Saturday, 1 March 2014

Καληνύχτα σας με την... «Άσπρη μέρα»


Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

Θα ποτίσω μ' ένα δάκρυ μου αλμυρό
τον καιρό, πικρά καλοκαίρια,
έμαθα κοντά σου να περνώ,
Νεκρά περιστέρια
γέμισε η αυγή τον ουρανό.



Θα γυρίσω λυπημένη Παναγιά.
Έχε γεια, μην κλαις το μαράζι,
μάθε φυλακτό να μην κρεμάς.
Να λες "Δεν πειράζει,
θα'ρθει η άσπρη μέρα και για μας".

Νάουσσα: «ΓΙΑΝΙΤΣΑΡΟΙ ΚΑΙ ΜΠΟΥΛΕΣ»

ΤΟ ΑΥΘΕΝΤΙΚΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ
Στη Νάουσα, την περίοδο της Αποκριάς κυριαρχούν το κέφι, οι αστεϊσμοί, τα πειράγματα, αλλά κυρίως οι μεταμφιέσεις.
Είναι μία από τις ομορφότερες πόλεις της Μακεδονίας, χτισμένη στις παρυφές του Βερμίου, που χάρη στα άφθονα νερά της έχει περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.
Πόλη με πλούσιο πολιτισμικό παρελθόν, παραδοσιακές γειτονιές, πλακόστρωτους πεζόδρομους και τον ποταμό Αράπιτσα να κυλά τα ορμητικά νερά του, προσφέροντας δροσιά, ηρεμία και όμορφους τόπους αναψυχής. 


Η Αποκριά χαρακτηρίζεται από τον αυθορμητισμό, τον ενθουσιασμό, τη φιλόξενη διάθεση των Ναουσαίων και τα σατιρικά καρναβάλια τους.
Ιδιαίτερο και βασικότερο στοιχείο της Ναουσαίικης Αποκριάς είναι το έθιμο του Γιανίτσαρου και της Μπούλας. Ένα έθιμο με βαθιές ρίζες, που στο διάβα του χρόνου ενσωμάτωσε στοιχεία της τοπικής παράδοσης και των ηρωικών αγώνων. Το έθιμο έχει την καταγωγή του στην αρχαιότητα, στη λατρεία του Διόνυσου.
Την πρώτη μαρτυρία όμως για το δρώμενο έχουμε το 1706, αντί μνημόσυνου για το παιδομάζωμα της προηγούμενης χρονιάς.
Οι Ναουσαίοι αρνήθηκαν το παιδομάζωμα και σκότωσαν τον απεσταλμένο του σουλτάνου.
Αναγκάστηκαν πολλοί Ναουσαίοι να βγουν κλέφτες στο βουνό, με αποτέλεσμα όμως την εξολόθρευσή τους από τους Τούρκους. Ήταν τότε μέρες Αποκριάς. Τον επόμενο χρόνο, το 1706, αντί μνημόσυνου, οι νέοι της Νάουσας ντύθηκαν την αρματολίτικη στολή και φορώντας τον «πρόσωπο» για να μην τους αναγνωρίσουν οι Τούρκοι, και με τα ασημικά ραμμένα στο στήθος να τους προστατεύουν, δημιουργώντας έναν τέλειο θώρακα, γύριζαν στην πόλη αναπαριστώντας το ιστορικό αυτό γεγονός.
Την μεγαλύτερη ακμή του γνώρισε στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα και φθάνει αναλλοίωτο μέχρι τις μέρες μας. Το έθιμο χαρακτηρίζει η πειθαρχημένη, τυποποιημένη και εξαιρετικής αισθητικής εμφάνιση των συμμετεχόντων. Το ντύσιμο, το μάζεμα, το προσκύνημα, το δρομολόγιο, η μουσική, οι χοροί, τα όργανα, εντάσσονται σε μία ιεροτελεστία που κρατά αυστηρά τους ίδιους κανόνες εδώ και αιώνες. Παίρνουν μέρος μόνο νεαροί άνδρες, ανύπαντροι τα παλαιότερα χρόνια. 
Ο Γιανίτσαρος είναι ο πρωταγωνιστής.
Περήφανος φουστανελοφόρος, με τα πολλά ασημικά στο στήθος και στη φουστανέλα, τη μακριά πάλα (σπαθί) και τον κέρινο «πρόσωπο». Η Μπούλα είναι κι αυτή άνδρας που υποδύεται τη γυναίκα, χωρίς όμως να τη γελοιοποιεί, με φαρδιά φουστάνια και κέρινο «πρόσωπο» στολισμένο με τούλια και λουλούδια. Παιδιά προπορεύονται του μπουλουκιού, ενώ στο τέλος της πομπής ακολουθεί η μουσική, ο ζουρνάς και το νταούλι.

