Ο Ωκεανός αποτελούσε την ανθρωπόμορφη, ιδεατή μορφή του υδάτινου κόσμου που περιέβαλε από παντού τη Γαία, ως παμμέγιστος ποταμός χωρίς πηγές αλλά και χωρίς εκβολές.
Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα και την απόσυρση των υδάτων οι εμφανιζόμενοι ποταμοί, λίμνες, πηγές κλπ. απετέλεσαν αλληγορικά τα τέκνα του Ωκεανού.
Ως συνέπεια των πρώτων παρατηρήσεων ο Ωκεανός θεωρείτο ένας τεράστιος κύκλος που δίχαζε την ουράνια σφαίρα στο υπεράνω της Γαίας ημισφαίριο και στο υπό αυτής ημισφαίριο, γι' αυτό και ονομαζόταν, επίσης, «ορίζων».
Υπό αυτή την αντίληψη, όλοι οι συναφείς μύθοι παρουσίαζαν την ανατολή του Ήλιου της Ηούς, των αστέρων και των αστερισμών να γίνεται από τον Ωκεανό και στη συνέχεια να δύονται, (να βυθίζονται), επίσης, σ' αυτόν. Πέραν δε του Ωκεανού, οι αρχαίοι πίστευαν ότι βρισκόταν ο ζοφερός Άδης.
Έτσι, ο Ωκεανός, όπως και όλες οι άλλες παρατηρούμενες φυσικές δυνάμεις, αναβιβάστηκε στην έννοια του θεού και, μάλιστα, με την έννοια του αρχετυπικού στοιχείου, ως Πατέρας θεών και πραγμάτων.
Έτσι, παράλληλα με την αρχική θεϊκή δυάδα Ουρανού και Γαίας, οι αρχαίοι Έλληνες (παρατηρητές) δημιούργησαν τη θεϊκή δυάδα του πατρός Ωκεανού και της μητρός Τηθύος από την ένωση των οποίων, κατά την Θεογονία του Ησιόδου, γεννήθηκαν οι τρισχίλιοι ποτάμιοι θεοί (ποταμοί) και οι τρισχίλιες νύμφες, οι αποκαλούμενες Ωκεανίδες (ιδεατές, ισάριθμες μορφές της ροής των αδελφών τους) των οποίων, εν τέλει, τέκνα ήταν πολλά ανθρώπινα γένη (δηλαδή οι νησιώτες και οι παραποτάμιοι λαοί).
Έτσι, παράλληλα με την αρχική θεϊκή δυάδα Ουρανού και Γαίας, οι αρχαίοι Έλληνες (παρατηρητές) δημιούργησαν τη θεϊκή δυάδα του πατρός Ωκεανού και της μητρός Τηθύος από την ένωση των οποίων, κατά την Θεογονία του Ησιόδου, γεννήθηκαν οι τρισχίλιοι ποτάμιοι θεοί (ποταμοί) και οι τρισχίλιες νύμφες, οι αποκαλούμενες Ωκεανίδες (ιδεατές, ισάριθμες μορφές της ροής των αδελφών τους) των οποίων, εν τέλει, τέκνα ήταν πολλά ανθρώπινα γένη (δηλαδή οι νησιώτες και οι παραποτάμιοι λαοί).
Πρώτος κατέγραψε, ιστορικά, τον Ωκεανό, με την έννοια της πολύ μεγάλης θαλάσσιας έκτασης, ο Ηρόδοτος. Έκτοτε, παρέμεινε ο όρος σε παγκόσμια χρήση με αυτή την έννοια.
https://www.youtube.com/watch?v=u-IMKrLN6e4
Ωκεανίδες
Ωκεανίδες (Ναϊάδες της Θάλασσας) του Γκυστάβ Ντορέ Οι 41 Ωκεανίδες αναφερόμενες στην Θεογονία του Ησίοδου |
Στην ελληνική μυθολογία με την συλλογική ονομασία Ωκεανίδες, αποκαλούμενες και ως Ωκεανίνες ή Ωκεανίτιδες ή Ωγενίδες, αναφέρονται θαλάσσια μυθικά πλάσματα και γενικά ενάλιες Νύμφες, με μορφή παρθένου κατά το άνω ήμισυ και ιχθύος κατά το κάτω, όμοιες με τις γοργόνες και άλλοτε με δύο ουραία πτερύγια.
Ο Όμηρος αναφέρει δύο Ωκεανίδες, την Ευρυνόμη, η οποία κατά τον Ησίοδο ήταν η μητέρα των Χαρίτων, και την Πέρση ή Περσηίδα (όπως την αναφέρει ο Ησίοδος), η οποία ήταν η σύζυγος του Τιτάνα Ήλιου και εξ αυτού μητέρα του Αιήτη και της Κίρκης Γνωστή επίσης Ωκεανίδα ήταν και η Λευκίππη.
Στη Θεογονία του, ο Ησίοδος αναφέρει ότι ήταν 3.000, ωστόσο μνημονεύει μόνο σαράντα μία Ωκεανίδες ως κόρες του ΤιτάναΩκεανού και της Τιτανίδας Τηθύος που έφθαναν τον αριθμό των 3.000 όσων ακριβώς και των ποταμίων θεοτήτων, τέκνα των αυτών γονέων.
Γενικά θεωρούνταν Νύμφες προστάτιδες των υδάτων, πολύ δε περισσότερο αφού αυτά αποτελούσαν και την κατοικία τους.
Από τις περιγραφές αυτών των μυθικών παραδόσεων εύκολα αντιληπτό είναι ότι οι Ωκεανίδες αποτελούσαν, τουλάχιστον για τους αρχαίους Έλληνες, ιδεατές ανθρωπόμορφες έννοιες των πηγών (ήμισυ κόρες) εκείνων που τα ύδατά τους μεταφέρονταν από τους ποταμούς (ίδιος αριθμός) στην ανοικτή θάλασσα (αρχαίο Ωκεανό) (έτερον ήμισυ ιχθύς), καταλήγοντας σε απλή εκβολή (ένα ουραίο πτερύγιο) ή σε δέλτα (διπλό ουραίο πτερύγιο).
Οι παραδόσεις αυτές ανάγονται αμέσως μετά τον Κατακλυσμό του Δευκαλίωνα.
https://www.youtube.com/watch?v=e2RfjyDmjqM
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι