Μια μέρα αποφάσισε να δει πόσο τον αγαπούσαν κι εκείνοι.
Φώναξε λοιπόν τον καθένα και τον ρώτησε πόσο τον αγαπάει. «Σ' αγαπώ όσο αγαπώ το χρυσάφι και τα κοσμήματα», είπε ο πρώτος γιος και ο βασιλιάς ευχαριστήθηκε πολύ.
«Σ' αγαπώ όσο αγαπώ τα λεφτά», είπε ο δεύτερος γιος και πάλι ο βασιλιάς ευχαριστήθηκε πολύ.
«Σ' αγαπώ όσο αγαπώ το αλάτι», είπε ο τρίτος γιος.
Ο βασιλιάς τότε θύμωσε πολύ και έδιωξε τον τρίτο γιο από το παλάτι.
Εκείνος περιπλανήθηκε σε πόλεις και χωριά, έκανε πολλές δουλειές και κατάφερε με την εξυπνάδα του να γίνει βασιλιάς σε μια άλλη πολιτεία.
Εκείνος όμως πάντα θυμόταν τον πατέρα του και τον άδικο διωγμό του από το παλάτι, αλλά δεν του κρατούσε κακία. Έτσι, μια μέρα αποφάσισε να κάνει ένα γιορταστικό τραπέζι και κάλεσε σ' αυτό βασιλιάδες από κοντά κι από μακριά.
Ανάμεσά τους ήταν και ο πατέρας του.
Το τραπέζι ήταν πολύ πλούσιο.
Είχε όλων των ειδών τα φαγητά, τα φρούτα και τα γλυκά.
Μόνο που όλα τα φαγητά ήταν ανάλατα.
Έτσι είχε συμφωνήσει ο τρίτος γιος με το μάγειρα.
Όταν όλοι κάθισαν στο γιορτινό τραπέζι, ο βασιλιάς πατέρας του πήρε το πιρούνι και άρχισε να τρώει.
Με τις πρώτες όμως πιρουνιές παραπονέθηκε ότι το φαγητό
δεν είχε καθόλου αλάτι και σταμάτησε να τρώει.
Καθόταν περίλυπος μπροστά σ' αυτό, το τόσο πλούσιο... με άγευστα φαγητά τραπέζι.
Τότε ο τρίτος του γιος, που στεκόταν δίπλα του, αλλά ο γερο-βασιλιάς δεν είχε αναγνωρίσει, γύρισε και του είπε:
«Πατέρα, όταν πριν από πολλά χρόνια σου είπα ότι σ' αγαπώ όσο το αλάτι,
με έδιωξες από το παλάτι σου. Τώρα, γιατί είσαι τόσο λυπημένος επειδή
δεν μπορείς να φας το ανάλατο φαγητό σου;».
Ο γερο-βασιλιάς, έκπληκτος, αναγνώρισε το γιο του και κατάλαβε το λάθος του.
«Συγνώμη, γιε μου, ήμουν τόσο άδικος μαζί σου...» του είπε.
Τότε ο γιος αγκάλιασε τον πατέρα του και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα...
από paidika
The King and His Daughters
There was once a king who had several daughters.
To the first he said, "How do you love me?"
"I love you as sugar," said she.
To the next he said, "And how do you love me?"
"I love you as honey," said she.
To the third he said, "And how do you love me?"
"I love you as sherbet," said she.
To the last and youngest he said, "And how do you love me?"
"I love you as salt," said she.
On hearing the answer of his youngest daughter the king frowned, and, as
she...
more...