Είναι Άνοιξη, ημέρα Σάββατο, 11 το πρωί
και οι φωνές των παιδιών που τρέχουν ξέφρενα στο άλσος της Καισαριανής,
σκεπάζουν ακόμη και το θόρυβο των αυτοκινήτων της οδού Διστόμου που
περνάει στο πλάι του άλσους.
Κυνηγιούνται, τρέχουν μπουλούκι πίσω από
μια μπάλα, ανεβοκατεβαίνουν στις κούνιες και στις τσουλήθρες τα
μικρότερα, προσπαθούν να σκαρφαλώσουν στα δένδρα, τα μεγαλύτερα,
βρέχονται με το νερό του σιντριβανιού, παλεύουν, πετάνε πέτρες και
γενικά επικρατεί πανζουρλισμός, τόσο που τρόμαξαν και τα πουλιά, που
έφυγαν προσωρινά μέχρι να τελειώσει το πανδαιμόνιο και πήγαν αλλού να
κελαηδήσουν και να καλέσουν το ταίρι τους.
Στο νούμερο 116 της Διστόμου, στον
τελευταίο όροφο της τριώροφης οικοδομής, μια παιδική φιγούρα προβάλλει
πίσω από το τζάμι του παραθύρου και παρακολουθεί με τα χέρια σταυρωμένα
στο στήθος, τα παιδιά που παίζουν. Δεν μπορεί να ακούσει τις φωνές
τους, γιατί απαγορεύεται να ανοίξει το παράθυρο, μήπως σκύψει και πέσει.
Είναι ο Πέτρος, ηλικίας οκτώ ετών,
μαθητής της δευτέρας τάξης του δημοτικού σχολείου, γιος του κυρίου Κώστα
που είναι καθηγητής στο γυμνάσιο και της κυρίας Σοφίας που δουλεύει
στην Τράπεζα.
Οι γονείς του με τη Μαίρη την αδελφή του
που είναι κατά ένα χρόνο μικρότερη , βγήκαν στην αγορά για ψώνια και
θα γύριζαν περίπου σε δύο ώρες. Μέχρι να επιστρέψουν, ο Πέτρος είναι
τιμωρημένος και θα έπρεπε να μείνει κλεισμένος στο σπίτι με την παρουσία
της γιαγιάς του, που μένει στο ισόγειο και με την εντολή να μην του
επιτρέψει να πάει στο άλσος.
Γιατί είναι τιμωρημένος ο Πέτρος;
Δεν ήθελε να φάει το πρωινό του, το γάλα
με τα δημητριακά, που ήθελαν οι γονείς του, – γιατί έτσι πρέπει να
γίνεται στις καθώς πρέπει οικογένειες- και ήθελε μόνο μια φέτα ψωμί με
τυρί, γιατί είχε δώσει ραντεβού με τους φίλους και συμμαθητές του, να
παίξουν ποδόσφαιρο.
Το πρωινό γάλα πάντα του δημιουργούσε
ενόχλημα στο στομάχι όταν έπρεπε να ταξιδέψει με αυτοκίνητο ή να παίξει
και συχνά του προκαλούσε εμετό. Αυτό το πρόβλημά του, το γνώριζαν οι
γονείς του. Μάταια τους παρακαλούσε να πάρει μια πιο στερεά τροφή.
Ο ποδοσφαιρικός αγώνας ήταν
προγραμματισμένος από την αρχή της εβδομάδος και μάλιστα είχαν χωρίσει
από την προηγουμένη, στο σχολείο, τις ομάδες. Ο Πέτρος θα έπαιζε
επιθετικός και όλη τη νύχτα σκεφτόταν τη φανέλα με το Ν(9) και τα
παπούτσια του Μέσσι που θα φορούσε και τα τέρματα που θα πετύχαινε.
Την ποδοσφαιρική στολή του την έκανε δώρο ο νονός του, για τον
συγκεκριμένο αγώνα.
Προσπάθησε να πείσει τη γιαγιά του να
τον αφήσει για λίγο να κατέβει να παίξει και δεν θα το μαρτυρούσε. Όμως
στάθηκε αδύνατο. Οι οδηγίες που της έδωσαν οι γονείς του ήταν αυστηρές
και δεν επιτρεπόταν να τις παραβιάσει, αλλά ούτε ήθελε να συνηθίσει ο
εγγονός της να λέει έστω και μικρά ψέματα, γιατί δεν επιτρέπεται αυτό
σε μια σοβαρή οικογένεια, με αρχές.
Μάταια προσπάθησε ο Πέτρος να την
μεταπείσει, λέγοντας ότι προχθές τηλεφώνησε η φίλη της μαμάς, η κυρία
Αριστέα και ζήτησε να της μιλήσει, αλλά από μακριά η μαμά του έκανε
νόημα να πει ότι λείπει. Και ο μπαμπάς μια μέρα που έπρεπε να πάρει το
θείο από το πρακτορείο γιατί δεν ήξερε καλά την Αθήνα, τηλεφώνησε στο
γυμνασιάρχη και είπε ότι είναι άρρωστος, ενώ δεν ήταν.
Ωστόσο, τα μάτια του Πέτρου ήταν υγρά
και η αναπνοή του βαριά και γρήγορη, ενώ την διέκοπταν αναφιλητά. Ο
πόνος του ήταν μεγάλος και η απογοήτευση, ακόμη μεγαλύτερη! Τόσα όνειρα
πήγαν χαμένα!
Αγαπητοί μου φίλοι,
Το σπίτι, η διεύθυνση του σπιτιού και
τα ονόματα, είναι φανταστικά. Η ιστορία όμως είναι αληθινή και
επαναλαμβάνεται κάθε μέρα.
Μέσα από αυτή θα αναγνωρίσει ο κάθε
ένας από εμάς στοιχεία του εαυτού του και της καθημερινής σχέσης του με
τα παιδιά του. Μιας σχέσης που είναι συχνά δεσποτική και απάνθρωπη από
μέρους μας, γιατί έχουμε ξεχάσει ότι κάποτε υπήρξαμε και εμείς παιδιά με
ανάγκες, αρνείται όμως πεισματικά η μνήμη μας να ανασύρει τις πιο
γλυκές στιγμές της παιδικής μας ηλικίας.
Η απάντηση στον εαυτό μας είναι εύκολη και καλύπτει τις όποιες ενοχές μας για την συμπεριφορά μας αυτή.
«Σήμερα η κοινωνία είναι αλλιώτικη και άλλες οι απαιτήσεις της ζωής».
Ξεχνάμε όμως ένα πράγμα:
«Ξεχνάμε ότι η κοινωνία και οι
απαιτήσεις της μπορεί να άλλαξαν, όμως τα παιδιά είναι και θα είναι
πάντα παιδιά, όσοι αιώνες και αν περάσουν».
Παραδείγματα σαν και αυτό, της σκληρής
τιμωρίας του Πέτρου, έχουμε ακούσει πολλά, από περιγραφές και
αφηγήσεις φίλων μας στις κοινωνικές μας επαφές. Ένας διηγείται μια
ιστορία ψυχικού εξαναγκασμού ενός παιδιού και όλοι οι υπόλοιποι τον
κοιτάζουμε με απορία, σφίγγοντας τα χείλη μας ή κάνοντας μορφασμούς
αποδοκιμασίας, ενώ στα ίδια λάθη έχουμε υποπέσει και εμείς. Απλά, για
τον εαυτό μας έχουμε πάντα μια γρήγορη δικαιολογία που να αμβλύνει τη
σκληρή συμπεριφορά μας. «Δεν ξέρεις τι σημαίνει Γιάννης. Να σου τον
χαρίσω για μια εβδομάδα και θα καταλάβεις»
Φίλοι γονείς,
Το κάθε παιδί είναι ένα παιδί, που όμοιό του δεν θα βρείτε όσο και αν ψάξετε.
Αν βάλετε στην αφετηρία 100 παιδιά της
ίδιας ηλικίας και του ίδιου φύλου και χρονομετρήσετε τον τερματισμό στα
50 μέτρα, θα έχετε 100 διαφορετικούς χρόνους. Έτσι διαφορετική είναι η
επίδοση και στο σχολείο. Διαφέρει η προσωπικότητά τους. Άλλα είναι
ντροπαλά και άλλα θαρραλέα, επιθετικά και δειλά, απαιτητικά και
υποχωρητικά κ.ο.κ.
Ας μην προσπαθούμε λοιπόν να
«κατασκευάσουμε» το παιδί μας σαν το ιδεώδες παιδί που έχουμε πλάσει στο
μυαλό μας. Θα οδηγηθούμε σε πράξεις και ενέργειες, με αποτέλεσμα να κάνουμε ένα
παιδί δυστυχισμένο!
Η μικρή … πικρή ιστορία του Πέτρου!
Είναι μια μικρή ιστορία, όπως μου την διηγήθηκε την Άνοιξη του 2014, με το δικό του παιδικό τρόπο, ο μικρός μου φίλος, ο Πέτρος.
Γράφει ο
Παναγιώτης Σπυρίδης, Αναπλ. Καθηγητής Παιδιατρικής