Saturday 30 January 2021

Μαχάτμα Γκάντι

“Καλύτερα να γίνω χίλια κομμάτια, παρά ν’ αποκηρύξω τους αδερφούς μου των καταπιεζόμενων τάξεων.
Ο Μαχάτμα Γκάντι δολοφονήθηκε σαν σήμερα, στις 30 Ιανουαρίου 1948, από φανατικό ινδουιστή, υποστηρικτή του διαμελισμού της χώρας.

Ο Ινδός πνευματικός ηγέτης και πολιτικός, η επιρροή του οποίου ξεπέρασε τα όρια της χώρας του, θεωρείται ο πατέρας του Ινδικού εθνικισμού και ο κήρυκας της μη βίας στον 20ό αιώνα. Υπήρξε ο καταλύτης για την κατάρρευση της αποικιοκρατίας τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο Μοχάντας Καραμτσάντ Γκάντι γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1869 στο Πορμπαντάρ της υπό αγγλική κυριαρχία Ινδικής επαρχίας Γκουτζαράτ. Είναι γνωστός ως «Μαχάτμα» («Μεγάλη Ψυχή» στα σανσκριτικά), χαρακτηρισμό που φέρεται να του απέδωσε το 1915 ο συμπατριώτης του νομπελίστας ποιητής και στοχαστής Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ.

Ο Γκάντι ήταν το μικρότερο παιδί του Καραμτσάντ Γκάντι, κυβερνήτη σ’ ένα από τα πριγκιπάτα του Γκουτζαράτ και της τετάρτης συζύγου του Πουτλιμπάι. Η οικογένειά του λάτρευε τον θεό Βισνού και ήταν επηρεασμένη από το θρησκευτικό κίνημα των Ζαϊνιστών, οι οποίοι αρνούνταν να σκοτώσουν ακόμη και μυρμήγκι.

Οι οικογενειακές αρχές της χορτοφαγίας, του μη τραυματισμού οποιουδήποτε ζώντος οργανισμού, της νηστείας ως μεθόδου αυτοκάθαρσης και της ανοχής προς το διαφορετικό, επηρέασαν βαθιά τον Γκάντι. Δεν τον εμπόδισαν, όμως, να κηρύξει τη δική του επανάσταση όταν ήταν έφηβος. Πέρασε μία περίοδο κατά την οποία δήλωνε άθεος, επιδιδόταν σε μικροκλοπές, κάπνιζε κρυφά και – το χειρότερο – έτρωγε κρέας. Οι γονείς του τον πάντρεψαν 13 ετών με ένα ακόμη μικρότερο κορίτσι, την Καστουρμπάι.

Όταν τελείωσε το σχολείο, η οικογένειά του αποφάσισε να τον στείλει στο Λονδίνο για να σπουδάσει νομικά. Στην Αγγλία, την οποία φανταζόταν ως «χώρα φιλοσόφων και ποιητών, το ίδιο το κέντρο του πολιτισμού», αγωνίστηκε σκληρά για να προσαρμοστεί στον δυτικό τρόπο ζωής. Η χορτοφαγία του γινόταν συχνά αντικείμενο χλευασμού από τους συμφοιτητές του, αλλά το ότι αναγκαζόταν να υπερασπίζεται τις αξίες του τον έκανε να βγει από το καβούκι του και να αποκτήσει μαχητικότητα. Έγινε μέλος της εκτελεστικής επιτροπής του Συλλόγου Χορτοφάγων του Λονδίνου, στην οποία ανήκε και ο θεατρικός συγγραφέας Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, συμμετείχε στις συνεδριάσεις τους και αρθρογραφούσε στο περιοδικό τους. Γνώρισε δυναμικούς άνδρες και γυναίκες, που τον μύησαν στη Βίβλο και την Μπαγκαβατγκίτα (Bhagavadgita), την πιο εκλαϊκευμένη έκφραση του ινδουϊσμού.

