σώζεται ὁ λιθόκτιστος Ναός τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος. Στόν Νάρθηκα τοῦ Ναοῦ φυλάγονταν τά ἱερά Λείψανα τῶν Ἁγίων Ἀκύλα καί Πρίσκιλλας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν μαρτυρήσει στήν ἀρχαία Σέλγη τῆς Πισιδίας. Δυστυχῶς οἱ κάτοικοι τῆς Πάρλας, καλοκάγαθοι καί εὔπιστοι ἄνθρωποι, ξεγελάστηκαν ἀπό κάποιον ἀπατεώνα, ὁ ὁποῖος ἔκλεψε τά ἱερά λείψανα κατά ἀπαράδεκτο καί ἀκατανόητο τρόπο. Κατόπιν αὐτοῦ, τά ἄρρενα παιδιά τῆς Πάρλας, ὅταν ἔφθαναν στήν ἡλικία τῶν δέκα ἐτῶν, πέθαιναν. Συμβουλεύτηκαν τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τό ὁποῖο τούς συνέστησε νά ἁγιογραφήσουν τήν εἰκόνα τῶν Ἁγίων καί νά τήν θέσουν σέ προσκύνηση στόν ναό τους, στή θέση πού ἦταν τά ἱερά τους λείψανα. Ἔτσι καί ἔγινε. Καί τό κακό σταμάτησε.
Τούς Ἁγίους Ἀκύλαν καί Πρίσκιλλα τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας ὡς Ἀποστόλους καί Μάρτυρες τή 13η Φεβρουαρίου καί τόν Ἅγιον Ἀκύλαν χωριστά καί τή 14ηνἸουλίου.
[1] Μ.Ε.Η τόμ. 15, σελ. 558.
Ὁ ναός τοῦ Ἁγ. Θεοδώρου στήν Πάρλα Πισιδίας, ὅπου φυλάσσονταν τά ἱερά Λείψανα τῶν Ἁγίων Ἀκύλα καί Πρίσκιλλας.
ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
ΑΚΥΛΑ ΚΑΙ ΠΡΙΣΚΙΛΛΗΣ
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ἦχος γ΄ Θείας πίστεως.
Τό
θεόλεκτον ζεῦγος τιμῶμεν, θείαν Πρίσκιλλαν, σύν τῷ Ἀκύλᾳ, ἀροτῆρας τῶν
ἀνθρώπων καί κήρυκας, τούς ὁμοτέχνους καί Παύλου ὁμόφρονας, καί
συνεκδήμους ἐν ἔργῳ τῆς χάριτος· ζεῦγος ἔνθεον, Χριστόν τόν Θεόν
ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Ἦχος γ΄ Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τόν
Ἀκύλαν ἅπαντες, σύν τῇ Πρισκίλλῃ τιμῶμεν, θεοκλήτους κήρυκας, καί
συνεργούς θείου Παύλου· πάνυ γάρ, ἐξ Ἰουδαίων Χριστόν τιμῶσι, Παῦλον δέ,
οὗτοι ξενίζουσιν ἐν Κορίνθῳ, Ἀτταλείας τε καί Ρώμης κλεινοί Προστάται,
καί ἀρωγοί θαυμαστοί.
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ
Ἀκύλαν
τιμήσωμεν ἐν ὠδαῖς, σύν θείᾳ Πρισκίλλῃ, συνεκδήμους καί συνεργούς,
Παύλου Ἀποστόλου, βλαστούς δέ τῆς Ρώμης, τοῦ Λόγου ἀροτῆρας, λαμπρούς τε
κήρυκας.
Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας
Ὅταν
ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦλθε στὴ Νικόπολη τῆς Ἠπείρου, ἀπέστειλε ἀπὸ ἐκεῖ
στὸ νησὶ τῆς Λευκάδος τὸ συνεργάτη του Ἀπόστολο Ἀκύλα. Ὁ νέος κήρυκας
τῆς πίστεως ἀποβιβάσθηκε στὸ τότε ρωμαϊκὸ λιμάνι, ποὺ ἐξυπηρετοῦσε τὴν
ἐπικοινωνία μὲ τὸν Ἀμβρακικό, στὴ σημερινὴ παραλία τοῦ Ἅη – Γιάννη. Σὲ
ἕνα σπήλαιο τῆς παραλίας, λόγῳ τοῦ χειμῶνος, ὁ Ἅγιος Ἀκύλας συγκέντρωσε
τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἐποθοῦσαν νὰ διδαχθοῦν τὴ νέα διδασκαλία.
Σύντομα ὁ Ἅγιος Ἀκύλας ἀνεχώρησε ἀπὸ τὴ Λευκάδα γιὰ τὴν Ἔφεσο καὶ τὸν
διαδέχθηκε ὁ Ἀπόστολος Ἡρωδίων.
Ἔτσι
λοιπόν, οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἐργάσθηκαν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ
λόγου τοῦ Κυρίου καὶ μὲ τὴ μεγάλη τους πίστη στὸν Χριστὸ ἐπιτέλεσαν
πολλὰ θαύματα. Κατὰ τὴν παράδοση ἔλαβαν καὶ αὐτοὶ μαρτυρικὸ τέλος,
καταδικασθέντες στὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο. Ἄλλοι Συναξαριστὲς
θεωροῦν, ὅτι ἐτελείωσαν τὸ βίο τους μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἀκύλας τιμᾶται ἰδιαίτερα στὴ νῆσο τῆς Λευκάδος.
Ὁ Ἅγιος Ἀκύλας τιμᾶται ἰδιαίτερα στὴ νῆσο τῆς Λευκάδος.
No comments:
Post a Comment