«Οὐ ποιήσομαι περὶ πλείονος τὸ ζῆν τῆς ἐλευθερίας, οὐδ᾽ ἐγκαταλείψω τοὺς ἡγεμόνας οὔτε ζῶντας οὔτε ἀποθανόντας, ἀλλὰ τοὺς ἐν τῇ μάχῃ τελευτήσαντας τῶν συμμάχων ἅπαντας θάψω. καὶ κρατήσας τῷ πολέμῳ τοὺς βαρβάρους, τῶν μὲν μαχεσαμένων ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος πόλεων οὐδεμίαν ἀνάστατον ποιήσω, τὰς δὲ τὰ τοῦ βαρβάρου προελομένας ἁπάσας δεκατεύσω. καὶ τῶν ἱερῶν τῶν ἐμπρησθέντων καὶ καταβληθέντων ὑπὸ τῶν βαρβάρων οὐδὲν ἀνοικοδομήσω παντάπασιν, ἀλλ᾽ ὑπόμνημα τοῖς ἐπιγιγνομένοις ἐάσω καταλείπεσθαι τῆς τῶν βαρβάρων ἀσεβείας.»
Μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.) και τη νίκη των Ελλήνων, η συμμετοχή του περσικού ναυτικού στις επιχειρήσεις στην Ελλάδα, ουσιαστικά, σταματά.
Όταν αποχώρησαν τα φοινικικά καράβια, ο στόλος των Περσών αριθμούσε γύρω στα 300 πλοία.
Αφού διαχείμασε στην Κύμη, την άνοιξη αγκυροβόλησε στη Σάμο για να επιτηρεί την Ιωνία, που θεωρούνταν "ύποπτη" για επανάσταση.
Ο γαμπρός του Ξέρξη, Μαρδόνιος, που είχε μείνει με πολύ ισχυρές δυνάμεις στη Θεσσαλία, επιχείρησε να υποτάξει την Ελλάδα, χρησιμοποιώντας τα όπλα αλλά και άκρως δελεαστικές προτάσεις…
Μετά τη διακοπή των επιχειρήσεων στη διάρκεια του χειμώνα του 479 π.Χ., έγινε ορατή η αντίθεση ανάμεσα στους Σπαρτιάτες, που δεν βρίσκονταν κάτω από άμεση περσική απειλή και τις πόλεις της Στερεάς Ελλάδας (Αθήνα, Μέγαρα, Αίγινα κ.ά.), που πίεζαν για ανάληψη άμεσης στρατιωτικής δράσης.
Οι Αθηναίοι έστειλαν στη Σπάρτη αντιπροσωπεία (υπό την ηγεσία του Θεμιστοκλή ή του Κίμωνα), για να πείσουν τους Λακεδαίμονες να αναλάβουν αμέσως δράση.
Η προσπάθεια αυτή δεν είχε αίσια έκβαση.
Το ίδιο χρονικό διάστημα όμως, στη Σπάρτη υπήρξαν αλλαγές στη στρατιωτική ηγεσία. Ο Κλεόμβροτος, αντιβασιλιάς και επίτροπος του ανήλικου βασιλιά Πλείσταρχου (γιου του Λεωνίδα), που ήταν αρχιστράτηγος των Πελοποννησίων στον Ισθμό της Κορίνθου, πέθανε.
Τον διαδέχτηκε ο γιος του Παυσανίας, που όρισε υπαρχηγό του, τον Ευρυάνακτα, εξάδελφό του, που ήταν γιος του άλλου αδελφού του Λεωνίδα, του Δωριέα.
Οι δελεαστικές προτάσεις του Μαρδόνιου προς τους Αθηναίους
Ο Μαρδόνιος, γνωρίζοντας τις αντιθέσεις στα εσωτερικά των Ελλήνων, επιχείρησε να προσεταιριστεί τους Αθηναίους με πολύ σημαντικά ανταλλάγματα.
Έστειλε λοιπόν προς αυτούς τον υποτελή και σύμμαχό του βασιλιά της Μακεδονίας Αλέξανδρο που μετέφερε τις εξής ελκυστικές προτάσεις:
i. να δοθεί αμνηστία για όσα δεινά είχαν προκαλέσει στους Πέρσες στο παρελθόν
ii. να δοθούν εγγυήσεις εσωτερικής αυτονομίας της κυβέρνησης
iii. να κατοχυρωθεί η Αθήνα ως ντε φάκτο ηγεμονεύουσα πόλη της Ελλάδας με δυνατότητα να επεκτείνει "εν λευκώ" τα σύνορά της
iv. να αποκατασταθούν όλοι οι ναοί και τα τείχη της πόλης που είχαν καταστραφεί από τον Ξέρξη
v. να δοθεί στην Αθήνα μεγάλη οικονομική βοήθεια
Ως αντάλλαγμα, οι Αθηναίοι θα πολεμούσαν στο πλευρό των Περσών. Κυρίως, εναντίον των Σπαρτιατών…
Οι Αθηναίοι, σκόπιμα, καθυστέρησαν να δώσουν απάντηση.
Με κάποιον τρόπο, τα νέα έφτασαν και στη Σπάρτη.
Οι Λακεδαίμονες θορυβήθηκαν και έστειλαν στην Αθήνα αγγελιοφόρους.
Οι Αθηναίοι, που είχαν πετύχει το σκοπό τους, να εμπλακούν για τα καλά οι Σπαρτιάτες στη διαφαινόμενη σύγκρουση με τους Πέρσες, φρόντισαν να μιλήσουν στην Εκκλησία του Δήμου, στην ίδια συνέλευση, ο Αλέξανδρος που μετέφερε τις προτάσεις του Μαρδόνιου και έπειτα, οι Σπαρτιάτες αγγελιοφόροι.
Μόλις άκουσαν και τις δύο πλευρές, οι Αθηναίοι έδωσαν περήφανες απαντήσεις.
Στον Αλέξανδρο είπαν:
"Γνωρίζουμε ότι οι Πέρσες έχουν στρατεύματα πολλαπλάσια από τα δικά μας. Αλλά επειδή αγαπούμε υπερβολικά την ελευθερία, θα την υπερασπισθούμε όσο μπορούμε… Να διαβιβάσεις λοιπόν στον Μαρδόνιο ότι οι Αθηναίοι λένε: όσο ο Ήλιος ακολουθεί τον ίδιο δρόμο που ακολουθεί και τώρα, ποτέ δεν θα κλείσουμε συμμαχία με τον Ξέρξη…".
Οι Σπαρτιάτες αγγελιοφόροι, έχοντας καταλάβει πριν καν μιλήσουν, ότι οι Αθηναίοι θα απέρριπταν τις περσικές προτάσεις, δείγμα οξυδέρκειας και διορατικότητας, αρκέστηκαν να κατηγορήσουν τον Αλέξανδρο ως τύραννο, καθώς συνεργεί σε έργα τυράννου και να προειδοποιήσουν τους Αθηναίους ότι δεν πρέπει να πιστέψουν τα λόγια του Μαρδόνιου καθώς γνωρίζουν ότι για τους βαρβάρους δεν έχει καμία αξία ούτε η εμπιστοσύνη ούτε η αλήθεια.
Η απάντηση των Αθηναίων και προς αυτούς, ήταν μνημειώδεις:
"… δεν υπάρχει στη Γη πουθενά πολύ χρυσάφι, ούτε χώρα τόσο ανώτερη στην ομορφιά και στον πλούτο, ώστε να δεχθούμε και να θελήσουμε μηδίζοντας, να υποδουλώσουμε την Ελλάδα…".
Οι απαντήσεις αυτές, που περιέχονται στο έργο του Ηρόδοτου, είναι ενδεικτικές για το πνεύμα και το φρόνημα των Αθηναίων σε μια κρίσιμη στιγμή της ιστορίας.
Ο Μαρδόνιος κατευθύνεται προς το Νότο - Η δεύτερη κατάληψη της Αττικής
Πρέπει να ήταν προχωρημένη άνοιξη όταν ο Αλέξανδρος μετέφερε στον Μαρδόνιο την αρνητική απάντηση των Αθηναίων.
Τότε, ο τελευταίος προχώρησε στη στρατιωτική αναμέτρηση. Κατευθύνθηκε αρχικά στη Βοιωτία και στη συνέχεια στην, ήδη κατεστραμμένη, Αττική.
Οι Αθηναίοι, για δεύτερη φορά (μετά το 480 π.Χ.), εγκατέλειψαν την πόλη τους και εγκαταστάθηκαν στη Σαλαμίνα. Αρχές Ιουνίου, ο Μαρδόνιος έφτασε στην Αθήνα. Πριν όμως κάνει οτιδήποτε, θέλησε να επαναλάβει τις προτάσεις του προς τους Αθηναίους. Απεσταλμένος του αυτή τη φορά, στην αθηναϊκή Βουλή στη Σαλαμίνα, ήταν ο Ελλησπόντιος Μουρυχίδης.
Εκεί, ένας βουλευτής, ο Λυκίδης, τάχθηκε υπέρ της αποδοχής των περσικών προτάσεων και την "εισαγωγή" τους στην Εκκλησία του Δήμου για επικύρωση.
Οι άλλοι βουλευτές όμως, με μανία άρχισαν να χειροδικούν εναντίον του Λυκίδη. Το πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο έξω από τη Βουλή, άρπαξε τον Λυκίδη και τον λιντσάρισε!
Ένα πλήθος γυναικών, αλαλάζοντας, κατευθύνθηκαν στο κατάλυμα του Λυκίδη και λιθοβόλησαν τη σύζυγο και τα παιδιά του. Στον Μουρυχίδη, επιτράπηκε να φύγει. Αυτός συνέταξε μια αναφορά προς τον Μαρδόνιο, με όλα όσα είχαν συμβεί.
Το ίδιο χρονικό διάστημα, νέα αθηναϊκή αντιπροσωπεία, υπό τον Αριστείδη, κατευθύνθηκε στη Σπάρτη, ζητώντας βοήθεια.
Οι Σπαρτιάτες, με πρόφαση τη γιορτή των Υακινθίων, ανέβαλαν για δέκα μέρες την απάντησή τους. Είχαν σχεδόν ολοκληρώσει την οχύρωση του Ισθμού και αισθάνονταν ασφαλείς. Καθοριστική ήταν η παρέμβαση του Τεγεάτη Χίλεου, που ήταν ιδιαίτερα σεβαστός στη Σπάρτη, και τόνισε ότι αν οι Αθηναίοι δεχτούν τις περσικές προτάσεις, η Σπάρτη θα κινδυνεύσει άμεσα. Έτσι, οι Έφοροι διέταξαν τον Παυσανία να περάσει τον Ισθμό και να ενωθεί με τους υπόλοιπους Έλληνες. Έκπληκτη η αθηναϊκή αντιπροσωπεία, άκουσε τη δέκατη μέρα, ότι τα στρατεύματα της Σπάρτης, 5.000 άνδρες και 35.000 είλωτες, βρίσκονταν ήδη στο Ορέστειον της Αρκαδίας!
Έλληνες και Πέρσες στη Βοιωτία
Ο Μαρδόνιος, όταν πληροφορήθηκε τις κινήσεις του Παυσανία, αφού κατέστρεψε εντελώς την Αθήνα, εγκατέλειψε την Αττική και συμπτύχθηκε στη Θήβα, οι ηγέτες της οποίας είχαν μηδίσει. Ύστερα, έστειλε το ιππικό του και τμήμα του στρατού του εναντίον 1.000 Σπαρτιατών που βρίσκονταν στα Μέγαρα. Όταν όμως έμαθε ότι ο υπόλοιπος σπαρτιατικός στρατός βρισκόταν στον Ισθμό, κατευθύνθηκε προς τη Βοιωτία από τη Δεκέλεια, μια διάβαση της Πάρνηθας και την Τανάγρα. Βασικός του στόχος ήταν να προσελκύσει τα ελληνικά στρατεύματα να κατεβούν στη βοιωτική πεδιάδα. Οι Σπαρτιάτες, αφού πέρασαν τον Ισθμό, ενισχύθηκαν με 3.000 Μεγαρείς και ενώθηκαν στην Ελευσίνα με τον αθηναϊκό στρατό (8.000 οπλίτες) και 600 Πλαταιείς. Φαίνεται ότι τελικά οι Έλληνες παρατάχθηκαν στις υπώρειες του Κιθαιρώνα, απέναντι από τους Πέρσες, κοντά στο σημερινό Κριεκούκι.
Ο όρκος των Πλαταιών
Μια αρχαία παράδοση, που πιθανότατα δημιουργήθηκε τον 4ο αιώνα, αναφέρει ότι οι Έλληνες ορκίστηκαν πριν τη μάχη των Πλαταιών. Ο Ηρόδοτος, από τον οποίο αντλούμε το σύνολο των πληροφοριών για τη μάχη, δεν κάνει μνεία στον όρκο. Μια μαρμάρινη στήλη που βρέθηκε στις Αχαρνές το 1932, διασώζει τον όρκο αυτό σε άλλη μορφή. Πάντως, αν όντως δόθηκε αυτός ο όρκος, πιθανότατα δόθηκε στον Ισθμό, όταν οι Έλληνες αποφάσισαν να συμμαχήσουν εναντίον των βαρβάρων.
Ο όρκος των Ελλήνων πριν την μάχη των Πλαταιών
Οὐ ποιήσομαι περὶ πλείονος τὸ ζῆν τῆς ἐλευθερίας, οὐδ᾽ ἐγκαταλείψω τοὺς ἡγεμόνας οὔτε ζῶντας οὔτε ἀποθανόντας, ἀλλὰ τοὺς ἐν τῇ μάχῃ τελευτήσαντας τῶν συμμάχων ἅπαντας θάψω. καὶ κρατήσας τῷ πολέμῳ τοὺς βαρβάρους, τῶν μὲν μαχεσαμένων ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος πόλεων οὐδεμίαν ἀνάστατον ποιήσω, τὰς δὲ τὰ τοῦ βαρβάρου προελομένας ἁπάσας δεκατεύσω. καὶ τῶν ἱερῶν τῶν ἐμπρησθέντων καὶ καταβληθέντων ὑπὸ τῶν βαρβάρων οὐδὲν ἀνοικοδομήσω παντάπασιν, ἀλλ᾽ ὑπόμνημα τοῖς ἐπιγιγνομένοις ἐάσω καταλείπεσθαι τῆς τῶν βαρβάρων ἀσεβείας.
Μετάφραση:
(Δε θα προτιμήσω τη ζωή από την ελευθέρια, ούτε τους αρχηγούς μου θα παρατήσω, είτε ζωντανούς είτε νεκρούς, αλλά όσους συμπολεμιστές μου σκοτωθούν στη μάχη θα τους θάψω. Και, νικητής στον πόλεμο κατά των βαρβάρων, δεν θα βλάψω καμία από τις πόλεις που πολέμησαν για την Ελλάδα, εκείνες όμως που πήραν το μέρος του βαρβάρου θα τις κάνω φόρου υποτελείς. Και κανένα απ’ τα ιερά, που οι βάρβαροι πυρπόλησαν ή γκρέμισαν, δεν θ’ ανοικοδομήσω αλλά θα τ’ αφήσω να μένουν στους μεταγενέστερους μνημεία της βαρβαρικής ασέβειας.)
Οι πρώτες αψιμαχίες
Ο Μαρδόνιος θέλησε, όπως είπαμε, να παρασύρει τους Έλληνες στην πεδιάδα ανάμεσα στον Ασωπό ποταμό και τη Θήβα, για να εκμεταλλευτεί το πανίσχυρο ιππικό του.
Οι Έλληνες στρατοπέδευσαν νότια ...