Μετά την επιστροφή του στην Ινδία το 1891, ο Γκάντι δυσκολεύτηκε να βρει δουλειά, γι’ αυτό δέχθηκε με ανακούφιση μία πρόταση να εργαστεί σε ινδική εταιρεία στη Νότια Αφρική. Οι εμπειρίες του στην έντονα ρατσιστική νοτιοαφρικανική κοινωνία ήταν καθοριστικές για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Αφού ξυλοκοπήθηκε από τον λευκό οδηγό μιας άμαξας, επειδή αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση του σ’ έναν λευκό επιβάτη, αφού αποχώρησε από την αίθουσα ενός δικαστηρίου, επειδή ο λευκός δικαστής απαίτησε να βγάλει το τουρμπάνι του, αποφάσισε ότι από τότε και στο εξής δεν θα δεχόταν την αδικία.

Επί πολλά χρόνια, αγωνίστηκε υπέρ των δικαιωμάτων των Ινδών μεταναστών στη Νότια Αφρική και εμπνεύστηκε την πολιτική της μη βίας ως μέσο αντίστασης στους καταπιεστές. Όπως, όμως, αναφέρουν οι βιογράφοι του, «αυτά που έκανε εκείνος για τη Νότια Αφρική ήταν λιγότερο σημαντικά απ’ ό,τι έκανε η Νότια Αφρική για εκείνον». Εκεί μετατράπηκε από δικηγόρος σε πολιτικό ηγέτη.

Το 1915 επέστρεψε στην Ινδία και δεν έφυγε ξανά από τη χώρα του, εκτός από ένα σύντομο ταξίδι στην Ευρώπη το 1931. Στην αρχή κράτησε χαμηλό προφίλ, αλλά ως το 1920 είχε γίνει η κυριότερη πολιτική φυσιογνωμία της Ινδίας. Επί των ημερών του το Ινδικό Εθνικό Κόμμα του Κογκρέσου έγινε μια μαζική πολιτική οργάνωση, που άπλωνε τις ρίζες της σε κάθε πόλη και χωριό της Ινδίας. Το μήνυμα του Γκάντι ήταν απλό: δεν την κρατούσαν υπόδουλη τα βρετανικά όπλα, αλλά οι ατέλειες των ίδιων των Ινδών.

Ο Γκάντι έγινε κήρυκας του ινδικού εθνικισμού και της ειρηνικής άρνησης συνεργασίας με τους βρετανούς αποικιοκράτες. Η στάση των Βρετανών απέναντί του ήταν ένα κράμα θαυμασμού, θυμηδίας, αμηχανίας, καχυποψίας και μνησικακίας. Τα ίδια συναισθήματα έτρεφαν και αρκετοί από τους πολιτικούς του αντιπάλους.

Όσο, όμως, οι Ινδοί συνειδητοποιούσαν ότι μπορούσαν να αντισταθούν στη Μεγάλη Βρετανία, τόσο αυξανόταν ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις δύο μεγάλες θρησκευτικές κοινότητες της αχανούς χώρας, τους ινδουιστές και τους μουσουλμάνους. Το φθινόπωρο του 1924 ο Γκάντι έκανε απεργία πείνας τριών εβδομάδων για να τους παροτρύνει να ακολουθήσουν τον δρόμο τής μη βίας. Αυτή ήταν μία από τις κυριότερες «δημόσιες νηστείες» του.Το 1930 εφάρμοσε την πιο σημαντική από τις πολιτικές του: την αντίσταση κατά του φόρου στο αλάτι που επέβαλλαν οι Βρετανοί, οι οποίοι δεν δίσταζαν να τον φυλακίζουν με κάθε ευκαιρία. Στη φυλακή ο Γκάντι ξεκίνησε άλλη μία απεργία πείνας για να αποκτήσουν δικαιώματα οι «παρίες», που ήταν σε θέση χειρότερη και από εκείνη της χαμηλότερης κάστας. Συγχρόνως, δεν έπαυε να ζητεί την ανεξαρτησία της Ινδίας.

Μετά την νίκη του Εργατικού Κόμματος στις βρετανικές εκλογές του 1945 άρχισαν τριμερείς διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη βρετανική κυβέρνηση, στους ινδουιστές του Κογκρέσου και του Συνδέσμου των Μουσουλμάνων υπό τον δικηγόρο Μοχάμετ Τζίνα, οι οποίες κατέληξαν στο σχέδιο Μαουντμπάτεν (3 Ιουνίου 1947) και στην ίδρυση δύο νέων κυρίαρχων κρατών, της Ινδίας και του Πακιστάν (15 Αυγούστου 1947), προς μεγάλη απογοήτευση του Γκάντι, ο οποίος προσπάθησε μάταια να συμβιβάσει τις δύο πλευρές.

Το αποτέλεσμα ήταν να τον μισήσουν και οι δύο. Στις 30 Ιανουαρίου 1948, ενώ ο Γκάντι κατευθυνόταν προς τον τόπο της βραδινής του προσευχής στο Δελχί, δολοφονήθηκε από τον 39χρονο φανατικό ινδουιστή Νατουράμ Γκότσε, αυτός ο υπέρμαχος της μη βίας.

Ο Γκάντι με πολιτική και πνευματική στάση του πυροδότησε τρεις από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις του 20ου αιώνα: την επανάσταση κατά της αποικιοκρατίας, των φυλετικών διακρίσεων και της βίας. Μεταξύ των προσωπικοτήτων που επηρεάστηκαν από τη δράση του αξίζει να αναφέρουμε τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στις ΗΠΑ και τον Νέλσον Μαντέλα στη Νότιο Αφρική. Ανάμεσα στους θαυμαστές του συγκαταλέγονται ο Αλβέρτος Αϊνστάιν, ο οποίος έβλεπε στην πολιτική της μη βίας τού Γκάντι το πιθανό αντίδοτο στη μαζική βία που εξαπολύθηκε με τη διάσπαση του ατόμου, και o σουηδός νομπελίστας οικονομολόγος Γκούναρ Μίρνταλ, που χαρακτηρίζει τον Γκάντι «φωτισμένο φιλελεύθερο σε όλα σχεδόν τα πεδία».

Πηγή: SanSimera.gr 

Κάθεσαι και γκρινιάζεις για την κάθε αηδία... / Μαθήματα ζωής για μας και τα παιδιά μας

"Τα είχα όλα".

Εύχομαι πραγματικά, να μην φτάσεις ποτέ στο σημείο να το πεις.

Κάθεσαι και γκρινιάζεις για την κάθε αηδία. Για το κάθε τι μικρό. Χαλάς τη διάθεση σου, μιζεριάζεις, κλείνεσαι στον εαυτό σου. Σπαταλάς χρόνο που θα μπορούσες να αφιερώσεις σε αυτούς που αγαπάς.
Και αυτό γιατί;

Για αηδίες. Για πράγματα μικρά. Ευτελή. 
Πράγματα που σε κάνουν σήμερα να είσαι μέσα στο άγχος, μέσα στα νεύρα, μέσα στην πίεση και που αν σε ρωτήσω σε ένα μήνα, τι ήταν αυτό που σε έσκαζε, δεν θα θυμάσαι να μου πεις…
Λόγια, κουβέντες, μικροπαρεξηγήσεις, δυσκολίες, μικροαναποδιές. Εντάξει. Ας είναι. Τι να κάνουμε τώρα. 
Όλοι λίγο πολύ τα έχουν. Γιατί να σκας; Γιατί τόσο πολύ;
Πρόσεξε καλά. Αυτό είναι αχαριστία.

Θα ξυπνήσεις μια μέρα και θα ‘χεις φάει τέτοιο χαστούκι από τη ζωή, που θα χτυπάς το κεφάλι σου και θα λες "τα είχα όλα", μα θα είναι αργά…

Πρόσεξε καλά. Τώρα, που έχεις ακόμα χρόνο.


Ελευθεριάδης Γ. Ελευθέριος, Ψυχολόγος M.Sc.

e-psyxologos
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Η συμβολή των Τριών Ιεραρχών στην παιδεία του ανθρώπου

Φωστῆρας μεγίστους «τῆς τρισηλίου θεότητος» ὀνομάζει ἡ Ἐκκλησία τούς τρεῖς μεγάλους Ἱεράρχες «Βασίλειον τὸν ἔνθεον νοῦν», «Γρηγόριον τὴν θείαν φωνήν» καί «Ἰωάννην, τὴν χρυσόφωνον σάλπιγγα».

Καί δικαίως. Καί οἱ τρεῖς τους φώτισαν τήν οἰκουμένη τόσο μέ τήν διδασκαλία τους ὅσο καί μέ τήν ἀρετή τους.

Οἱ διδασκαλίες τους εἶναι ἀκτῖνες θείου φωτός καί τά συγγράμματά τους βάθος θεϊκῆς σοφίας. Διάνοιες εὑρύτατες, μεγάλα πνεύματα μέ κατανόηση τοῦ ἀληθοῦς νοήματος τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Προσέτι, ἐκτός ἀπό τήν ὑλική βοήθεια τῶν ἀδυνάτων καί πασχόντων, συνεδύασαν καί τήν πνευματική τους ἐξύψωση. Ἔλυσαν πολλά κοινωνικά προβλήματα τῆς ἐποχῆς τους καί μέ τό ἐνάρετο παράδειγμά τους στήριξαν τούς συνανθρώπους τους. Τά μέγιστα δέ συνετέλεσαν στό μεγάλο θέμα τῆς ὅλης παιδείας τοῦ ἀνθρώπου.

Ἔτσι ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι μία ἄριστη εὐκαιρία ὅπως, «πάλιν καί πολλάκις», συνειδητοποιήσουμε τήν ἀνεκτίμητη ἀξία τῆς συμβολῆς τους στήν ἐν γένει παίδευση τοῦ ἀνθρώπου.

Εἶναι ἀναντίρρητο γεγονός ὅτι καί οἱ τρεῖς μεγάλοι καί θεοφόροι αὐτοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἤκουσαν τήν προτροπήν τοῦ Ψαλμωδοῦ «Δράξασθε παιδείας» (Ψαλμ. 2, 12) καί μετά πολλοῦ ζήλου ἐπεδόθησαν στή συμμόρφωση πρός αὐτήν.

Τῷ ὄντι, ὑπῆρξαν πανεπιστήμονες. Εἶχαν σπουδάσει σέ μεγάλα πνευματικά-ἐκπαιδευτικά κέντρα, σέ περίφημες σχολές τῆς ἐποχῆς τους, ἀπό φιλοσοφία καί ρητορική, μέχρι ἀριθμητική, ἀστρονομία καί ἰατρική. Μελέτησαν σέ βάθος «τί ἐστὶ ἄνθρωπος;» καί στήριξαν, ἔγραψαν καί διηκόνησαν μέ σύνεση, σοφία καί διάκριση τόν πλησίον, ἀπ’ ὅποια ἔπαλξη κι’ ἄν βρέθηκαν.

Τό σημαντικότερο δέ ἦταν ὅτι θεμελίωσαν τήν ἑλληνική καί χριστιανική παιδεία καί δημιούργησαν τό μέγα εὐεργέτημα τῆς ἀνθρωπότητος, τόν ἑλληνοχριστιανικό πολιτισμό. Ἡ Φιλοσοφία τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδος καί τά διδάγματα τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου συναντήθηκαν στό πνεῦμα τῆς νέας παιδείας πού διεμόρφωσαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες.

Ἑνώθηκαν κατά ἁρμονικόν τρόπον στό πρόσωπόν τους, ἡ ἑλληνική καί χριστιανική σκέψη, ἡ γύμναση τοῦ νοός καί σωτηρία τῆς ψυχῆς, ἡ θεία καί ἀνθρώπινη σοφία. Καί οἱ τρεῖς τους θεώρησαν τήν κλασσική παιδεία ὄχι ὡς ἀπόβλητη, ἀλλά ὡς ἀναγκαιότατο προπαιδευτικό στάδιο, τό ὁποῖον ὁδηγεῖ στήν καλύτερη κατανόηση τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας.

Δέν δέχθηκαν δέ ἁπλῶς τήν κλασσική παιδεία, ἀλλά καί τήν ἀφομοίωσαν καί μάλιστα τά συγγράμματά τους εἶναι πεπληρωμένα ἀπό παιδαγωγικά ἀξιώματα. Ὡραιότατο εἶναι καί τό δίστιχο ἐν προκειμένῳ τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Ἑλλὰς ἐμή, νεότης φίλη καὶ ὅσσα πέπασμαι, καὶ δέμας, ὡς Χριστῷ εἴξατε προφρονέως»! Δηλαδή, «Ἑλλάδα μου καὶ νιότη ἀγαπητή, κι ὅλα ὅσα ἀπέκτησα καὶ σῶμα. Πόσο πρόθυμα δοθήκατε στὸν Χριστό» (PG 37, 1449Α).

Περιώνυμοι ἔχουν μείνει, αἰῶνες τώρα: Ἡ μελέτη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου «Πρός τούς νέους, ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων», ἡ φράση τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου «παίδευσιν τῶν παρ’ ἡμῖν ἀγαθῶν εἶναι τὸ πρῶτον» (PG 36, 508) καί τοῦ Ἱ. Χρυσοστόμου «παιδεία μετάληψις ἁγιότητός ἐστι» (ΕΠΕ 25, 282).

Κατ’ ἀκολουθίαν τῆς συζεύξεως αὐτῆς τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ καί χριστιανικοῦ πνεύματος, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες κατέστησαν τά ἰδανικά πρότυπα γιά τήν παιδεία. Τέθηκαν ἀπό πολύ ἐνωρίς προστάτες τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων καί γνήσιοι καθοδηγητές διδασκόντων καί διδασκομένων. Ἡ συμβολή τους γιά τήν κατ’ ἄνθρωπον καί κατά Θεόν σοφία καί παιδεία, ὑπῆρξε κατά συνέπειαν, καθοριστική.

*

Εἰδικότερα ἡ θρησκευτική ἑορτή καί τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν θεσπίσθηκε τόν 11ο αἰῶνα, γιατί ὑπῆρχαν ἔντονες διαφωνίες μεταξύ τῶν λογίων γιά τό ποιός ἀπό τούς τρεῖς ἁγίους καί σοφούς Ἱεράρχες ἦταν ὁ σπουδαιότερος. Ἄλλοι ὑποστήριξαν ὅτι σπουδαιότερος ἦταν ὁ Μ. Βασίλειος, ἄλλοι θεωροῦσαν ἀνώτερο τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο ἤ τόν Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.

Γιά νά συμφιλιώσει τίς ἀντιθέσεις αὐτές ὁ λόγιος Μητροπολίτης Εὐχαΐτων Μ. Ἀσίας, Ἰωάννης ὁ Μαυρόπους, πρότεινε νά θεσπισθεῖ κοινή ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στίς 30 Ἰανουαρίου. Ἡ πρότασή του ἔγινε δεκτή ὑπό τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου καί τότε θεσπίσθηκε ἡ ἑορτή αὐτή, ἡ ὁποία ἀπό τούς χρόνους αὐτούς ἑορτάζεται πάντοτε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ ἰδιαίτερη λαμπρότητα. Μάλιστα ὁ λόγιος ἅγιος αὐτός Μητροπολίτης Ἰωάννης εἶναι ὁ πρῶτος, ὁ ὁποῖος συνέγραψε καί Ἱερή Ἀκολουθία γιά τήν ἑορτή.

Ἀξιοπρόσεκτο εἶναι τό γεγονός, ὅτι μέ μεγάλη ἐπισημότητα καί εὐλάβεια ἑορταζόταν ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας. Ὅπως ἔχει γραφεῖ, «ὁ ὑπόδουλος ἑλληνισμός προσέδωσεν εἰς τόν ἐκκλησιαστικόν ἑορτασμόν τους τόν πανηγυρικόν χαρακτήρα τῆς ἑορτῆς τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων, ὡς τῆς ἐθνικῆς ἑορτῆς του (Καθ. Παν. Μπρατσιώτης). Στίς περιοχές τῆς Ἠπείρου καί τῆς Μακεδονίας, πού ἄργησαν νά ἀπελευθερωθοῦν, ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἐξακολουθοῦσε νά ἔχει ἐθνικό χαρακτήρα ὡς τό 1912, πού ἐντάχθηκαν στό ἐλεύθερο Ἑλληνικό Κράτος.

Τό 1841, μέ διάταγμα τοῦ Ὄθωνος, καθιερώθηκε ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὡς ἑορτή τῆς Παιδείας καί τῶν Γραμμάτων. Ἡ πρόταση αὐτή ἔγινε ἀπό τήν Σύγκλητο τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἡ ὁποία μέ ἀπόφασή της ἑόρτασε τότε γιά πρώτη φορά ἐπίσημα τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὡς ἑορτή τῶν Γραμμάτων. Καί τό 1856 μέ πανηγυρική τελετή καθιερώθηκε καί τό ἕνα ἀπό τά Λάβαρα τοῦ Πανεπιστημίου, νά φέρει τήν εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Παραπλήσια ἑορτή τελοῦν, ὀφείλουν νά τελοῦν καί τά λοιπά ἐκπαιδευτικά ἱδρύματα τῆς πατρίδος μας, καί ὅπου γῆς ὑπάρχει ὁ ἑλληνισμός.

*

Εἰδικότερα, οἱ παιδαγωγικές γνῶμες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἤδη ἀπό τόν 4ο αἰῶνα, ἰσχύουν μέχρι σήμερα. Κατά τόν Μ. Βασίλειο, ἡ προσθήκη τῶν νέων γνώσεων πρέπει νά ἐπιτυγχάνεται ὀλίγον κατ’ ὀλίγον καί συμμέτρως. Ὁ διδάσκων ὀφείλει νά προχωρεῖ ἀπό τά ἁπλούστερα πρός τά δυσκολότερα. Ὁ Γρηγόριος συμβουλεύει τό λίγο καί ἀσφαλές ἀπό τό πολύ καί ἐπισφαλές.

Καί ὁ Χρυσόστομος τό ἴδιο λέγει, ὅτι ὁ διδάσκαλος δέν πρέπει νά ἐπιθέτει πολλά φορτία στούς μαθητές, ἀλλά νά διδάσκει κατά ἑνότητες, ὥστε νά μποροῦν νά κάμνουν κτῆμα τους τά διδαχθέντα. Μιλοῦν ἀκόμη οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες γιά τήν ἀξία τῆς ἐποπτείας, τῶν παραδειγμάτων, τῆς χάριτος τῆς διδασκαλίας, τῆς διορατικότητος τήν ὁποία πρέπει νά ἔχει ὁ διδάσκαλος. Ἐπίσης τονίζουν ὅτι δέν πρέπει νά διδάσκει ὁ διδάσκαλος ὅ,τι θέλουν οἱ μαθητές, ἀλλ’ ὅ,τι συμφέρει νά μάθουν.

Συγκεκριμένα, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ὑπογραμμίζουν τήν σπουδαιότητα τῆς ἀγωγῆς τῶν διδασκομένων, ἐκ μέρους τοῦ ἐπιφορτισμένου μέ τήν διδασκαλία. Λέγουν ὅτι ὁ διδάσκαλος ὀφείλει νά ἔχει φρόνηση, ἐνάρετο βίο, γνώσεις ψυχολογίας, κῦρος, ἀκέραιο χαρακτήρα καί βέβαια ταλέντο διδασκαλίας. Κατά τόν Μ. Βασίλειο, ὁ διδάσκαλος πρέπει νά εἶναι ἀρχέτυπο βίου καί κανόνας ἀρετῆς.

Ὁ Γρηγόριος τονίζει ὅτι ὁ διδάσκαλος ἤ νά μή διδάσκει ἤ νά διδάσκει μέ τό παράδειγμά του. Καί ὁ Χρυσόστομος λέγει ὅτι ὁ διδάσκαλος πρέπει πρῶτον νά εἶναι «ἑαυτοῦ διδάσκαλος». Ἔπειτα καί οἱ Τρεῖς σοφοί Ἱεράρχες ὑπογραμμίζουν ὡς ἄριστη παιδαγωγική μέθοδο τήν ἀξία τῆς πατρικῆς ἀγάπης. «Οὐδὲν οὕτω πρὸς διδασκαλίαν ἐπαγωγόν, ὡς τὸ φιλεῖν καὶ φιλεῖσθαι», θά πεῖ ὁ Ἱ. Χρυσόστομος. Κατά τόν Γρηγόριον, ἀκόμη, παιδαγωγικό μέτρο εἶναι καί «τό μικρόν τι συγχωρεῖν» καί γιά τόν Χρυσόστομο μεγάλη ἀξία ἔχει ὁ συνδυασμός ἐπιείκειας καί αὐστηρότητας.

Συμβούλευαν ἀκόμη οἱ τρεῖς θεοφόροι Πατέρες τήν λιτότητα, τήν σπουδαία ἐπίδραση τῆς γυμναστικῆς καί τῆς μουσικῆς, τήν ἀποφυγή τῶν καταχρήσεων, ἀλλά καί ἰδιαίτερα τόνιζαν τήν πνευματική τροφή τῆς ψυχῆς, πού εἶναι ἡ προσευχή, ἡ ὁποία καί ἐνδυναμώνει διδάσκοντες καί διδασκομένους. Σκοπός τῆς ἀγωγῆς γιά τούς τρεῖς Ἱεράρχες ἦταν ἡ ἔμπνευση τῆς χρηστότητος καί τῆς ἀρετῆς ἐκ μέρους τῶν διδασκόντων πρός τούς νέους.

Ὁ Ἱ. Χρυσόστομος μάλιστα συνοψίζει τήν ὅλη ἐκπαίδευση στό «ἐθίζειν πρὸς τὰ δέοντα», «χαλινοῦν μετ’ ἀκριβείας», «κολάζειν τά νοσήματα τῆς ψυχῆς» καί «ρυθμίζειν» πρός τό ἄριστον «ἔργῳ καί λόγῳ». Ὅλα αὐτά, εἶναι τά γερά θεμέλια μιᾶς παιδαγωγικῆς, ἡ ὁποία πράγματι ἐξυψώνει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, καθ’ ὅτι ἄλλωστε ἡ διαμόρφωση τῆς προσωπικότητος καί ἡ καθόλου ἀγωγή εἶναι «τέχνη τεχνῶν καί ἐπιστήμη ἐπιστημῶν» κατά τόν Γρηγόριον.

*

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, λοιπόν, ἀνεδείχθησαν ὑψηλοῦ ἐπιπέδου παιδαγωγοί, ἀκριβῶς, διότι ἀγάπησαν τήν παιδεία καί ἡ ἀρίστη παιδαγωγία τους εἶναι ὁ σπουδαῖος συνδυασμός: γνώση καί ἦθος.

Μήπως καί στή σημερινή ἀ-παιδεία μας, ἔχουμε ἀπόλυτη ἀνάγκη ἀπό τήν εὐεργετική αὐτή μαρτυρία, μαρτυρία φωτός τῶν Τριῶν μεγίστων Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων;

Του Σεβ. Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’
romfea.gr
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki