Οι Πελοποννήσιοι συνέχιζαν τη συγκινητική τους αντίσταση εξαντλημένοι, πεινασμένοι και άοπλοι οι περισσότεροι, παρόλο που ο Ιμπραήμ εφήρμοσε τη μέθοδο του προσκυνήματος σε μεγάλη κλίμακα, ιδιαίτερα μετά την επιστροφή του από το Μεσολόγγι. Προσκύνημα ονομαζόταν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας η δήλωση υποταγής μεμονωμένων ατόμων η ολόκληρων ομάδων ή και περιοχών προς τον κατακτητή, εναντίον του οποίου είχαν εξεγερθεί. Οι Τούρκοι έδιναν στους προσκυνημένους ειδικό πιστοποιητικό, γνωστό ως «ράι μπουγιουρντί» ή «προσκυνοχάρτι». Με αυτόν τον τρόπο οι επαναστατημένοι επανέρχονταν στην κατάσταση του υπάκουου υπηκόου. Ο Κολοκοτρώνης ανέφερε στα απομνημονεύματά του ότι όσοι οπλαρχηγοί προσκυνούσαν, κυρίως λόγω των υψηλών χρηματικών αμοιβών που τους υποσχέθηκε ο Ιμπραήμ, ήταν πρώην μισθοφόροι στην υπηρεσία των προκρίτων του Μοριά.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης απέτρεψε το προσκύνημα του Μοριά λαμβάνοντας σκληρά μέτρα.
Ένας από τους πιο σημαντικούς οπλαρχηγούς που άλλαξε στρατόπεδο ήταν ο Δημήτριος Νενέκος από το χωριό Ζουμπάτα της Αχαϊας. Ήταν αρβανίτικης καταγωγής, όπως και οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού του και των γύρω χωριών. Το παράδειγμα του οπλαρχηγού Νενέκου που είχε πολεμήσει γενναία τον Ιμπραήμ, αλλά τελικά τον προσκύνησε, ακολούθησαν σύντομα οι συγχωριανοί του και έπειτα πολλοί από τους Αρβανίτες των γειτονικών περιοχών. Οι περισσότεροι όμως αναγκάσθηκαν να προσκυνήσουν εξαιτίας της τρομοκρατίας που ασκούσαν οι άνθρωποι του Νενέκου. Για τους Τούρκους είχε ιδιαίτερη σημασία ότι ο Νενέκος, πριν προσχωρήσει στο δικό τους στρατόπεδο, είχε φήμη γενναίου πολεμιστή και έχαιρε γενικής εκτίμησης. Αυτό το κύρος του εκμεταλλεύθηκαν οι εχθροί και τον περιέβαλαν με μεγάλη εμπιστοσύνη και αίγλη, απονέμοντάς του με φιρμάνι τον τίτλο του μπέη. Πιστοί συνεργάτες του Νενέκου γίνονταν και όσοι από τους κατοίκους, χάρη σ’ αυτόν, ελευθερώνονταν από την τουρκική αιχμαλωσία. Δεν έλειψαν φυσικά και εκείνοι που, εξαιτίας προσωπικών διαφορών με τους συμπατριώτες τους, πρόδιδαν εκείνους που δεν είχαν δεχθεί να υποταχθούν ξανά στον σουλτάνο. Σ’ αυτές τις πράξεις ωθούντο και από την επιθυμία αρπαγής της κινητής τους περιουσίας, των ζώων και των εφοδίων, τα οποία μεταπωλούσαν στον τουρκικό πληθυσμό της Πάτρας.
Έτσι, οι βίαια και από φόβο προσκυνημένοι πολλαπλασίαζαν το κακό και έδιναν μια θλιβερή εικόνα προδοσίας που εκτεινόταν από την Ηλεία ως την Πάτρα, τη Βοστίτσα και τα Καλάβρυτα. Τότε ο Κολοκοτρώνης προσέφερε την τελευταία μεγάλη υπηρεσία στην πατρίδα. Υπό αυτές τις αντίξοες συνθήκες, ο Γέρος στην κυριολεξία «ξαναζωντάνεψε» την «ετοιμοθάνατη» Επανάσταση. Με το σύνθημα «φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους» απάντησε με μια χωρίς προηγούμενο τρομοκρατία στην τρομοκρατία του Ιμπραήμ. Μεταχειριζόμενος σκληρά μέτρα, απέτρεψε τον λαό της Πελοποννήσου από το προσκύνημα. Όσα χωριά αρνούντο να επανέλθουν στο...