Η ηθοποιός Ελένη Ζαφειρίου γεννήθηκε στη Λάρισα το 1916. Είναι γνωστή στο ευρύ κοινό σαν τη «μάνα» του ελληνικού κινηματογράφου, αφού ενσάρκωσε αυτό το ρόλο αμέτρητες φορές.
Γράφει η Έπη Τρίμη
Είτε σαν μαυροφορεμένη μάνα κάποιου από τους πρωταγωνιστές, όπως στην ταινία «Το κορίτσι με τα μαύρα», είτε σαν πιο μοντέρνα μητέρα όπως στην ταινία «Η θεία απ’ το Σικάγο».
Στην πραγματική της ζωή, η ηθοποιός δεν γνώρισε τη βιολογική της μητέρα γιατί πέθανε στη γέννα.
Αρχικά, η μικρή Ελένη μεγάλωνε με τον πατέρα και τα αδέλφια της, αλλά όταν ήταν νήπιο, υιοθετήθηκε από την ηθοποιό Κυριακούλα Ζαφειρίου.
Η Ελένη Ζαφειρίου γίνεται μάρτυρας της σκληρότητας της ζωής από τη μέρα που γεννήθηκε, καθώς η βιολογική της μητέρα πεθαίνει την ώρα που της δίνει ζωή.
Η Ελένη Ζαφειρίου γίνεται μάρτυρας της σκληρότητας της ζωής από τη μέρα που γεννήθηκε, καθώς η βιολογική της μητέρα πεθαίνει την ώρα που της δίνει ζωή.
Το μωρό θα βρεθεί έτσι σε νέα οικογένεια και η ίδια η Ζαφειρίου θα αποκαλύψει το πώς και το γιατί:
Η ίδια η Ελένη Ζαφειρίου είχε περιγράψει πώς βρέθηκε στη νέα της οικογένεια, σε αυτοβιογραφία της, αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν σε τεύχη του περιοδικού «Οδός Πανός»:
Η ίδια η Ελένη Ζαφειρίου είχε περιγράψει πώς βρέθηκε στη νέα της οικογένεια, σε αυτοβιογραφία της, αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν σε τεύχη του περιοδικού «Οδός Πανός»:
«…Βρέθηκε, η μάνα μου στη Λάρισα, με τον θίασο του γιου της, την εποχή που γίνεται το παζάρι. Έμενε σ’ ένα ξενοδοχείο, που τα παράθυρά του έβλεπαν στην πλατεία του παζαριού. Καθώς ντυνόταν για να πάει στο θέατρο για πρόβα, άκουγε ένα κλάμα μικρού παιδιού πολύ δυνατό και την ενοχλούσε. Κατέβηκε απ’ το ξενοδοχείο και περνώντας μέσα από το παζάρι, πέφτει απάνω στο παιδάκι, που εξακολουθούσε να κλαίει σκούζοντας.
Σταμάτησε, είδε έναν άντρα καθισμένο χάμω σταυροπόδι να πουλάει κάτι. Τον τριγύριζαν δύο αγόρια, και το μικρότερο γκρινιάρικο κοριτσάκι, που εξακολουθούσε να κλαίει.
Σταμάτησε, είδε έναν άντρα καθισμένο χάμω σταυροπόδι να πουλάει κάτι. Τον τριγύριζαν δύο αγόρια, και το μικρότερο γκρινιάρικο κοριτσάκι, που εξακολουθούσε να κλαίει.
Τίνος είναι αυτό το κοριτσάκι που κλαίει έτσι τόσες ώρες; ρώτησε τον άνδρα που κάθονταν χάμω σταυροπόδι. «Δικό μου είναι πανάθεμά το. Από το πρωί δεν έχει σταματεμό. Μπας και ξέρω τι να του κάνω; Έτσι μούρχεται να το στραγγαλίξω!»
«Καλά, και πού είναι η μάνα του,» τον ρωτάει; «Δεν έχει μάνα, απόθανε μόλις το γέννησε και με άφησε με τρεις διαόλους».
Χωρίς πολλές κουβέντες και μεγάλες σκέψεις του λέει: «Δώσε μου εμένα το κοριτσάκι σου και θα πάμε στο συμβολαιογράφο να κάνουμε ένα συμφωνητικό ότι μου το δίνεις για ψυχοπαίδι».
(...)
η συνέχεια εδώ
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι