Wednesday, 18 January 2017

-Γιατί, πατέρα, έγινες δάσκαλος;

-Μαθαίνω στους άλλους πώς να ζουν λεύτεροι.
Του δάσκαλου η φωνή ήταν πολύ σοβαρή.
Ο Φωκίων δε ρώτησε τίποτ΄ άλλο.
Βγήκε έξω να κάνει μια βόλτα.

Εκεί όπου ζούσε ο Φωκίων υπήρχαν πολλά βουνά. Βουνά μεγάλα, με άγρια βράχια και ψηλές κορφές. Βουνά μικρά, με ήρεμα δάση από πεύκα. Και πεδιάδες με λουλούδια, αμπέλια και στάχυα.

Και στο βάθος ήταν η θάλασσα κι οι ακρογιαλιές της, με τα λευκά βότσαλα και τη χρυσή άμμο.
Κάπου εκεί, λοιπόν, ζούσε ο Φωκίων. Μαζί με τον πατέρα και τη μητέρα του.

-Γιατί, πατέρα, έγινες δάσκαλος; τον ρώτησε μια μέρα.
-Γιατί αυτό ήθελα.
-Και γιατί το ‘θελες;
-Γιατί έτσι θα ήμουν χρήσιμος στους άλλους.
-Δε σε καταλαβαίνω, πατέρα.

Ο δάσκαλος έκλεισε το βιβλίο που κρατούσε.

-Άκουσέ με προσεκτικά, είπε και στερέωσε τα γυαλιά του πάνω στα μεγάλα του κέρατα.
-Ο χήνος, ο φούρναρης του χωριού, κάνει ή δεν κάνει με τη δουλειά του καλό σ΄ όλους μας;
-Κάνει, αφού φτιάχνει το ψωμί που τρώμε.
-Ε, το ίδιο γίνεται και με το γάιδαρο, που κάθε πρωί μαζεύει τα σκουπίδια.
-Εντάξει, τα καταλαβαίνω όλα αυτά! Εσύ, όμως, γιατί έγινες δάσκαλος;
-Δεν υπήρχε στο χωριό κανένας. Έτσι, έγινα εγώ.
-Και τα γράμματα πού τα έμαθες;
-Στην πολιτεία. Εκεί μ΄ έστειλαν οι γονείς μου.
-Τόσο μακριά! Τη μεγάλη την πόλη ούτε απ΄ την πιο ψηλή κορφή του βουνού δεν μπορούσες να την δεις.
-Και μετά, πατέρα;
-Γύρισα κι έγινα ο δάσκαλος του χωριού.
-Καλά. Όμως ο χήνος φτιάχνει το ψωμί. Ο γάιδαρος καθαρίζει το χωριό. Κι εσύ; Τι κάνεις με τα γράμματα;

-Μαθαίνω στους άλλους πώς να ζουν λεύτεροι.
Του δάσκαλου η φωνή ήταν πολύ σοβαρή.
Ο Φωκίων δε ρώτησε τίποτ΄ άλλο.
Βγήκε έξω να κάνει μια βόλτα.

ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ

Οι ελαφίνες είναι πολύ καλές μητέρες.

Παρατηρούν πάντα τα μικρά τους από απόσταση.
Γνωρίζουν πως, αν αγαπάς κάτι, καμιά φορά πρέπει να το αφήσεις!
Και τώρα άσε με να σου πω μία διδακτική ιστορία για τα ελάφια
Να ξέρεις πως τα θηλυκά αφήνουν τα μικρά τους μόνα για πολλές ώρες.
Πολλές φορές οι περαστικοί τα βρίσκουν εγκαταλελειμμένα και νομίζουν ότι χρειάζονται βοήθεια. Εάν τα πλησιάσουν, αυτά δεν αντιδρούν, ακόμη κι αν τ’ αγγίζουν. 
Ναι! Γι’ αυτό πολλοί νομίζουν πως είναι πληγωμένα.
Στην πραγματικότητα, όμως, μένουν ακίνητα στο έδαφος από ένστικτο, μέχρι να επιστρέψει η μητέρα τους και να τα φροντίσει. Όσο είναι μικρά, δεν έχουν δική τους μυρωδιά. Είναι άοσμα. Η μητέρα τους όμως έχει. Γι’ αυτό και μένει μακριά τους. Επειδή δεν θέλει να προσελκύσει άγρια ζώα.
Τα θηλυκά ελάφια είναι πολύ καλές μητέρες. Παρατηρούν πάντα τα μικρά τους από απόσταση.
Γνωρίζουν πως, αν αγαπάς κάτι, καμιά φορά πρέπει να το αφήσεις!

Γιάννης Παλλήκαρης

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki