Sunday 21 October 2007

Οι άλλοι πρωταγωνιστές - «Σας πήρα γιατί σας αγαπούσα»

«Οι ιδέες μου δεν μου επέτρεπαν να δεχτώ ότι υπάρχουν παιδιά κλεισμένα σε ιδρύματα»

Την κυνηγούσα εδώ και μήνες. Η ιστορία της είχε φτάσει στα αυτιά μου σαν θρύλος. «Στο Παγκράτι κυκλοφορεί μια γυναίκα με τρία μαυράκια». Έτσι ακριβώς μου είπαν και δεν έχω καμία ντροπή να σας το γράψω. Άλλωστε, όταν είσαι αποφασισμένος να γράψεις κάτι πολύ σημαντικό, το μόνο που δεν θέλεις είναι να βάλεις φίλτρο στη γλώσσα σου. Θα σας τα γράψω λοιπόν έτσι ακριβώς όπως έγιναν.
 
Από την ημέρα που μου είπαν για τη «γυναίκα με τα μαυράκια», πρόσεχα περισσότερο όταν κυκλοφορούσα στα στενά της πόλης. Πίστευα ότι θα έστριβα και θα έπεφτα πάνω της. Θα είχε βγει βόλτα με τα παιδιά της. Παιδιά της; Και που ήξερα ότι είναι παιδιά της; Ρωτούσα λοιπόν και κάθε δέκα μέρες μάθαινα και ένα νέο στοιχείο. «Είναι γιατρός, παιδίατρος», με πληροφόρησε κάποια στιγμή μια φίλη. Η φαντασία μου έκανε βόλτες σε κινηματογραφικά σενάρια. «Μια Ελληνίδα γιατρός που είχε πάει στην Αφρική και έκανε τρία παιδιά που...». Μπα. Ήμουν σίγουρος ότι τα πράγματα ήταν αλλιώς. «Τη βρήκα αλλά δεν θέλει να μιλήσει», μου είπε ένα πρωί μια συνεργάτιδά μου. «Δεν συμπαθεί την τηλεόραση και δεν θέλει να βγάλει τη ζωή της στα παράθυρα». Χαμογέλασα ενώ όλοι δίπλα μου νόμιζαν ότι θα θύμωνα και τέλειωσε εκεί το θέμα. Για τους άλλους, όχι για μένα. Τι έχουμε εδώ λοιπόν; Έναν κανονικό άνθρωπο που δεν θέλει να ξυπνήσει το πρωί και να δει τα τηλεοπτικά βαν των εξωτερικών μεταδόσεων στο πεζοδρόμιο της. Στο πρώτο τηλεφώνημα ήταν κοφτή αλλά ευγενική. Είχε προσέξει όλες τις δουλειές μου που την αφορούσαν. Είχε δει την εξομολόγηση του Τατσόπουλου για την υιοθεσία του, είχε διαβάσει τη συνέντευξη με την Καλογεροπούλου για τον δικό της υιοθετημένο άρχοντα. Και εκεί που έχουμε αρχίσει να τα λέμε, μού έκλεισε το τηλέφωνο βιαστικά, προσθέτοντας ένα ασθενικό «θα τα ξαναπούμε».

Στο επόμενο τηλεφώνημα τα πράγματα ξεκαθάρισαν. Θα μιλούσε στα «ΝΕΑ», άλλωστε ήταν η εφημερίδα που διάβαζε ο πολυαγαπημένος της πατέρας, αλλά υπό μια προϋπόθεση. Να μη «μαρτυρούσα» τίποτε που θα βοηθούσε τα κανάλια να φθάσουν έξω από την πόρτα της και το σχολείο των παιδιών της.

Σας αρέσει που είστε παιδίατρος;
Ναι, περνάω πολύ ωραία. Νομίζω, ότι κάθε μέρα κάνω ταξίδια...

Έχει μετανάστες στην περιοχή που δουλεύετε;
Έχει πολλούς, έχω αρχίσει να μαθαίνω κινέζικα.

Για να συνεννοείστε με τους Κινέζους;
Ναι, έχει πολλούς. Και αρκετούς Αφρικανούς, κυρίως από τη Νιγηρία, το Κονγκό, την Γκάνα. Και πολιτικούς προσφυγές από το Αφγανιστάν και το Ιράκ.

Για πείτε μου,πότε ήταν η πρώτη φορά που σκεφτήκατε να υιοθετήσετε ένα παιδί;
Νομίζω ότι η ιστορία ξεκινάει από τότε που ήμουν πολύ μικρή. Όλα τα παιδιά παίζανε με καινούργιες κούκλες, εγώ έπαιρνα τις κούκλες που ήταν πεταμένες στον δρόμο. Και μου έχει μείνει αυτό το χόμπι, ακόμα και τώρα πολλές φορές γίνομαι ρακοσυλλέκτης. Και τις έχετε ακόμη όλες αυτές τις κούκλες; Ναι. Έχω και μια παλιά κούκλα του 18ου αιώνα, που τη βρήκα σπασμένη, την έφτιαξα και είμαι πολύ περήφανη γι΄ αυτήν. Κάποια στιγμή λοιπόν διάβασα ότι η Ελίζαμπεθ Τέιλορ υιοθέτησε ένα παιδί με τη συναίνεση της φυσικής του μητέρας. Ήμουν τότε 7 ετών.

Πείτε μου για την ημέρα που συναντήσατε το πρώτο σας παιδί.
Το ΄92 που έκανα ειδικότητα στο «Παίδων», φέρνουν ένα μωρό 3- 4 μηνών, μέσα στη μύξα, με μεγάλη αναπνευστική δυσχέρεια. Στον φάκελο έγραφε ότι ήταν προς υιοθεσία. Αυτό το μωρό είναι σήμερα ο μεγάλος μου γιος, ο Δαμιανός. Από τότε είμαστε αχώριστοι.

Μια στιγμή,θέλω να μου τα διηγηθείτε πιο αναλυτικά.
Οι ιδέες μου δεν μου επέτρεπαν να δεχτώ ότι υπάρχουν παιδιά κλεισμένα σε ιδρύματα... Πηγαίνω στην κοινωνική λειτουργό και χωρίς δεύτερη κουβέντα το ζητάω. Η πρώτη απάντησή της είχε ως εξής: «Έχετε συνειδητοποιήσει τι σημαίνει για ένα μαύρο παιδί να μεγαλώνει σε μια κοινωνία λευκών;». «Και είναι καλύτερα να μεγαλώνουν σε ιδρύματα;», της απαντάω. Εσείς δεν κάνατε ποτέ αυτήν τη σκέψη για τα παιδιά σας; Εγώ, όταν τον είδα να παίζει στην παράσταση «η γυνή να φοβήται τον άνδρα»- είχε έ να μικρό ρόλο που έκανε όμως τη διαφορά- είπα «δόξα τω Θεώ, που το παιδί αυτό είναι διαφορετικό από τα άλλα»!

Δεν αισθανθήκατε την ανάγκη να ζήσετε την εμπειρία μιας γέννας;
Όχι. Δεν θέλω να υποτιμήσω τους βιολογικούς γονείς, ούτε μπαίνω στη διαδικασία να τους ανταγωνιστώ, να πω ότι ο θετός γονιός είναι πιο καλός από τον φυσικό. Στραβόξυλα υπάρχουν και στις δύο μεριές.

Επιτρέψτε μου όμως να επιμείνω,πώς ξεκινάει αυτή η εξοικείωση με το διαφορετικό;
Ήμουν κάποτε με τον πατέρα μου στο Ζάππειο και είδαμε έναν μαύρο, καλοντυμένο, πρέπει να ήταν σπουδαστής. Και μου λέει ο πατέρας μου: «Τον βλέπεις αυτόν, αν τον τρυπήσεις και τρυπηθείς και εσύ θα βγει το ίδιο χρώμα, το ίδιο είστε λοιπόν». Μετά, όταν στην κατασκήνωση διάβασα την «Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά», δεν μπορούσα να καταλάβω ότι βασανίζουν ανθρώπους εξαιτίας του χρώματός τους.

Φαίνεστε πολύ υπερήφανη για τον πατέρα σας.Ήταν αντάρτης;
Ναι. Στα βουνά. Ήταν πολύ γενναίος άνθρωπος ο πατέρας μου.

