ΜΙΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ...
28 Απριλίου 2009
Μια φορά και έναν καιρό, πριν πολλά χρόνια ζούσε μια πολλή φτωχή οικογένεια σε ένα χωριουδάκι της Αιτωλοακαρνανίας! Πέντε παιδιά είχαν, τρία αγόρια και δύο κορίτσια! Τη Γιάννα, τη Δημητρούλα, τον Κώστα, το Σάκη και το Στέλιο. Οι καιροί τότε ήταν πολύ δύσκολοι! Η μαμά τους δούλευε συνέχεια για ένα πιάτο φαί και ο μπαμπάς τους... δεν έχω να σας πω και πολλά για αυτόν καθότι δεν τον γνώρισα ποτέ! Η οικογένεια αποφάσισε κάπου μέσα στο 1970 να κυνηγήσει το όνειρο στη μεγάλη Αθήνα! Για τα επόμενα λοιπόν χρόνια, μια καλύβα σε ένα χωράφι κάπου στην τωρινή Κηπούπολη, στέγασε με ζεστασιά και θαλπωρή την επταμελή οικογένεια! Τότε όρεξη για δουλειά να είχες και σε έπαιρναν! Τα αγόρια λοιπόν κατάφεραν να χωθούν σε ένα εργοστάσιο - δίπλα στον κάποτε Κεράνη, τα δε κορίτσια λίγο αργότερα παντρεύτηκαν!
Μια φορά και έναν καιρό, πριν πολλά χρόνια ζούσε και μια άλλη πολλή φτωχή οικογένεια σε ένα χωριουδάκι της Λακωνίας, κοντά στο Γύθειο! Τρία παιδιά είχαν, δύο αγόρια και ένα κορίτσι! Το Γιάννη, το Γιώργο και την Αλεξάνδρα! Ήταν άνθρωποι που ζούσαν δουλεύοντας στα κτήματα των πλουσίων! Βραστή πατάτα και ζαρζαβατικά ήταν το καθημερινό τους πιάτο και άντε και κάνα κοτόπουλο ψητό το Πάσχα! Ο ένας από αυτούς, ο Γιώργος κατάφερε με την πίεση της μάνας του να βγάλει το εξατάξιο τότε δημοτικό. Ο Γιάννης και η Αλεξάνδρα όμως το παράτησαν στην Πέμπτη τάξη! Κάποια στιγμή ο πατέρας τους απεβίωσε και μετά από κάμποση σκέψη αποφάσισαν να μετακομίσουν και οι τρεις με τη μάνα τους στην Αθήνα! Ζούσαν σε μια πολυκατοικία στη Νίκαια! Ο μορφωμένος Γιώργος έμπλεξε στη νύχτα και το τζόγο! Παντρεύτηκε, χώρισε με ένα παιδί και ξαναπαντρεύτηκε! Ο Γιάννης δούλεψε κάποια χρόνια ταξιτζής, στη συνέχεια όμως παντρεύτηκε και επέστρεψε στο πατρικό τους κοντά στο Γύθειο όπου και έγινε παππάς! Η Αλεξάνδρα έπιασε δουλειά ως εργάτρια στο εργοστάσιο δίπλα στον Κεράνη! Εκεί γνώρισε τον, κατά δύο χρόνια παρακαλώ μικρότερό της, Κώστα της πρώτης οικογένειας! Ερωτεύθηκαν παράφορα, παντρεύτηκαν και αν και η μέρα του γάμου τους σημαδεύτηκε από το θάνατο του πατέρα του Κώστα, ζουν ως σήμερα ευτυχισμένοι! Έκαναν και δύο παιδάκια! Τον Πέτρο και το Μιχάλη... εμένα και τον αδερφό μου...
Τα χρόνια περνούσαν! Όλα τα ξαδερφάκια μαζευόμασταν στις γιορτές και τσιρίζαμε απ'τη χαρά μας! Κυνηγητό, κρυφτό, πατητό! Τα χρόνια της νιότης! Πόσα είμασταν Θεέ μου! Καμμιά δεκαριά θαρρώ!
Το μόνο μελανό σημείο στην όλη υπόθεση ήταν ο Μιχάλης! Ο Μιχάλης δεν είναι σαν και εμάς! Είναι διαφορετικός! Είναι το αγκάθι και ο Γολγοθάς του Κώστα και της Αλεξάνδρας... των γονιών μου! Είναι άτομο με διαφορετικές ανάγκες, άτομο που χρήζει διαφορετικής περιποίησης, άτομο με μια ειδική εγκεφαλοπάθεια που του προσδίδει αυτιστικόμορφη και ενίοτε επιθετική συμπεριφορά! Αυτό απομόνωσε κατά κάποιο τρόπο την οικογένεια και περιόρισε τις κοινωνικές συνευρέσεις με τους υπόλοιπους! Οι γονείς μου ήταν πολύ λυπημένοι με την πίκρα που τους επιφύλαξε ο Θεός! Όμως δέχτηκαν τον Μιχάλη όπως είναι, τον αγκάλιασαν, τον αγάπησαν δυνατά και του προσέφεραν όλη τη βοήθεια που θα μπορούσε να έχει! Ήταν και θα είναι πάντα δίπλα του, μέχρι τέλους.
Και τα χρόνια συνέχισαν να περνούν! Σήμερα πια όλο το συγγενολόι έχει διαλυθεί! Ο παππάς αδερφός της μάνας μου (ο Γιάννης) απεβίωσε πριν μερικά χρόνια από εγκεφαλικό επεισόδιο! Με τον άλλο της αδερφό (το Γιώργο), βρίσκονται στα μαχαίρια λόγω (τι άλλο?) κτηματικών διαφορών για το πατρικό στο Γύθειο! Από τη δε μεριά του πατέρα μου τα πράματα είναι χειρότερα! Η Γιάννα δε μιλά με τη Δημητρούλα λόγω κτηματικών διαφορών για το πατρικό στην Κηπούπολη! Ο πατέρας μου δε μιλάει με τη Δημητρούλα, και ο Στέλιος δε μιλά με τη Γιάννα. Μπαχαλοκατάσταση! Τις προάλλες είχαμε το τριών χρόνων μνημόσυνο της γιαγιάς μου! Η ατμόσφαιρα ψυχρή! Μερικά από τα παιδιά της έλειπαν! Και αναρωτιέμαι πόσο γουρούνι θα μπορούσε να είναι κανείς ώστε να μη παρευρεθεί στο μνημόσυνο της μάνας του! Και οι ματιές χαμηλές και συνάμα βλοσσυρές... και εμείς τα ξαδέρφια ... ούτε άσπρο, ούτε μαύρο ... απλά αδιάφορα ... αμέτοχα! Και ο μοναδικός που ξέφυγε απ'το κλίμα ήταν ο 36χρονος πια αδερφός μου!
Ο Μιχάλης, που περιφερόταν χαμένος στον εαυτό του. Και όταν ξυπνούσε στο "σοφό" κόσμο των μεγάλων, ρωτούσε "θείε γιατί δε μιλάς?" και απάντηση δεν ελάμβανε! Και τον μάλλωνε η μάνα μου που ρωτούσε έτσι αδιάκριτα... όμως εκείνος συνέχιζε παρακαλώντας να του δώσουν σημασία! Και ο Μιχάλης δεν καταλάβαινε! Και δε θα καταλάβει ποτέ! Διότι έχουμε κάνει τον κόσμο μας μίζερο, πολύπλοκο, ύπουλο και πονηρό! Και χαλάμε τις καρδιές μας και ξεχνάμε τις ρίζες μας, για οικοδομικά τετράγωνα, κτίσματα και κληρονομιές! Και δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι όλα εδώ θα μείνουν! Εμείς θα φύγουμε! Αλλά μέχρι να φύγουμε θα είμαστε με κρεμασμένα μούτρα και μαυρισμένες ψυχές ... και με έναν Μιχάλη να προσπαθεί άθελά του να μας θυμίσει πως η ουσία τελικά είναι μακράν αλλού...
ευχαριστούμε Μενεξεδιά!!