Το έθιμο ξεκινάει την πρώτη Κυριακή της Αποκριάς όπου νωρίς το πρωί με τελετουργικό τρόπο αρχίζει το ντύσιμο. Από μακριά ακούγεται ο λυπητερός ήχος του ζουρνά και ο βαρύς χτύπος του νταουλιού που πλησιάζει στα σπίτια για να ξεκινήσει το μάζεμα, πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι. Όταν ο Γιανίτσαρος είναι έτοιμος, θα τιναχτεί τρεις φορές στο παράθυρο του σπιτιού του και στη συνέχεια πηδά τρεις φορές στα δυό του πόδια. Είναι ο αποχαιρετισμός. Στην εξώπορτα θα κάνει τρεις φορές το σταυρό του και θα χαιρετίσει όλους όσοι ήρθαν να τον πάρουν. Πιασμένοι δυο-δυο, θα πάνε να δουν τον επόμενο. 
 

Η Μπούλα θα φιλήσει το χέρι όλων των ανθρώπων του σπιτιού και στη συνέχεια όλου του μπουλουκιού.
Είναι ιδιαίτερα συγκινητική η τελετή αποχαιρετισμού στο σπίτι και το καλωσόρισμα των μελών του μπουλουκιού. Χωρίς να χορεύουν, φθάνουν κοντά στο μεσημέρι στο Δημαρχείο, όπου θα γίνει το προσκύνημα, θα πάρει δηλαδή ο αρχηγός την άδεια από τον Δήμαρχο να τελεστεί το έθιμο, να γυρίσουν χορεύοντας τους δρόμους της πόλης. Εκτός από τη Μπούλα που υποκλίνεται, οι Γιανίτσαροι θα γείρουν πίσω το κορμί τους και θα τινάξουν αγέρωχα το στήθος τους. Μόλις δοθεί η άδεια, θα βγάλουν τις πάλες από τα θηκάρια και θα αρχίσουν οι καθορισμένες από την παράδοση πατινάδες από μαχαλά σε μαχαλά, σε καθορισμένο δρομολόγιο.
 
Στις πλατείες θα χορέψουν κυκλικούς χορούς, ενώ το απόγευμα θα φθάσουν στην πλατεία Αλωνίων όπου θα βγάλουν τον «πρόσωπο» και θα ενωθούν μαζί με τον κόσμο για να χορέψουν. Το έθιμο επαναλαμβάνεται την Κυριακή της Αποκριάς, και συνεχίζεται την Καθαρή Δευτέρα χωρίς τους «πρόσωπους», ακολουθώντας όμως το ίδιο δρομολόγιο. Την Κυριακή της Ορθοδοξίας όλα τα μπουλούκια συναντιούνται στην περιοχή Σπηλαίου, για να γλεντήσουν με παραδοσιακές πίτες, γλυκά του ταψιού και άφθονο Ναουσαίικο κρασί. Ένα εξαιρετικό αποκριάτικο έθιμο που αξίζει να το ζήσετε!

ΠΗΓΗ: ERT.GR 
 Το ντύσιμο του Γιανίτσαρου, καθώς και περιγραφή του εθίμου 
μπορείτε να δείτε στο παρακάτω βίντεο: 
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΑΜΟΓΕΛΑ

Ένα κοριτσάκι χάνει τον χαρταετό του! - Φύσα αεράκι, φύσα!

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα κοριτσάκι που είχε έναν πολύχρωμο χαρταετό.
Τον αγαπούσε πολύ αυτόν τον χαρταετό. Τον είχε φτιάξει μόνη της.
Τον έκοψε, τον έβαψε και του έβαλε μια ουρά για να πετάει ψηλά.
Μια μέρα ο ουρανός γέμισε σύννεφα και ένας δυνατός αέρας άρχισε να φυσά.
Ο δυνατός αέρας τραβούσε με μανία τον χαρταετό από το χεράκι της και άρχισε να πετά όλο και πιο ψηλά, όλο και πιο ψηλά, ώσπου χάθηκε στον ουρανό μακριά.
Το κοριτσάκι καθόταν λυπημένο και σκεφτόταν τον αγαπημένο της χαρταετό.
Πού να βρίσκεται τώρα; Να κρυώνει; Μήπως είναι λυπημένο; Αποφάσισε να πάει να βρει τον αγαπημένο της χαρταετό. Σκέφτηκε να γράψει ένα γράμμα και να το στείλει παντού. Δεν μπορεί! Κάποιος θα είχε δει τον αγαπημένο της χαρταετό! Άρχισε να γράφει και να γράφει, να στέλνει και να στέλνει...με ένα πουλάκι. Και έστειλε παντού. Σε γνωστούς και φίλους.


Ρώτησε και τα πουλιά. Και της είπαν να στείλει και στις νεράιδες....
Έτσι έγραψε και έστειλε σε όλες τις νεράιδες, μία για κάθε εποχή.

Πρώτα έστειλε στην νεράιδα του φθινοπώρου. Και τι έλεγε το γράμμα; Παρακαλούσε την νεράιδα να δώσει εντολή σε όλα τα πλάσματα του φθινοπώρου να πουν...Τι να πουν; «Φύσα, αεράκι, φύσα!», για να φέρει πίσω τον χαρταετό της. Και έτσι έγινε. Φύσηξαν όλα μαζί τα πλάσματα...

Μετά έστειλε γράμμα στην νεράιδα του χειμώνα. Έπαιζε με την αδερφή της την Νιφάδα. Και τι έλεγε το δικό της γράμμα; Παρακαλούσε την νεράιδα να δώσει εντολή σε όλα τα πλάσματα του χειμώνα να πουν «Φύσα, αεράκι, φύσα!», για να φέρει πίσω τον χαρταετό της. Και έτσι έγινε... Φύσηξαν όλα μαζί τα πλάσματα...

Μετά έστειλε γράμμα στην νεράιδα της άνοιξης. Και τι έλεγε το δικό της γράμμα; Παρακαλούσε την νεράιδα να δώσει εντολή σε όλα τα πλάσματα της άνοιξης να πουν «Φύσα, αεράκι, φύσα!», για να φέρει πίσω τον χαρταετό της. Και έτσι έγινε...

Μετά έστειλε γράμμα στην νεράιδα του καλοκαιριού. Και τι έλεγε το δικό της γράμμα; Παρακαλούσε την νεράιδα του καλοκαιριού να δώσει εντολή σε όλα τα πλάσματα του καλοκαιριού να πουν «Φύσα, αεράκι, φύσα!», για να φέρει πίσω τον χαρταετό της. Και έτσι έγινε.... Φύσηξαν όλα μαζί τα πλάσματα. Και φύσηξαν όλα τα πλάσματα σε όλες τις εποχές...και φύσηξαν...και φύσηξαν...και φύσηξαν... ώσπου ο αέρας τα άκουσε και άρχισε και αυτός να φυσά απαλά και επέστρεψε σε όλα τα παιδιά τους χαμένους χαρταετούς τους. Και επέστρεψε και στο κοριτσάκι που ως τότε ήταν πολύ λυπημένο τον πολύχρωμο χαρταετό του.
Και γέμισε ο ουρανός ΧΑΡΤΑΕΤΟΥΣ και όλοι έτρεξαν να παίξουν μαζί τους.

Το κοριτσάκι ήταν πολύ χαρούμενο και έκανε μια ευχή: ας μη χάσει ποτέ κανένα παιδί τον χαρταετό του....
Και έζησε το κοριτσάκι καλά και εμείς καλύτερα...

«Ήταν όλα τους παιδιά του» !!! (εκτός απ' το δικό του το παιδί)

Ήταν όλα τους παιδιά του», εκτός από τον γιο του τον Ντανιέλ τον οποίον απέκτησε με μιαν από τις συζύγους του, την Ίνγκε Μόρατ.
O Ντανιέλ γεννήθηκε με σύνδρομο Down. Απορρίφθηκε από τον πατέρα του και μόλις μία εβδομάδα μετά την γέννησή του εγκλείστηκε σε ένα Δημόσιο Ψυχιατρικό Ίδρυμα, όχι βέβαια κάτω από τις καλύτερες συνθήκες και στην συνέχεια μεγάλωσε σε ιδρύματα και ανάδοχες οικογένειες.
40 χρόνια σχεδόν μετά την γέννησή του, αποκαλύφθηκε ότι ο Ντανιέλ ήταν γιος του Αμερικανού θεατρικού συγγραφέα Arthur Asher Miller, ο οποίος πέθανε σε ηλικία 89 ετών το 2005.
Καλώς καταλάβατε ! 

Αυτού του μεγάλου πολυβραβευμένου συγγραφέα, του υπέρμαχου των καταπιεσμένων και ήρωα της Αριστεράς, που δεν του περίσσεψε στη ζωή του μια τόση δά «τζούρα» πατρότητας, μια στάλα ανθρώπινης συμπόνοιας και αγάπης σε ένα λαβωμένο παιδάκι που ο ίδιος έφερε στον κόσμο. Αυτού που εξυμνούσε την «άγρια πίστη στην ευθύνη του ανθρώπου για τον συνάνθρωπό του»

Τελικά, λέγεται, ότι στο τέλος της ζωής του, έξι εβδομάδες πριν πεθάνει «ο πατέρας», αποδέχτηκε τον Ντανιέλ -είχε κι άλλα τρία παιδιά- και τον συμπεριέλαβε στην διαθήκη του. Έκανε το χρέος του ο... κατά τα άλλα παγκοσμίου φήμης Πολίτης.

Αυτός ο μεγάλος ανθρωπιστής που γαλούχησε με τις ιδέες του και τον όγκο του συγγραφικού-θεατρικού του έργου, μια σειρά γενεών του εικοστού αιώνα.

Υ.Γ.: Προφανώς όταν ο θάνατος τον έφερνε βόλτα, εγέρθηκε μέσα του ο ήρωας ενός εκ των έργων του, που τον καθιέρωσε. Ο επιχειρηματίας κατασκευαστής σκάρτων εξαρτημάτων αεροπλάνων, ένα εκ των οποίων έπεσε και παρέσυρε στον θάνατο, δεν ενθυμούμαι πόσους, νέους ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και το παιδί του...
Τότε εκείνος ο ανθρωπάκος ψέλλισε συντετριμμένος.
«Ήταν όλοι τους παιδιά μου»

Ε, ίσως όταν ήλθε η ώρα της διαθήκης του,θυμήθηκε εκείνο το ανυπεράσπιστο παραπεταμένο στ' αζήτητα, παιδάκι και το... απεκατέστησε οικονομικά.

Ας τον συγχωρέσει ο Θεός !
Ο κοινός άνθρωπος, εγώ, δεν τον συγχωρώ.!!! 


Από το θαυμάσιο blog της Λυγερής, όπου επιβάλλεται μια επίσκεψη για τα σχόλια που συνοδεύουν το θέμα.
Daily Mail

Μάρτιος - Μάρτης: Καλό Μήνα !!

ΜΗΠΩΣ ΞΕΧΆΣΑΤΕ ΝΑ ΦΟΡΈΣΕΤΕ ΜΆΡΤΗ;
Από τη 1η ως τις 31 του Μάρτη, συνηθίζεται να φοριέται στον καρπό του χεριού ένα βραχιολάκι, φτιαγμένο από στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή, τον «Μάρτη» ή «Μαρτιά». Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο «Μάρτης» φοριέται κυρίως από τα παιδιά για να προστατεύει τα πρόσωπά του από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, για να μην καούν.
Ο «Μάρτης» φτιάχνεται την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου και φοριέται είτε σαν δαχτυλίδι στα δάχτυλα, είτε στον καρπό του χεριού σαν βραχιόλι. Καμιά φορά φοριέται ακόμα και στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού, ώστε να μην σκοντάφτει ο κάτοχός του.
«Μάρτη» δεν φορούσαν μόνο οι άνθρωποι. Σε κάποιες περιοχές της χώρας κρεμούσαν την κλωστή όλη τη νύχτα στα κλαδιά μιας τριανταφυλλιάς για να χαρίσουν ανθοφορία, ενώ σε άλλες περιοχές την έβαζαν γύρω από τις στάμνες για να προστατέψουν το νερό από τον ήλιο και να το διατηρήσουν κρύο. Σε άλλες περιοχές το φορούσαν μέχρι να φανούν τα πρώτα χελιδόνια, οπότε και το άφηναν πάνω σε τριανταφυλλιές, ώστε να τον πάρουν τα πουλιά για να χτίσουν τη φωλιά τους. Αλλού πάλι το φορούν ως την Ανάσταση, οπότε και το δένουν στις λαμπάδες της Λαμπρής για να καεί μαζί του.
Ο «Μάρτης» ή «Μαρτιά» είναι ένα παμπάλαιο έθιμο εξαπλωμένο σε όλα τα Βαλκάνια, λόγω της υιοθέτησης του από τους Βυζαντινούς, οι οποίοι και το διατήρησαν. Πιστεύεται ότι έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα, και συγκεκριμένα στα Ελευσίνια Μυστήρια, επειδή οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων συνήθιζαν να δένουν μια κλωστή, την «Κρόκη», στο δεξί τους χέρι και το αριστερό τους πόδι.

