Sunday 22 November 2020

Παιδικά παραμύθια

«Θα μου το διαβάσεις;»

Η μικρή ανιψιά της, κάθε φορά που την έβλεπε, πήγαινε στη βιβλιοθήκη και έφερνε το ίδιο ακριβώς βιβλίο: «Το ασχημόπαπο».

«Εσύ μου το έφερες. Το θυμάσαι;»

Φυσικά και το θυμόταν. Οπως και όλα σχεδόν τα βιβλία που είχε χαρίσει στα κορίτσια. Το «Ασχημόπαπο» το είχαν διαβάσει αμέτρητες φορές. Μόλις τελείωνε η πρώτη ανάγνωση, της έλεγε:

«Πάλι», με εκείνο το λίγο ναζιάρικο, λίγο επιτακτικό ύφος που παίρνουν τα παιδιά όταν θέλουν κάτι και δεν δέχονται αντιρρήσεις. Κι έτσι το διάβαζε και το ξαναδιάβαζε. Αν καμιά φορά μπερδευόταν και της ξέφευγε καμιά λέξη ή την άλλαζε ακόμα και ασυνείδητα, η μικρή τη διόρθωνε:

«Δεν λέει έτσι εδώ. Αυτό λέει». Κι ας μην ήξερε να διαβάζει.

Κι εκείνης της άρεσε να τους χαρίζει βιβλία, ειδικά τις γιορτές, μαζί με ό,τι άλλο. Να πηγαίνει στα βιβλιοπωλεία, να τα φυλλομετρά, να κοιτάζει τις εικονογραφήσεις τους και να διαλέγει. Σαν να διάλεγε για κείνη.

Και χαιρόταν που μάθαιναν να διαβάζουν, να παίρνουν το βιβλίο τους στο κρεβάτι πριν κοιμηθούν.

Φέτος, αναρωτιόταν τι θα έκανε. Ολα γύρω ήταν κλειστά. Μόνο κάποιες υπηρεσίες -κι αυτές με ραντεβού ή διαδικτυακά- λειτουργούσαν, φαρμακεία και καταστήματα τροφίμων. Μόνο ό,τι παρέχει είδη και υπηρεσίες πρώτης ανάγκης, είπαν οι Αρχές.

Μα, δεν είναι τα βιβλία είδος πρώτης ανάγκης; Δεν είναι τα παραμύθια είδος πρώτης ανάγκης για τα παιδιά; Ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος. Και αυτό το έρημο το πνεύμα, τι θα κάνει; Θα περιοριστεί σε ό,τι προσφέρει η τηλεόραση; Ή ό,τι μπορεί να ανακαλύψει με πολλή προσπάθεια και άλλη τόση τύχη στο διαδίκτυο;

Μαζί με όλα τα άλλα σκεφτόταν τα παιδιά. Σταδιακά, τους τα στερούσαν όλα. Η μία ανιψιά της έκανε μάθημα χορού μέσω διαδικτύου. Τα αγγλικά της το ίδιο, όπως και τα μαθήματα του σχολείου -όταν δεν έπεφτε το δίκτυο. Η πιο μικρή, καθισμένη σε αναμμένα κάρβουνα, αδυνατούσε να παρακολουθήσει τη νηπιαγωγό που προσπαθούσε να διαβάσει από οθόνης ένα παραμύθι. Οι βόλτες στην παιδική χαρά ήταν απαγορευμένες, οι επαφές με τους φίλους τους γίνονταν κι αυτές -όποτε- από οθόνης. Παιδιά που μεγάλωναν αγκαλιά με οθόνες και η μόνη επαφή με το πραγματικό περιβάλλον ήταν μια μισάωρη βόλτα, αν προλάβαιναν οι γονείς, με «άδεια» από μια εφαρμογή.

«Δεν μπορώ άλλο στο σπίτι. Βαραίνομαι», της έλεγε η τρίτη ανιψιά της στο τηλέφωνο. Στο προνήπιο εκείνη. Δεν ήθελε άλλο να ζωγραφίζει, τα παιχνίδια της δεν έκρυβαν άλλες εκπλήξεις και τα βιβλία της τα είχε διαβάσει ξανά και ξανά και ξανά και ξανά.

«Και φέτος τι θα κάνω;» αναρωτιόταν. Ούτε της ίδιας της άρεσε να ψωνίζει από το διαδίκτυο, όταν μπορούσε το απέφευγε. Αυτά που διάβαζε, αυτά που έτρωγε, αυτά που φορούσε, ήθελε προηγουμένως να τα έχει δει πριν τα αγοράσει. Οπως δεν θα αγόραζε παπούτσια αν δεν της έρχονταν καλά, έτσι δεν θα έπαιρνε και βιβλία. Ειδικά αν ήταν για δώρο.

Κι έτσι, μαζί με την ημερήσια ενημέρωση για την υγειονομική κατάσταση και το μέλλον της καραντίνας, προσπαθούσε καθημερινά να βρει ειδήσεις για το τι θα γίνει με τα βιβλιοπωλεία και τις άλλες μικρές επιχειρήσεις που μαράζωναν.

Εκεί που ακόμα και το περιτύλιγμα του δώρου έχει προσωπικό χαρακτήρα και δεν είναι διαφημιστικό χαρτί. Εκεί που ο πωλητής έχει γνώμη για το βιβλίο στην προθήκη του και μπορεί να σου πει δυο πράγματα γι’ αυτό. Συχνά, πριν το φέρει στο μαγαζί του, το έχει διαβάσει κιόλας. Εκεί που μπορείς να μυρίσεις χαρτί και μελάνι και δεν είσαι ένας ακόμα αριθμός παραγγελίας σε μια χαώδη αποθήκη.

Ηθελε να γράψει ένα γράμμα στους αρμόδιους, μήπως τους συγκινήσει. Μήπως μπορέσει να τους εξηγήσει τι σημαίνουν τα καινούργια βιβλία και τα παραμύθια για τα παιδιά, και πόσο μεγάλη ανάγκη είναι να λειτουργήσουν τα βιβλιοπωλεία.

Αλλά την απάντηση τη μάντευε. Τίποτα. Αφωνία ή -το πολύ- κούφια λόγια. Οπως για τόσα και τόσα άλλα, εξίσου καίρια και σημαντικά.

archkatsoura@yahoo.gr

efsyn.gr

Την έκανε λάστιχο σφεντόνα !

Λόγω της μεγάλης   κλεισούρας και της καταχνιάς που βρίσκονται σε όλο τον κόσμο οι άνθρωποι λόγω της πανδημίας του Κορωνοϊού και η επικοινωνία γίνεται μόνο με ευκολία από το διαδίκτυο...θέλω με τον δικό μου τρόπο να κάνω πιο ευχάριστη την παραμονή σας στην κλεισούρα και την απομόνωση! 

Ας το αφιερώσω λοιπόν στην παγκόσμια ημέρα του παιδιού και ας θυμηθούμε τα παιδικά μας χρόνια που ήταν γεμάτο γέλιο και ανεμελιά παρά τις αντίξοες οικονομικές συνθήκες!

Το σημερινό μου κείμενο θα έχει πέραν του δέοντος χιούμορ και γέλιο ίσως και πικάντικα λόγια διονυσιακού χαρακτήρα! 

Σε πρωινό μου τηλέφωνο με φίλο από τα παλιά αρχίσαμε πρωί πρωί να λέμε αστεία και διάφορα περί μαλθακίας οπότε κάποια στιγμή αναφερθήκαμε και στο λάστιχο ότι την έκανε σφεντόνα! 

Ο καθένας μπορεί να σκεφτεί και να φανταστεί τί θέλει να πει ο ποιητής!

Θυμάμαι ότι την δεκαετία του 1950 μέχρι τα δώδεκα μου χρόνια παρ' ότι για τα παιδιά της οικογένειας μας ήταν απαγορευμένη η σφεντόνα αυστηρά από τον πατέρα μας επειδή ένας θείος μας  σε μικρή ηλικία είχε χάσει το μάτι του από σφεντόνα εν τούτοις εγώ επειδή ήμουν από τα καλόπαιδα έφτιαχνα πάντοτε σφεντόνα κρυφά και την έκρυβα για να μην την δεί ο μπάρμπα Σπύρος και θα μου έκανε μαύρα τα κωλομέρια μου από το ξύλο με το πλακέ του πριονιού! 

Υλικά πάντοτε εύρισκα και λάστιχα και πετσάκι δέρματος από τα δύο τσαγκαράδικα που είχαμε στην γειτονιά του Παντελή Μήνα και του Σιδερή Λιμπούση που καθημερινά μπαινόβγαινα και ειδικότερα στου Λιμπούση που είχε χοντρά σίδερα στά γέρματα του κτιρίου και κάναμε μονόζυγο μαζί με τον αδελφό μου Στέφανο! 

Φυσικά με την σφεντόνα σκότωνα πουλάκια ή την χρησιμοποιούσα στον πετροπόλεμο της πάνω με την κάτω γειτονιά του χωριού μας της Καλλιμασιάς! 

Πάνω στην πρωινή κουβέντα με τον παλιό φίλο αναφερθήκαμε σε ένα παλιό κείμενο από τα δεκάδες βιβλία του θρυλικού δασκάλου των Θυμιανών Κυριάκου Πρωάκη που θα αναφερθώ σε ένα απόσπασμα σχετικά με την σφεντόνα και έχει πολύ χιούμορ! 

Και γράφει ο σεβαστός Δάσκαλος:

"Ας είναι... Μια φορά ο Νικολής ζαβά πράγματα εν ήκαμνεν ! Άλλο από ακαμάτης ηκυνήγαγε τα πουλάκια και τονε τάιζεν ο κύρης του κι ας ήτανε στα 35 του χρόνια τίποτις εν ήκαμνεν.

Από παντρειά; Ποιά ήθεν να τον πάρει; 

Όλες οι κόρες κι οι πιό παρακατιανές, εν ηθέλανε να τον ακούσουνε, αφού ήταν ψοφακαμάτης! 

Όταν κάποτες πέθαναν οι γονείς του τον εφρόντιζε η θεία του η Κατινιώ. Για ψυχικό του έδινε ένα πιάτο φαΐ και ήπλυνέν του και κάνα βρακί.

Μια μέρα ο Νικολής ηπήαινε με την σφεντόνα κυνήγι. Έν ησκότωσεν τίποτις και στο γυρισμό βλέπει κάτι όρνιθες που εβοσκούσανε. Βγάζει την σφεντόνα σημαδεύει μια τή χτυπά στο κεφάλι και την παίρνει! Κακή του τύχη τον είδενε ο ντραγάτης.

Τον πιάνει και τον πα στο Μνημονείο όπου ήταν το γραφείο που ηπήαινεν ο Προεστός κι Μνήμονας ,ο Γραμματικός και ηδίκαζεν και μικρουποθέσεις έδεκει.

(Και για να μην τα γράφω όλα στα Θυμιανούσικα συνεχίζω με την σημερινή διάλεκτο για να μην σας κουράσω)...

Όταν του είπαν τα καμώματα του Νικολή παίρνει την σφεντόνα και την κομματιάζει, του παίρνει και την όρνιθα και την δίνει του νοικοκύρη της και διατάζει να μείνει στο μπουντρούμι όλη τη νύχτα.

Το πρωί πάει ο Προεστός και τον βγάζει από το μπουντρούμι και τον ρωτά: 

Ά το ξανακάμεις ευτό;

Όχι, λέει ο Νικολής . Ά γίνεις καλός άνθρωπος; Ναι... Τώρα ήντα θες απέ μένα;

Να με φήκεις να πάω σπίτι μου.

Και δεν μου λες ήντα α κάμεις, άμα πας σπίτι; Κι ο Νικολής με φυσικότητα λε: Ά παντρευτώ! 

Ο Προεστός δεν το δενε άσκημο ετούτο γιατί ησκέφτηκε πως άμα παντρευτεί, ά συμμαζευτεί. Καί συνεχίζει τις ερωτήσεις: 

Κι άμα παντρευτείς , ύστερις ήντα ά κάμεις; Ά πάρω τη γυναίκα μου κι ά πάω στο σπίτι. Κι ύστερα; 

Ά της βγάλω το νυφικό...

Παρακάτω; Ά της βγάλω και τα μεσινά ρούχα ! Ποια ρούχα;  ετόλμησεν ο Προεστός...

Να το μπουστάκι... Μόνο; Όχι! Καί το άλλο... Δηλαδή ά τηνε τσιτσιδώσεις; Ναι... Ε, κι ύστερα ήντα ά κάμεις βρε Νικολή;

Κι ο Νικολής με περιηφάνεια:  

Α πάρω το βρακί της κι ά βγάλω τη βρακοζώνα κι ά κάμω μίαν ασφεντόνα!

Αυτά από τον χαζό Νικολή για την σφεντόνα που πολλοί σήμερα τεντώνουν τα λάστιχα και το πετσάκι  και του δίνουν και καταλαβαίνει για εκτόνωση κι όσα πάνε κι όσα έρθουν αρκεί να περνούν όμορφα κι ωραία! 

Εύχομαι Χρόνια Πολλά για την παγκόσμια ημέρα του παιδιού και να είμαστε όλοι καλά Γεροί Υγιείς και Δυνατοί Χαρούμενοι καί ευτυχισμένοι και με το χαμόγελο στά χείλη και Αισιοδοξία!

alithia.gr

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki