Του Αλέξανδρου Αυλωνίτη
«Το ελεύθερο» να ερευνούν τα στοιχεία που είναι αποθηκευμένα στο κομπιούτερ ενός υπόπτου, σε εξαρτήματά του, σε ψηφιακή φωτογραφική μηχανή ή άλλο υλικό φορέα, αποκτούν οι αστυνομικοί, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να ζητήσουν προηγουμένως άρση του απορρήτου δια της δικαστικής οδού.
H άμεση διείσδυση και η ανεμπόδιστη πρόσβαση των αστυνομικών στο άβατο του ηλεκτρονικού υπολογιστή που χρησιμοποιεί ένας ύποπτος για τέλεση αδικήματος, έχει όμως και αυτή τα όριά της. Έτσι, οι αστυνομικοί δεν μπορούν να ερευνήσουν την ηλεκτρονική αλληλογραφία (e-mail) των κατηγορουμένων, την κίνησή τους και κάθε είδους επικοινωνία στο διαδίκτυο, εάν δεν εξασφαλίσουν προηγουμένως τη δικαστική άρση του απορρήτου των επικοινωνιών.
Ερωτήματα
H Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, απαντώντας σε σειρά ερωτημάτων του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και της EΛAΣ, που συνεχώς πλέον βρίσκεται αντιμέτωπη με έρευνες υλικού καταχωρισμένου σε κομπιούτερ, θεωρεί υποχρεωτική τη διαδικασία των δικαστικών εγγυήσεων για να αρθεί το απόρρητο, μόνο όταν προκύπτουν στοιχεία που βεβαιώνουν ότι υπάρχει μία μορφή επικοινωνίας, καθώς αυτή προστατεύεται ως απόρρητη, με βάση το άρθρο 19 του Συντάγματος (για το απαραβίαστο των επιστολών, της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας).
H Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, απαντώντας σε σειρά ερωτημάτων του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και της EΛAΣ, που συνεχώς πλέον βρίσκεται αντιμέτωπη με έρευνες υλικού καταχωρισμένου σε κομπιούτερ, θεωρεί υποχρεωτική τη διαδικασία των δικαστικών εγγυήσεων για να αρθεί το απόρρητο, μόνο όταν προκύπτουν στοιχεία που βεβαιώνουν ότι υπάρχει μία μορφή επικοινωνίας, καθώς αυτή προστατεύεται ως απόρρητη, με βάση το άρθρο 19 του Συντάγματος (για το απαραβίαστο των επιστολών, της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας).
Αντίθετα, τα στοιχεία που βρίσκονται σε σκληρό δίσκο κομπιούτερ, σε εξαρτήματά του, σε ψηφιακή φωτογραφική μηχανή κ.λπ., εφόσον δεν αφορούν κάποια επικοινωνία ή ανταπόκριση, δεν υπάγονται στην προστατευτική σφαίρα του απορρήτου των επικοινωνιών και συνεπώς ερευνώνται χωρίς δικαστική άδεια.
Οι αστυνομικές αρχές ζήτησαν να γνωμοδοτήσει η Εισαγγελία Αρείου Πάγου, δεδομένου ότι υπήρξαν αντίθετες γνώμες από διάφορες υπηρεσίες (και εισαγγελικές) με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σύγχυση για το μέχρι πού και με την άδεια τίνος μπορεί να προχωρήσει ο αστυνομικός έλεγχος σε στοιχεία υπόπτων, ζήτημα κρίσιμο λόγω της συνεχόμενης αυξανόμενης χρήσης κομπιούτερ.
O αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου K. Kαρούτσος (αρμόδιος εισαγγελέας στο σκέλος των ερευνών για την τρομοκρατία, όταν συνελήφθησαν τα μέλη της «17N» κ.λπ.) επιτρέπει καταρχήν την αστυνομική έρευνα σε στοιχεία του κομπιούτερ ενός ύποπτου για τέλεση αδικήματος, με γνωμοδότηση - πιλότο για τις διωκτικές αρχές.
Στη γνωμοδότηση συμβαίνει ότι αν η Αστυνομία γνωρίζει, πριν να ξεκινήσει την εργαστηριακή εξέταση ηλεκτρονικών πειστηρίων, ότι πρόκειται να επεξεργαστεί στοιχεία ανταπόκρισης ή επικοινωνίας ενός προσώπου ή άλλων που σχετίζονται με την διευρυνόμενη υπόθεση, τότε πρέπει να ζητήσει από πριν τη δικαστική άρση του απορρήτου των επικοινωνιών.
Στοιχεία
Εάν τα στοιχεία αυτά εντοπιστούν, αφού ξεκινήσει ή ολοκληρωθεί η εργαστηριακή διαδικασία, τότε πάλι οφείλει να ζητήσει την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών.
Εάν τα στοιχεία αυτά εντοπιστούν, αφού ξεκινήσει ή ολοκληρωθεί η εργαστηριακή διαδικασία, τότε πάλι οφείλει να ζητήσει την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών.
Κατά τον εισαγγελέα, η ολοκλήρωση της διαδικασίας είναι σύμφωνα με την Ποινική Δικονομία, που υποδεικνύει στις ανακριτικές αρχές να συγκεντρώνουν, χωρίς χρονοτριβή, πληροφορίες για το έγκλημα και τους δράστες, συλλέγοντας αποδείξεις και εξασφαλίζοντας τα ίχνη του εγκλήματος.
Βούλευμα
Εάν χρειαστεί βούλευμα για άρση του απορρήτου, μέχρι να εκδοθεί, απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε στοιχείο επικοινωνίας προέκυψε από την εργαστηριακή έρευνα.
Εάν χρειαστεί βούλευμα για άρση του απορρήτου, μέχρι να εκδοθεί, απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε στοιχείο επικοινωνίας προέκυψε από την εργαστηριακή έρευνα.
Αν το αίτημα άρσης γίνει δεκτό, αξιοποιούνται τα στοιχεία, αλλιώς εάν απορριφθεί το αίτημα, τότε τα στοιχεία καταστρέφονται άμεσα. Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, ο εργαστηριακός έλεγχος των πειστηρίων σε ηλεκτρονική ή ψηφιακή μορφή (σκληροί δίσκοι, ηλεκτρονικοί υπολογιστές κ.λπ.) όπως και των πειστηρίων ήχου, πρέπει να γίνεται για να διακριβωθούν μόνο τα εγκλήματα που αναφέρονται περιοριστικά στη διάταξη άρσης του απορρήτου. Συνεπώς, απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί ο έλεγχος για να διακριβωθούν άλλα αδικήματα που δεν αναφέρονται ρητά στη διάταξη άρσης του απορρήτου.
Eάν, όμως, δεν έχουν προσδιοριστεί στη διάταξη ακριβώς τα αδικήματα και οι αστυνομικοί ξεκινούν την έρευνα πιθανολογώντας την τέλεση οποιουδήποτε εγκλήματος, τότε με την ολοκλήρωσή της οφείλουν να απευθύνονται στον εισαγγελέα για να συγκεκριμενοποιήσει τα αδικήματα.
Η Ε.Ε. για την εγκληματικότητα στο διαδίκτυο
Με την λήψη μέτρων για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας στο διαδίκτυο, των σεξουαλικών αδικημάτων κατά των παιδιών και των ευπαθών ομάδων, καθώς και με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού συστήματος για ανταλλαγή πληροφοριών που προέρχονται από τα ποινικά μητρώα, ασχολήθηκε το Συμβούλιο υπουργών Δικαιοσύνης της E.E. που συνήλθε στις Βρυξέλλες.
Με την λήψη μέτρων για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας στο διαδίκτυο, των σεξουαλικών αδικημάτων κατά των παιδιών και των ευπαθών ομάδων, καθώς και με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού συστήματος για ανταλλαγή πληροφοριών που προέρχονται από τα ποινικά μητρώα, ασχολήθηκε το Συμβούλιο υπουργών Δικαιοσύνης της E.E. που συνήλθε στις Βρυξέλλες.
Με βάση τις σχετικές εργασίες, η ανταλλαγή ποινικών στοιχείων θα γίνει πολύ ευρύτερη και ευκολότερη με στόχο τον περιορισμό της εγκληματικότητας.
O Έλληνας υπουργός Σ. Xατζηγάκης αναφέρθηκε στα νομοσχέδια που θα εισαχθούν σύντομα προς ψήφιση στην Ελληνική Βουλή και τα οποία αντιμετωπίζουν με αυστηρές διατάξεις την κακοποίηση και σεξουαλική εκμετάλλευση των παιδιών, καθώς και το έγκλημα στον κυβερνοχώρο.
Με το δεύτερο ποινικοποιούνται οι παρεμβολές σε δεδομένα και συστήματα υπολογιστή (π.χ. hackers, κλοπές δεδομένων κ.λπ.) και αντιμετωπίζεται αυστηρότερα η παιδική πορνογραφία μέσω διαδικτύου.
Με το πρώτο ποινικοποιείται και η προσέλκυση παιδιών για σεξουαλικούς λόγους («grooming») μέσω της σύγχρονης τεχνολογίας και κυρίως μέσω διαδικτύου και κινητής τηλεφωνίας, στην οποία ολοένα και περισσότεροι ανήλικοι δείχνουν την προτίμησή τους.