«ΜΑΡΤΗΣ»
Κατά τις ηλιόλουστες ημέρες του Μαρτίου που ακολουθούσαν τα κρύα του χειμώνα, τα παιδιά έβγαιναν από τα σπίτια και έπαιζαν έξω στις αυλές. Οι μητέρες, για να τα προφυλάξουν από τις ακτίνες του μαρτιάτικου ήλιου που θεωρούνται επικίνδυνες, έφτιαχναν και φορούσαν στο χέρι ή στο πόδι των παιδιών τον «Μάρτη», ένα κορδόνι από λευκό και κόκκινο νήμα.
Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΜΑΡΤΗ
Ο ήλιος το Μάρτιο συνήθως καίει και μαυρίζει τα πρόσωπα των παιδιών: “Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε δεν ξεβάφει”. Η μαυρίλα όμως σήμαινε και ασχήμια, προπάντων για τα κορίτσια που η παράδοση τα ήθελε άσπρα και ροδομάγουλα:  «Ο πόχει κόρη ακριβή, το Μάρτη ο ήλιος μη την ιδεί». Για να αποτρέψουν την επίδραση του ήλιου λοιπόν, έφτιαχναν και φορούσαν τον «Μάρτη», ώστε να προστατεύσει τα πρόσωπα των παιδιών από τον ήλιο και να μην καούν. Όταν τον έβγαζαν τον κρεμούσαν σε τριανταφυλλιές, ώστε να γίνουν τα μάγουλά τους κόκκινα σαν τριαντάφυλλα.
Ο "Μάρτης" ουσιαστικά αποτελείται από δύο κλωστές, άσπρη και μία κόκκινη, στριμμένες μεταξύ τους, που συμβόλιζαν την αγνότητα και τα χαρά. Σε κάποιες παραδόσεις αναφέρεται και μία χρυσή κλωστή ώστε να συμβολίζεται και η αφθονία.
Συνηθίζεται να φοριέται μέχρι το τέλος του μήνα. Σε ορισμένες περιοχές το μαρτιάτικο βραχιολάκι θεωρείται ιερό από τη λαϊκή παράδοση που δεν είναι πρέπον να πεταχτεί. Για αυτό το φορούσαν μέχρι το Πάσχα και το έδενα στην Αναστάσιμη λαμπάδα για να καεί. Σε άλλες περιοχές έκαιγαν το  βραχιολάκι στις φωτιές που άναβαν για να κάψουν τον Ιούδα.
Η πιο διαδεδομένη όμως αντίληψη φέρει το "Μάρτη" να φοριέται μέχρι να εμφανιστούν τα πρώτα χελιδόνια. Τότε έβγαζαν το Μάρτη και τον αφήναν σε κλαδιά για να τον πάρουν τα πουλιά και να το χρησιμοποιήσουν στην κατασκευή της φωλιάς τους.

Οι Δρίμες του Μάρτη
Η παράδοση θεωρεί τις Δρίμες ως ημέρες γρουσούζικες και κακότυχες, τις λεγόμενες και ως αποφράδες. Θεωρείται ότι δαιμονικά όντα τριγυρίζουν τον κόσμο αυτές τις ημέρες και έκαναν κακό σε όποιον συναντούσαν. Δρίμες είναι όλο το Δωδεκαήμερο από τα Χριστούγεννα μέχρι και τον Αγιασμό των Φώτων (την περίοδο δηλαδή  που αλωνίζουν οι Καλικάντζαροι), όλα τα Σάββατα του Μαρτίου, όλες οι Δευτέρες του Αυγούστου, οι έξι πρώτες ημέρες τ' Αυγούστου (τις ημέρες που κοιτάνε τα μερομήνια), οι τρεις πρώτες αλλά και οι τρεις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου (που λέγονται και ημέρες της γριάς)
Αυτές τις ημέρες οι άνθρωποι προσπαθούσαν να προφυλαχθούν για να μην πάθουν κανένα κακό, είτε αυτοί οι ίδιοι, είτε η οικογένεια και το βιος τους. Έμεναν λοιπόν στα σπίτια τους, δεν πήγαιναν στα χωράφια, και δεν έκαναν καμιά δουλειά που μπορούσε να γίνει άλλες ημέρες. Όποιος πήγαινε για δουλειά πάθαινε κάποιο ατύχημα. Εάν πήγαινες στα χωράφια, η σοδειά θα καταστρεφόταν. Ό,τι πλύνεις αυτές τις ημέρες θα λιώσει, όσα ξύλα και να κόψεις θα σαπίσουν, αν λουστείς θα πάθεις κακό. Γι' αυτό ή αποφεύγουν ολότελα να πλύνουν τις μέρες αυτές ρούχα ή, αν πλύνουν, ρίχνουν στο νερό πέταλο, γιατί το σίδερο, όπως πιστεύεται, είναι γιατρικό και αποτρέπει τα δαιμόνια.

ΠΩΣ ΓΊΝΕΤΑΙ
Η κατασκευή του "Μάρτη" είναι πολύ απλή. Χρειάζονται μόνο δύο κλωστές κεντήματος, μία κόκκινη και μία άσπρη. Κάνεις από έναν κόμπο στη μία άκρη της καθεμιάς, τη στερεώνεις κάπου με μια καρφίτσα και βάζοντάς την ανάμεσα στις παλάμες σου τη στρίβεις όσο γίνεται περισσότερο. Όταν στριφτεί καλά την κομπιάζεις και απ’ την άλλη άκρη της. Επαναλαμβάνεις με τη δεύτερη κλωστή. Όταν είναι έτοιμες οι στριμμένες τις πιάνεις μαζί -κόκκινη και άσπρη- και τις τεντώνεις. Σε μια στιγμή, τις αφήνεις απ' τη μια άκρη και μπλέκονται από μόνες τους.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Ο Μάρτης πήρε το όνομα του από το λατινικό όνομα του θεού Άρη (Mars = Άρης). Είναι ο πρώτος μήνας του ρωμαϊκού ημερολογίου και αντιστοιχεί με τον Ελαφηβολιώνα των Αρχαίων Ελλήνων.
Στο Βυζάντιο γιόρταζαν την πρώτη Μαρτίου με σπουδαίες δραστηριότητες. Ο μεγάλος λαογράφος Λουκάτος αναφέρει τα «χελιδονίσματα» που προέρχονται από την αρχαιότητα. Την Πρώτη Μαρτίου οι μικροί έφτιαχναν ένα ομοίωμα χελιδονιού και τραγουδώντας το ανάλογο τραγούδι πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι για να μαζέψουν αυγά.
Το έθιμο του Μάρτη γιορτάζεται ίδιο και απαράλλαχτο στα Σκόπια με την ονομασία «Μάρτινκα» και στην Αλβανία ως «Βερόρε». Οι κάτοικοι των δυο γειτονικών μας χωρών φορούν βραχιόλια από κόκκινη και άσπρη κλωστή για να μην τους «πιάσει» ο ήλιος, τα οποία και βγάζουν στα τέλη του μήνα ή όταν δουν το πρώτο χελιδόνι. Άλλοι πάλι, δένουν τον «Μάρτη» σε κάποιο καρποφόρο δέντρο, ώστε να του χαρίσουν ανθοφορία, ενώ μερικοί τον τοποθετούν κάτω από μια πέτρα κι αν την επόμενη ημέρα βρουν δίπλα της ένα σκουλήκι, σημαίνει ότι η υπόλοιπη χρονιά θα είναι πολύ καλή.
Τηρώντας παραδόσεις και έθιμα αιώνων, οι Βούλγαροι, την πρώτη ημέρα του Μάρτη, φορούν στο πέτο τους στολίδια φτιαγμένα από άσπρες και κόκκινες κλωστές που αποκαλούνται «Μαρτενίτσα». Σε ορισμένες περιοχές της Βουλγαρίας, οι κάτοικοι τοποθετούν έξω από τα σπίτια τους ένα κομμάτι κόκκινου υφάσματος για να μην τους «κάψει η γιαγιά Μάρτα» (Μπάμπα Μάρτα, στα βουλγαρικά), που είναι η θηλυκή προσωποποίηση του μήνα Μάρτη. Η «Μαρτενίτσα» λειτουργεί στη συνείδηση του βουλγαρικού λαού ως φυλαχτό, το οποίο μάλιστα είθισται να προσφέρεται ως δώρο μεταξύ των μελών της οικογένειας, συνοδευόμενο από ευχές για υγεία και ευημερία.
Το ασπροκόκκινο στολίδι της 1ης του Μάρτη φέρει στα ρουμανικά την ονομασία «Μαρτιζόρ». Η κόκκινη κλωστή συμβολίζει την αγάπη για το ωραίο και η άσπρη την αγνότητα του φυτού χιονόφιλος, που ανθίζει τον Μάρτιο και είναι στενά συνδεδεμένο με αρκετά έθιμα και παραδόσεις της Ρουμανίας. Σύμφωνα με την μυθολογία, ο Θεός - Ήλιος μεταμορφώθηκε σε νεαρό άνδρα και κατέβηκε στη Γη για να πάρει μέρος σε μια γιορτή. Τον απήγαγε, όμως, ένας δράκος, με αποτέλεσμα να χαθεί και να βυθιστεί ο κόσμος στο σκοτάδι. Μια ημέρα ένας νεαρός, μαζί με τους συντρόφους του σκότωσε τον δράκο και απελευθέρωσε τον Ήλιο, φέροντας την άνοιξη. Ο νεαρός έχασε τη ζωή του και το αίμα του -λέει ο μύθος- έβαψε κόκκινο το χιόνι. Από τότε, συνηθίζεται την 1η του Μάρτη όλοι οι νεαροί να πλέκουν το «Μαρτισόρ», με κόκκινη κλωστή που συμβολίζει το αίμα του νεαρού άνδρα και την αγάπη προς τη θυσία και άσπρη που συμβολίζει την αγνότητα.

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Η λαϊκή φαντασία έδωσε στο Μάρτιο ένα σωρό παρατσούκλια, όπως Ανοιξιάτης (γιατί είναι ο πρώτος μήνας της Άνοιξης), Γδάρτης, Παλουκοκάφτης, Κλαψομάρτης, Πεντάγνωμος (για το ευμετάβλητο του καιρού), Βαγγελιώτης (λόγω της γιορτής του Ευαγγελισμού), Φυτευτής, και άλλα δηλωτικά της φυσιογνωμίας του, που έχουν σχέση με ιδιότητες ή πράξεις που του αποδίδονται.
Τα πιο πολλά από αυτά βρίσκονται μέσα στις παραδόσεις και τις παροιμίες που έπλασε ο λαός για να εξηγήσει τις απότομες μεταβολές του καιρού ή τις βαρυχειμωνιές που παρατηρούνται μέσα στο Μάρτη και που πάντα είναι επικίνδυνες για τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
«Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης,
τα παλιά παλούκια καίει, τα καινούργια ξεριζώνει».
στην οποία και χρωστάει τα παρατσούκλια γδάρτης και παλουκοκαύτης.
Για τις μεγάλες του παγωνιές λένε: «Τον Μάρτη χιόνι βούτυρο, μα σαν παγώσει μάρμαρο».
ενώ για την αντιμετώπιση του κρύου άλλες παροιμίες συμβουλεύουν:
«Φύλλα ξύλα για το Μάρτη να μην κάψεις τα παλούκια».
«Το Μάρτη φύλα άχερα μη χάσεις το ζευγάρι».
«Τσοπάνη μου την κάπα σου το Μάρτη φύλαγε την».
«Ο Αύγουστος για τα πανιά κι ο Μάρτης για τα ξύλα».

Η ΚΑΤΕΡΓΑΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ
Στα πολύ παλιά χρόνια ο Μάρτης ήταν ο πρώτος μήνας του έτους. Μια κατεργαριά όμως που έκαμε σε βάρος των άλλων μηνών που ήταν τα αδέλφια του στάθηκε αιτία για να του πάρει την πρωτοκαθεδρία ο Γενάρης.
«Μια φορά κι έναν καιρό αποφασίσανε οι δώδεκα μήνες να φτιάξουνε κρασί σε ένα βαρέλι ώστε να μπορούν να πίνουν όποτε τους ερχόταν η όρεξη.
Έτσι λοιπόν είπε ο Μάρτης:
- Εγώ θα ρίξω πρώτος μούστο στο βαρέλι για να γίνει κρασί και ύστερα ρίχνετε κι εσείς.
- Καλά, ρίξε εσύ πρώτος του είπαν οι άλλοι.
Έτσι και έγινε. Έριξε πρώτα εκείνος στο βαρέλι το μούστο και ύστερα ακολούθησαν και οι άλλοι μήνες.
Όταν λοιπόν ζυμώθηκε ο μούστος και έγινε το κρασί, είπε πάλι ο Μάρτης.
- Εγώ που έριξα πρώτος το μούστο, πρώτος θ' αρχίσω και να πίνω.
-Βέβαια, είπαν οι άλλοι, έτσι είναι το σωστό.
Έτσι λοιπόν τρύπησε το βαρέλι στο κάτω μέρος, και άρχισε να πίνει, ως που ήπιε όλο το κρασί και δεν άφησε ούτε στάλα. Κατόπιν ήρθε η σειρά του Απρίλη να πάει να πιει κρασί. Πηγαίνει και το βρίσκει άδειο. Θυμώνει, το λέει στους άλλους. Τ' ακούνε εκείνοι θυμώνουνε και σκέφτονται τι να κάνουν. Συμφωνούν όλοι λοιπόν να τον τιμωρήσει ο Γενάρης που ήταν και ο μεγαλύτερος αδελφός. Τον πιάνει λοιπόν ο Γενάρης και του τραβάει ένα γερό χέρι ξύλο. Του αφαιρεί και το πρωτείο που είχε, να αρχίζει δηλαδή το έτος κάθε Μάρτη, και έγινε να αρχίζει το έτος από το Γενάρη.
Από τότε όταν ο Μάρτης θυμάται το παιχνίδι που έκανε στα αδέλφια του και τους ήπιε όλο το κρασί, γελάει και ο καιρός ξαστερώνει. Όταν πάλι θυμάται το ξύλο που έφαγε κλαίει και βρέχει».
Η παράδοση, που με μικρές παραλλαγές τη συναντάμε και αλλού είναι αιτιολογική και σκοπεύει στην εξήγηση της ακαταστασίας του καιρού που συνήθως χαρακτηρίζει το Μάρτη.

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ
Το ίδιο φαινόμενο εξηγούν και άλλες παραδόσεις που αναφέρονται στη γυναίκα του Μάρτη.
Κάποτε οι μήνες αποφάσισαν να παντρευτούν. Ο καθένας βρήκε μια γυναίκα που του άρεσε και την παντρεύτηκε. Ο Μάρτης δε φρόντισε το ζήτημα μόνος του και έβαλε προξενητές να του βρούνε μια γυναίκα. Εκείνοι του φέρανε μια κοπέλα η οποία ήταν τυλιγμένη με ένα μαντίλι και του είπαν ότι είναι πολύ όμορφη. Ευκολόπιστος όπως ήταν, την παντρεύτηκε.
Όταν όμως έμειναν μόνοι και έβγαλε το μαντίλι της, τι να δει; Δεν υπήρχε πιο άσχημη στον κόσμο!
Από τότε κάθε φορά που τη θυμόταν άστραφτε, βροντούσε, έβρεχε, έριχνε μπόρες, έκανε παγωνιές. Μόνο όταν ξεχνιόταν μερικές φορές, ηρεμούσε, γαλήνευε κι έκανε καλό καιρό!
Στη Μεσσηνία, λόγου χάρη, λένε ότι η γυναίκα που παντρεύτηκε ο Μάρτης, από μπροστά ήταν πολύ άσχημη, ενώ από πίσω ήταν πολύ όμορφη. Όταν ο Μάρτης τη βλέπει καταπρόσωπο κλαίει και ο καιρός χαλάει, όταν όμως την κοιτάζει από τις πλάτες ευχαριστιέται και ο καιρός καλοσυνεύει.
Γι' αυτό λέγεται και η παροιμία: «Ο Μάρτης πότε κλαίει και πότε γελάει».
Σε άλλες περιοχές η παράδοση θέλει το Μάρτη να έχει δύο γυναίκες, τη μια πολύ όμορφη και φτωχή και την άλλη πολύ άσχημη και πλούσια. Ο Μάρτης κοιμάται στη μέση και όταν γυρίζει κατά την άσχημη, κατσουφιάζει και ο καιρός χαλάει, όταν όμως γυρίζει κατά την όμορφη, χαίρεται και γελάει, και ο καιρός είναι καλός. ζεστός με ήλιο. Τις περισσότερες φορές όμως γυρίζει κατά την άσχημη επειδή αυτή είναι η πλούσια που τρέφει και την φτωχή, την όμορφη.
Έτσι άλλωστε προτιμούν το Μάρτιο και οι χωρικοί, βροχερό, επειδή η σοδειά τους θα είναι καλύτερη. Άλλωστε το βεβαιώνουν και αρκετές παροιμίες.
«Μάρτης έβρεχε, θεριστής χαιρότανε».
«Μάρτης βρέχει; Ποτέ μην πάψει».
«Κάλλιο Μάρτης στις γωνιές παρά Μάρτης στις αυλές».
«Κάλλιο Μάρτης καρβουνιάρης παρά Μάρτης λιοπυριάρης».
«Μάρτης βροχερός θεριστής κουραστικός».
«Μάρτης κλαψής θεριστής χαρούμενος».
«Μάρτης πουκαμισάς δεν σου δίνει να μασάς».
«Σαν ρίξει ο Μάρτης μια βροχή κι Απριλης αλλη μία,
να δεις κουλούρες στρογγυλές και πίττες σαν αλώνι».
και η πασίγνωστη, που είναι παραλλαγή της προηγούμενης:
       «Σαν ρίξει ο Μάρτης δυο νερά κι Απρίλης άλλο ένα,
         χαράς σ' εκείνο το ζευγά πόχει πολλά σπαρμένα».


Η παράδοση της λιθωμένης γριάς
Τα απρόοπτα της βαρυχειμωνιάς που συνήθως επιφυλάσσουν οι τελευταίες ημέρες του Μάρτη, οι «μέρες της γριάς» όπως λέγονται, θέλει να εξηγήσει η παράδοση της «λιθωμένης γριάς».
"Ήτανε μια φορά μια γριά κι είχε κάτι κατσικάκια. Ο Μάρτης τότε είχε εικοσιοκτώ ημέρες και ο Φλεβάρης τριανταμία.
Ήρθε λοιπόν εκείνη την εποχή ο Μάρτης και πέρασε χωρίς να κάμει χειμώνα και η γριά από τη χαρά της που βγήκανε πέρα καλά τα πράματα της, ξεγελάστηκε και είπε:
«Πρίτσι Μάρτη μου, στην πομπή σου. Μπήκες, βγήκες τίποτα δε μου έκανες. Τα αρνάκια και τα κατσικάκια μου τα ξεχείμασα».
Τότε ο Μάρτης πείσμωσε και δανείστηκε τρεις ημέρες απ' το Φλεβάρη και έριξε χιόνια πολλά.
Ήταν τόσο άσχημος ο καιρός, που η γριά και τα ζωντανά της πέτρωσαν από το κρύο.
Για αυτό που έπαθε εκείνη η γριά, τις τρεις τελευταίες ημέρες του Μάρτη τις λένε ημέρες των γριών.
Σε κάποια χωριά ονοματίζουν κάθε μία από αυτές τις ημέρες με το όνομα μίας από τις πιο ηλικιωμένες γριές του χωριού. Αν τύχει καλή ημέρα θεωρούν πως η γριά είναι καλή, ενώ αν τύχει κακοκαιρία λένε πως έγινε από την κακία της γριάς.
Από τότε λένε ότι έχει ο Μάρτης τριανταμία ημέρες και ο Φλεβάρης εικοσιοκτώ. Για αυτό άλλωστε το λένε κουτσό και κουτσοφλέβαρο.


© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki