«Στην Ελλάδα έμαθα την αγάπη...»
Κάθε φορά που χτυπάει το τηλέφωνο από το Αφγανιστάν, για μια στιγμή πριν το σηκώσω, το χέρι μου παγώνει. Περιμένω ν’ ακούσω πως κάποιος φίλος μου σκοτώθηκε ή τραυματίστηκε σε κάποια επίθεση, πως έδιωξαν τη Σοπιρά και τα επτά παιδιά της από το βομβαρδισμένο σπίτι τους, πως κάποιος χρειάζεται χρήματα για να πάει στο γιατρό. Κι ακόμα χειρότερα, πως κάποιος σκέφτεται να έρθει, παράνομα φυσικά, στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Ακριβώς αυτό πήρε να μου πει για άλλη μια φορά ο Χαλέντ πριν λίγες μέρες σε άπταιστα ελληνικά.
Γνώρισα το νεαρό Αφγανό με το τεράστιο χαμόγελο στην Αθήνα το 2005 όταν ήταν 19 χρονών. Συμμετείχε στο πρώτο –και τελευταίο- ελληνικό πιλοτικό πρόγραμμα εθελοντικού επαναπατρισμού Αφγανών που πραγματοποίησε το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες με τη χρηματοδότηση του Υπουργείου Εξωτερικών.
.............................................................................................
Όταν προσπάθησα να συναντήσω κάποια από τα 10 παιδιά στο Αφγανιστάν ένα χρόνο μετά τον επαναπατρισμό τους, είδα πως τα ίχνη πολλών είχαν χαθεί και κάποιοι μάλλον βρίσκονται στο Ιράν αν όχι πίσω στην Ευρώπη. Ο Ελχάμ εργάζεται περιστασιακά ως οδηγός στην Καμπούλ μετά από ανεπιτυχείς προσπάθειες να μείνει κοντά στην άρρωστη γυναίκα του στην Ινδία. Ο Χαλίλ είναι οδηγός ταξί σε μια πόλη του νότου που ελέγχεται από τους Ταλιμπάν. Ο Αμπντουλχαντί έδειχνε καταβεβλημένος από την ηπατίτιδα. Όσο για το μικρό μπακάλικο που άνοιξε στο χωριό του, οι συγχωριανοί του του χρωστάνε πάνω από 3.000 δολάρια μιας και όλοι αγοράζουν βερεσέ.
Σε όλους έλειπε κάτι. Οι μέρες που πουλούσαν μεταχειρισμένα κινητά στη Μενάνδρου...οι συνάδελφοι τους στην εταιρία κατασκευής επίπλων...Όλοι τους με ρωτούσαν ξανά και ξανά αν μπορούν να ξαναέρθουν στην Ελλάδα για να δουλέψουν.
.................................................................
«Θα φύγω» μου ξαναείπε με σοβαρή φωνή προχθές. «Χρειάζομαι χρήματα για την οικογένεια μου, πάνω από 10.000 ευρώ μόνο για να τους φτιάξω το σπίτι. Πως να τα βγάλω πέρα εδώ;» Δεν είχα καμία απάντηση στο ερώτημα του. Του εξήγησα όμως πως στην Ελλάδα τώρα είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα όσον αφορά τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. «Θα πάω στην Αγγλία. Δεν θέλω να μείνω στην Ελλάδα αυτή τη φορά. Μόνο θα περάσω. Έχω βρει κι άλλους που θέλουν να φύγουν. Και τον ξέρω τον δρόμο.» Του ξαναεξηγούσα την κατάσταση. «Θα τα καταφέρω,» μου απαντούσε.
«Θα φύγω» μου ξαναείπε με σοβαρή φωνή προχθές. «Χρειάζομαι χρήματα για την οικογένεια μου, πάνω από 10.000 ευρώ μόνο για να τους φτιάξω το σπίτι. Πως να τα βγάλω πέρα εδώ;» Δεν είχα καμία απάντηση στο ερώτημα του. Του εξήγησα όμως πως στην Ελλάδα τώρα είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα όσον αφορά τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. «Θα πάω στην Αγγλία. Δεν θέλω να μείνω στην Ελλάδα αυτή τη φορά. Μόνο θα περάσω. Έχω βρει κι άλλους που θέλουν να φύγουν. Και τον ξέρω τον δρόμο.» Του ξαναεξηγούσα την κατάσταση. «Θα τα καταφέρω,» μου απαντούσε.
Ο Χαλέντ πρωτοήρθε στην Ελλάδα από τον Έβρο το 2001 όταν ήταν μόλις 15. Έφυγε από το Αφγανιστάν την εποχή που ακόμα μαίνονταν ο πόλεμος μεταξύ των οπλαρχηγών και των Ταλιμπάν, λίγο πριν επικρατήσουν οι τελευταίοι. Έχασε τα ίχνη της οικογένειας του κατά τη διάρκεια μιας μάχης και αφού περιπλανήθηκε μόνος για μερικά χρόνια σε Πακιστάν, Ιράν και Τουρκία, κατέληξε παράνομα στην Ελλάδα.
Το μοναδικό του όνειρο όταν επέστρεψε στο Αφγανιστάν ήταν να ξαναβρεί τη χαμένη οικογένεια του. Ένα όνειρο που τελικά επισκιάστηκε αμέσως από την πολύ σκληρή πραγματικότητα της ίδιας του της χώρας, όπου ο πόλεμος συνεχίζει να σκοτώνει ανθρώπους, όνειρα κι ελπίδες μαζί. Κι αυτή η πραγματικότητα του επιβάλλει να την αποχωριστεί ξανά.
Γνωρίζει πολύ καλά τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στις ελληνικές γειτονιές με τους μετανάστες –νόμιμους και μη- καθώς και τα νέα σκληρά μέτρα που ετοιμάζονται για την καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης. Όμως δεν έχει άλλο τρόπο.
Γνωρίζει πολύ καλά τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στις ελληνικές γειτονιές με τους μετανάστες –νόμιμους και μη- καθώς και τα νέα σκληρά μέτρα που ετοιμάζονται για την καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης. Όμως δεν έχει άλλο τρόπο.
Τα λόγια του όταν μιλάει για την Ελλάδα –πάντα σε άπταιστα ελληνικά- συνεχίζουν να ξεχειλίζουν αγάπη. Μια αγάπη που πρωτοκατάλαβα κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξη μας στο Πακιστάν, εκείνο το Σεπτέμβριο του 2006. Στην Ελλάδα δεν ήταν μόνο ότι έμαθε τα ελληνικά, μου είχε πει όταν τον ρώτησα τι έμαθε στη χώρα μας και συνέχισε.
«Στην Ελλάδα έμαθα την αγάπη...»Κάποια ονόματα έχουν αλλάξει για λόγους προστασίας.
Της Φιλιώς Π. Κοντραφούρη
περισσότερα εδώ