Και πότε αποφασίζετε να υιοθετήσετε και δεύτερο παιδί;
Ήθελα να κάνω και ένα δεύτερο παιδί για να έχει ο μεγάλος αδελφάκι. Κάνω, λοιπόν, την αίτηση και το 1999 έρχεται και ο Δανιήλ.

Και μετά ο Ιάσων.
Ο Ιάσονας ήταν ένα παιδί αγνώστων στοιχείων. «Πιθανώς έχει προβλήματα κινητικότητας», μου είχαν πει. Εγώ το ήθελα αυτό το παιδί. Η κοινωνική λειτουργός στην αρχή με απέτρεψε. Μετά από λίγο διάστημα, μου τηλεφωνεί και μου λέει «αυτό το παιδί δεν πάει και τόσο καλά, σε ενδιαφέρει ακόμη;».

Έχει όντως κινητικά προβλήματα; Γιατί εγώ τον είδα να χοροπηδάει.
Όταν τον υιοθέτησα ήταν 18 μηνών και η ανάπτυξη του ήταν 10 μηνών, δεν περπατούσε, μόλις που είχε αρχίσει να μπουσουλάει. Κάναμε κάποιες φυσιοθεραπείες, μετά τον ανέλαβαν τα 2 μεγαλύτερα παιδιά και ένα απόγευμα μου τηλεφωνεί ο Δαμιανός και μου λέει: «Μαμά, ο Ιάσονας περπατάει!».

Και πότε τα παιδιά μαθαίνουν την αλήθεια;
Με το που έρχονται στο σπίτι. Τους έλεγα ότι είμαι υπερήφανη. «Σας πήρα γιατί σας αγαπούσα». Τους έλεγα και ένα παραμύθι.

Τι έλεγε το παραμύθι σας;
Κάποια μέρα ένα αρνάκι έμεινε μόνο του μέσα σε ένα μαντρί και μια προβατίνα το ανέλαβε, το πρόσεχε και το θήλαζε. Μια μέρα ήρθε ο λύκος, η προβατίνα όμως μπήκε στη μέση, χτύπησε με τα κέρατά της τον λύκο, τον έδιωξε και έσωσε το προβατάκι.

Τα παιδιά αντιμετώπισαν ρατσιστικές συμπεριφορές;
Κάποια στιγμή ο μεγάλος, όταν ήταν ακόμη στο δημοτικό ήρθε και με ρώτησε: «Η τάδε συμμαθήτρια μου, είπε να σηκωθώ να πάω στην Αφρική... Τι να κάνω στην Αφρική;».

Τα παιδιά είναι πολλές φορές σκληρά.
Τα παιδιά είναι σκληρά, αλλά στις παραδόσεις του Πολίτη, στο συλλογικό ασυνείδητο των Ελλήνων ο μαύρος, ο αράπης, δεν είναι κακός. Μπορεί να είναι ο διαφορετικός, ο δυνατός, ο φύλακας των θησαυρών και ο προστάτης των πηγαδιών, αλλά δεν είναι ο κακός. Τέλος πάντων. Τελείωσαν αυτά. Τώρα ο διευθυντής μου είπε ότι ο Δαμιανός είναι κεφάλαιο για το σχολείο.

Με τις υπηρεσίες του κράτους αντιμετωπίσατε ποτέ προβλήματα;
Δεν θα το έλεγα. Παιδεύτηκα πολύ, βέβαια, με τη συνήθη γραφειοκρατία. Στα 2 τελευταία παιδιά κουράστηκα περισσότερο, γιατί έπρεπε να αποδείξω 10 φορές παραπάνω από έναν υποψήφιο γονέα ότι είμαι καλή και όχι ότι μου κάνουν χάρη. Και όλα αυτά για παιδιά που ουσιαστικά ήταν στα αζήτητα.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΣΤΑΥΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ
πηγή: εφημερίδα Τα Νέα

Τα δραστήρια παιδιά… αποθηκεύουν υγεία


Τα δραστήρια παιδιά έως 5 ετών έχουν περισσότερες πιθανότητες να παραμείνουν λεπτά και υγιή στην ενήλικη ζωή τους, ακόμα και όταν μεγαλώνοντας δεν ασκούνται τόσο όσο στην παιδική ηλικία τους.Τα δραστήρια παιδιά έως 5 ετών έχουν περισσότερες πιθανότητες να παραμείνουν λεπτά και υγιή στην ενήλικη ζωή τους, ακόμα και όταν μεγαλώνοντας δεν ασκούνται τόσο όσο στην παιδική ηλικία τους.
Πρόκειται για το συμπέρασμα έρευνας επιστημόνων του τμήματος Φυσικής Αγωγής του Πανεπιστημίου της Αϊόβα, το οποίο επικεφαλής της έρευνας, Δρ. Κάθλιν Τζανζ, χαρακτηρίζει ως «αποταμίευση». Το «παιδί που αναπτύσσει έντονη δραστηριότητα «αποθηκεύει»… υγεία για το μέλλον, ότι κι αν γίνει στο μεταξύ», εξηγεί η Δρ. Τζανζ. Η ομάδα της παρακολούθησε 333 παιδιά ηλικίας 5,8 και 11 χρόνων, ελέγχοντας το επίπεδο δραστηριότητας τους σε συνάρτηση με το σωματικό βάρος τους.

Για να επιτύχει ακριβείς μετρήσεις χρησιμοποίησε ένα ειδικό σκάνερ, το οποίο μετράει με ακρίβεια κάθε λεπτό τους μυϊκούς και λιπώδεις ιστούς, όπως κι αυτούς των οστών σαν ένα επιταχυνσιόμετρο (πρόκειται για ηλεκτρομηχανική συσκευή που έχει την ικανότητα να μετρά δυνάμεις επιτάχυνσης). Τα παιδιά φορούσαν τους μετρητές ώστε να καταγράφεται η σωματική τους δραστηριότητα σε μια διάρκεια πέντε ημερών, με αποτέλεσμα οι επιστήμονες να έχουν στη διάθεση τους πιο ακριβή στοιχεία από αυτά που θα κατέγραφαν οι γονείς με απλές μετρήσεις.
Το αποτέλεσμα, όπως δημοσιεύτηκε στο ιατρικό περιοδικό «Preventive Medicine», δείχνει πως τα δραστήρια πεντάχρονα ήταν πιο λεπτά στα 8 και τα 11 και αν η δραστηριότητα τους ξεπερνούσε τα 30 λεπτά άσκησης ή κινητικού παιχνιδιού την ημέρα, ήταν κατά ένα τρίτο λεπτότερα στα 8 και τα 11 από εκείνα που κινούνταν λιγότερο, ακόμα και αν στο μεταξύ είχαν περιορίσει τις σωματικές δραστηριότητες τους. 
Η Δρ. Τζανζ εξηγεί πως απαιτείται περαιτέρω έρευνα προκειμένου να διευκρινιστεί ποιος οργανικός μηχανισμός διατηρεί τα παιδιά λεπτότερα και πιο υγιή στην πορεία της ζωής τους. Οι πιθανότερες αιτίες, σύμφωνα με τη Δρ. Τζανζ, είναι ότι τα δραστήρια 5χρονα δεν αναπτύσσουν πολλά λιποκύτταρα, ή ότι αλλάζει ο μεταβολισμός τους.
Πιο ενεργητικά τα αγόρια
Η έρευνα έδειξε επίσης πως τα αγόρια είχαν περισσότερες πιθανότητες να επωφεληθούν από την άσκηση στην παιδική ηλικία απ’ ότι τα κορίτσια και αυτό γιατί είναι περισσότερο δραστήρια στα πέντε τους απ’ ότι τα συνομήλικα τους κορίτσια, οπότε, όπως επισημαίνει η Δρ. Τζανζ, είναι σημαντικό για τους γονείς να ενθαρρύνουν τα κορίτσια τους να είναι πιο δραστήρια.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, 60 λεπτά την ημέρα σωματικής δραστηριότητας συμπεριλαμβανόμενων φυσικά του παιχνιδιού στην παιδική χαρά, του κυνηγητού, του κρυφτού και άλλων παρόμοιων παιχνιδιών είναι αρκετά για να μείνουν τα παιδιά γερά και λεπτά και μεγαλώνοντας. Μάλιστα, η Δρ. Τζανζ επιμένει πως το παιχνίδι σε εξωτερικούς χώρους είναι το καλύτερο, ενώ προτρέπει τους γονείς να ενθαρρύνουν τη σωματική άσκηση των παιδιών τους ύστερα από 60 λεπτά καθιστικής δραστηριότητας.

Νικώντας την δυσλεξία

«Υπάρχει λαίλαπα δυσλεξίας ή είναι ιδέα μου;»ρωτούσε προσφάτως μητέρα σε σχολική συνάντηση. Βλέπετε, κάθε χρόνο με την έναρξη της σχολικής χρονιάς ένας σημαντικός αριθμός γονέων καλείται να διαχειριστεί μια πληροφορία που ακούγεται εξαιρετικά δυσοίωνη: «Το παιδί σας είναι δυσλεξικό»! Πλήθος τα ερωτήματα που γεννώνται έπειτα από αυτό: Τι σημαίνει «είναι δυσλεξικό»; Πρόκειται για ασθένεια ή όχι; Τι πρέπει να κάνω; Υπάρχει ελπίδα; 

Η ειδικευμένη στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ, διευθύντρια της Μονάδας Δυσλεξίας και Διαταραχών του Λόγου στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου, κυρία Μαρία Σαββάκη η οποία έχει απαντήσει πολλές φορές σε τέτοια ερωτήματα, δίνει κατευθυντήριες γραμμές. 

«Οι γονείς που θα λάβουν μια τέτοια πληροφορία στο νηπιαγωγείο ή στις πρώτες τάξεις του δημοτικού μπορούν να θεωρούν τους εαυτούς τους τυχερούς»λέει η κυρία Σαββάκη, προσθέτοντας ότι«είναι συνηθισμένο η δυσλεξία να μην εντοπίζεται έγκαιρα,πράγμα που σημαίνει πολύ περισσότερο κοπιώδη παρέμβαση από εμάς και πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια από τα παιδιά».
Η ελληνίδα γιατρός, εκπαιδευτικός και ψυχογλωσσολόγος δεν χρησιμοποιεί τυχαία τη λέξη «εντοπίζεται», την οποία προτιμά από τη λέξη «διαγιγνώσκεται». «Δεν με βρίσκει καθόλου σύμφωνη η ιατρικοποίηση της δυσλεξίας. Πρόκειται για μια μαθησιακή δυσκολία που απαιτεί παρέμβαση και όχι για ασθένεια που απαιτεί θεραπεία» λέει χαρακτηριστικά.

Ανεξαρτήτως χαρακτηρισμού της δυσλεξίας, πάντως, φαίνεται ότι υπάρχει μια ασάφεια σχετικά με το πώς θα εντοπίσουμε τα παιδιά που χρήζουν παρέμβασης. Με δεδομένο δε ότι, όπως έδειξε το ρεπορτάζ που κάναμε, μπορεί ένα παιδί να περιμένει και δύο χρόνια για να εξετασθεί από τους αρμόδιους φορείς (ΚΔΑΥ, ιατροπαιδαγωγικούς σταθμούς), το βάρος της πρώιμης αναγνώρισης αυτής της μαθησιακής δυσκολίας εμπίπτει στους γονείς και στους νηπιαγωγούς και δασκάλους. 

Τι θα πρέπει λοιπόν να υποψιάσει τους γονείς; «Αναμένουμε από ένα παιδί ηλικίας νηπιαγωγείου να έχει κατακτήσει τις βασικές γλωσσικές δομές:την άρθρωση,τη σύνταξη,τη γραμματικότητα, τη σημαντική και την προσωδία» λέει η κυρία Σαββάκη. Με άλλα λόγια, ένα πεντάχρονο παιδί οφείλει να αρθρώνει σωστά τις λέξεις, να τις βάζει στη σωστή σειρά, με τις σωστές πτώσεις, εγκλίσεις, γένη, να γνωρίζει τη σημασία των λέξεων και να τις εκφέρει με την αρμόζουσα μουσικότητα. Αν κάτι από τα παραπάνω δεν συμβαίνει, οι γονείς θα πρέπει να κινητοποιηθούν και να ζητήσουν τη βοήθεια ειδικών. Το ίδιο πρέπει να γίνει αν ως το τέλος της τρίτης δημοτικού το παιδί δεν είναι σε θέση να διαβάσει απρόσκοπτα.

Στην αντιμετώπιση της δυσλεξίας όμως εμπλέκονται πολλές ειδικότητες και δεν είναι ξεκάθαρο πού ακριβώς πρέπει να προστρέξουν οι γονείς. Προφανώς η αξιολόγηση των ειδικών ξεφεύγει από τους σκοπούς του παρόντος άρθρου. Ρωτήσαμε ωστόσο την κυρία Σαββάκη τι θα πρέπει να αναμένει ο γονέας από τον ειδικό στον οποίο προστρέχει.
«Ο ειδικός θα πρέπει να είναι σε θέση να του δώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα της κατάστασης και της παρέμβασης που θα χρησιμοποιηθεί. Θα πρέπει, δηλαδή, ο γονέας να πληροφορηθεί από τον ειδικό τι ακριβώς συμβαίνει, γιατί ακριβώς συμβαίνει, πώς ακριβώς θα διορθωθεί αυτό που συμβαίνει και πότε» λέει η ελληνίδα γιατρός, συμπληρώνοντας ότι «με τη σωστή παρέμβασητα αποτελέσματα είναι θεαματικά».

Σύμφωνα με όλα τα ερευνητικά ευρήματα, η δυσλεξία έχει νευροβιολογική και γενετική βάση. 
Υπάρχουν όμως παράμετροι τις οποίες θα πρέπει να προσέξουν οι γονείς ώστε να θωρακίσουν κατά το δυνατόν τα παιδιά τους;«Φυσικά και υπάρχουν και μάλιστα δεν πρόκειται για μαγικές συνταγέςαλλά για στάσεις ζωής που θα υπαγόρευε η κοινή λογική» λέει η κυρία Σαββάκη και εξηγεί: «Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα αποτελεί η τηλεθέαση.Εχει βρεθεί ότι η τηλεθέαση μπορεί να καθηλώσει γλωσσικά τα παιδιά και ο λόγος είναι πολύ συγκεκριμένος: για να εξαγάγει ο εγκέφαλος ένα έλλογο μήνυμα από μια εικόνα απαιτούνται 15 δευτερόλεπτα,ενώ στην τελεόραση οι εικόνες αλλάζουν ανά τρία δευτερόλεπτα.
Με δεδομένο ότι η τηλεόραση αποτελεί μια πολιτιστική παράμετρο την οποία δεν μπορούμε να αγνοήσουμε, η κοινή λογική υπαγορεύει να γνωρίζουμε ποιοπαιδί παρακολουθείπόσηκαι τι είδουςτηλεόραση. Διότι ένα ντοκυμαντέρ για την τίγρη με αργές σκηνές δεν είναι το ίδιο με ένα πολεμικού θέματος φασαριόζικο κινούμενο σχέδιο. Ξέρετε πόσα τετράχρονα, πεντάχρονα και επτάχρονα παιδιά που αναμφίβολα διασκέδασαν παρακολουθώντας κάτι στην τηλεόραση δεν είναι μετά σε θέση να περιγράψουν με λόγια αυτό που είδαν;». Στην παρατήρηση ότι για την τηλεόραση που βρίθει εικόνων φαίνεται να μην ισχύει το ρητό «μια εικόνα, χίλιες λέξεις» η ελληνίδα γιατρός υπήρξε κάθετη: «Φυσικά και ισχύει. Μια εικόνα, τηλεοπτική ή όχι,μπορεί να ισούται με χίλιες και περισσότερες λέξεις, αρκεί να έχει μάθει κανείς να τις λέει!».
Υπάρχουν άραγε άλλες παράμετροι της καθημερινότητας ενός παιδιού που μπορούν να εμποδίσουν την ανάπτυξη του λόγου; Και πως εμπλέκεται η ελειμματική προσοχή στην δυσλεξία;«Η ελειμματική προσοχή αποτελεί μια άλλη νέα λαίλαπα,αλλά πρόκειται για τεράστιο θέμα που καλό θα ήταν να εξεταστεί ξεχωριστά. Εστιάζοντας στη δυσλεξία,έχει αποδειχθεί ότι η διγλωσσία αναστέλλει την άρτια εκμάθηση της γλώσσας. Και ξέρουμε ότι σήμερα δεν είναι λίγα τα παιδιά που μεγαλώνουν με ξενόγλωσσες νταντάδες»λέει η κυρία Σαββάκη. Και η ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι πρέπει τα παιδιά να διδάσκονται νωρίς τις ξένες γλώσσες; «Ενα βασικό αξίωμα της ψυχογλωσσολογίας είναι πως δεν αποκτά κανείς μια ξένη γλώσσα αν δεν διαθέτει μια πρώτη,τη μητρική του» λέει η ελληνίδα ειδικός και εξηγεί πως η κατάλληλη ηλικία για εκμάθηση ξένης γλώσσας είναι μετά τη συμπλήρωση του εβδόμου έτους της ηλικίας των παιδιών.
Απαντώντας δε στο ερώτημα αν μετά τα επτά δεν δυσκολεύει η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας η κυρία Σαββάκη λέει: «Αν έχει κατακτήσει κανείς τη μητρική του γλώσσα,είναι πολύ πιο εύκολο να μάθει άρτια μια δεύτερη στα επτά παρά να έχει αρχίσει δύο γλώσσες στην ηλικία του ενός, δύο ή τριών ετών και να μην έχει μάθει καμία ολοκληρωμένα. Εξάλλου ως την ηλικία των τριώνη γλώσσα δεν συνιστά απαραιτήτως επικοινωνία.Θα έχετε προσέξει στις παραλίες το καλοκαίρι πόσο αρμονικά παίζουν τα δίχρονα και τρίχρονα ελληνόπουλα με παιδιά τουριστών αντίστοιχης ηλικίας. Ενα παιδί τεσσάρων χρόνων όμως που προσπαθεί να παίξει με ένα ξενόγλωσσο παιδί θα πάει στη μαμά του και θα δηλώσει “δεν καταλαβαίνω τι λέει!”».

Αν και τα παραπάνω ακούγονται εφαρμόσιμα, η κυρία Σαββάκη δεν τρέφει καμία ψευδαίσθηση σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι σημερινοί γονείς: 
«Η πολύχρονη εμπειρία μου μού έχει δείξει ότι στις σημερινές κοινωνικές συνθήκες αυτά που ζητούμε από τους γονείς είναι πολύ δύσκολα ακριβώς επειδή απαιτούν αλλαγές στον τρόπο της ζωής τους. Μια μητέρα που γυρίζει στις 8 το βράδυ από τη δουλειά δεν είναι εύκολο να αλλάξει αυτό το δεδομένο» λέει χαρακτηριστικά.
Τι μπορεί όμως να κάνει ο γονέας του δυσλεξικού παιδιού που θέλει να ενισχύσει την προσπάθεια του παιδιού του;«Να δείξει ψυχραιμία και να αξιοποιήσει την κοινή λογική.Π.χ.,είναι θέμα κοινής λογικής να αντιληφθούμε ότι τα 40 λεπτά με τον ειδικό δεν αρκούν και πως τα μεγάλα οφέλη από τις επισκέψεις στον ειδικό είναι η επανάληψη στο σπίτι.Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τα δίχρονα και τρίχρονα τρελαίνουν τις μαμάδες τους με το “πάλι” και “πάλι”. Η επανάληψη κάνει θαύματα στην εγκατάσταση της γλώσσας. Να θυμίσουμε επίσης ότι η μάθηση και η διασκέδαση πάνε μαζί, το τερπνόν μετά του ωφελίμου.Μαθαίνουμε καλύτερα όταν χαιρόμαστε και χαιρόμαστε πολύ περισσότερο όταν η μητέρα και ο πατέρας παίζουν μαζί μας.». 

ευχαριστούμε το yourbaby, που μας το έστειλε

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki