Thursday, 23 May 2019

Τα «ευχαριστώ» για τη μεγάλη μου αδερφή

Προσοχή-προσοχή.
Ακολουθεί κείμενο-αφιέρωση, κείμενο-μελό, κείμενο-κοριτσίστικο, γλυκερό απ’ αυτά που διαβάζουν τ’ αγόρια και μας κοροϊδεύουν.

Ακολουθεί κείμενο-ωδή στα κλεμμένα ρούχα, τα κακά αστεία, τα κοινά παιδικά χρόνια, τα στριμωγμένα δωμάτια, τα μυστικά για ομορφιά και μόδα και σεξ και μαλλιά και σχέσεις και δουλειές. 
Ακολουθεί κείμενο-αφιέρωση στη μεγάλη (μου) αδερφή. 
Στην κάθε μεγάλη αδερφή που της πρέπουν «ευχαριστώ» με το τσουβάλι, αλλά δεν επιτρέπεται να γράφεις τόσο μεγάλα κείμενα, γιατί οι αναγνώστες θα βαρεθούν και θα κλείσουν το άρθρο και δεν θα μάθουν ποτέ τον 352ο λόγο που αξίζει να της πεις ευχαριστώ.
Παίρνουμε μια βαθιά ανάσα, σηκώνουμε τα μανίκια μας, κάνουμε κότσο τα μαλλιά μας (να φανεί η αρχοντιά μας), κοιτάζουμε μια φωτογραφία της και φύγαμε:

Σ’ ευχαριστώ, αδερφούλα, που έπαιζες μαζί μου με τις κούκλες για τουλάχιστον δυο-τρία χρόνια μετά απ’ τη φάση που είχες πραγματικά βαρεθεί να παίζεις με κούκλες.

Και, παρεμπιπτόντως, ευχαριστώ για όλες τις κούκλες που μου κληροδότησες, όταν η εφηβεία σου χτύπησε την πόρτα.
Σ’ ευχαριστώ που μ’ άφηνες να παίρνω τα ρούχα σου και που, καμιά φορά, δεν με μάλωνες πολύ όταν τα έχανα ή τα λέρωνα ή τα ξεχείλωνα (ουπς).
Σ’ ευχαριστώ που όταν έμαθες ότι καπνίζω δεν το είπες στη μαμά.

Και σ’ ευχαριστώ
αναδρομικά για το ένα περίπου τετράκις εκατομμύριο μυστικών που κράτησες απ’ τη μαμά, γιατί καρφί δεν ήσουν ποτέ.

Ευχαριστώ που μου έμαθες τις πιο κουλ μουσικές και έτσι σκαρφάλωνα με άνεση στο βάθρο με τους «ψαγμένους» στο σχολείο.

Κι ευχαριστώ που με έσυρες μαζί σου σε συναυλίες που θα προτιμούσες χίλιες φορές να είχες πάει με την παρέα σου.
Και που με συνόδευσες σ’ άλλες τόσες αφήνοντάς με ελεύθερη.

Ευχαριστώ για όλες τις φορές που ήρθες να με πάρεις απ’ τα Αγγλικά.

Ευχαριστώ που μ’ άφηνες να κρυφοκοιτάζω τη μεγαλίστικη ζωή σου όταν διψούσα να γίνω μεγαλύτερη. 
Κι ευχαριστώ πολύ για όσα δεν μ’ άφησες να δω.
Ευχαριστώ που με συνόδευσες σε πάρτι και βόλτες, όταν η οδηγία έλεγε «Μόνη σου, δεν γίνεται να πας», θυσιάζοντας ποιος ξέρει τι για χάρη μου.
Ευχαριστώ που μου λες κατάμουτρα τι με παχαίνει και τι με κονταίνει και τι πρέπει να βγάλω επειγόντως.
Ευχαριστώ πολύ που (χαζή!) ακόμα και σήμερα δεν μπορείς να σταματήσεις να κερνάς καφέδες και ποτά και φαγητό λες και είσαι καμιά θεία μου!

Ευχαριστώ –και μπράβο!- που είσαι πάντα τόσο «ανεβασμένη» και χαμογελαστή θυμίζοντάς μου ότι το ξινό μου ύφος είναι περιττό κι αντιπαθητικό και δυσάρεστο.
Ευχαριστώ που μου έμαθες ν’ ανοίγω το ραδιόφωνο πριν καν φτιάξω καφέ.
Σ’ ευχαριστώ για όλες τις φορές που μεσολάβησες για να λήξει η τιμωρία μου.

Ευχαριστώ που όταν πίνεις λίγο παραπάνω, γίνεσαι αγαπησιάρα και δραματική και μου λες πόσο μ’ αγαπάς και πόσο όμορφο μωρό ήμουν κι άλλα τέτοια μαμαδίστικα.

Γενικά, ευχαριστώ που καμιά φορά είσαι τόσο μαμά και τόσο φίλη μαζί. 
Πώς το κάνεις;
Ευχαριστώ που μ’ έμαθες να μοιράζομαι.
Και που δεν μου κρατάς κακία που χάνομαι.

Ευχαριστώ που με καθησύχασες με ψυχραιμία ένα κάρο φορές που το παιδικό κι αργότερα εφηβικό μυαλό μου έκανε πάρτι.

Ευχαριστώ
που μου θύμιζες (λίγο πικρά, αλλά ορθά) ότι δεν είμαι το κέντρο του κόσμου.
Ευχαριστώ που μου έδειξες πώς ν’ αγαπάω τη μικρή.
Ευχαριστώ που με μεγάλωσες, ρε.

Ορίστε, λοιπόν, ένα απ’ αυτά τα θέματα που ξεκινάς να τα γράφεις κάνοντας τον κυνισμό σου παντιέρα («πφ, γλυκανάλατο!», «πω πω, μελούρα» και λοιπά αντιδραστικά) και καταλήγεις να γράφεις τον επίλογο ακούγοντας νοσταλγικά τραγούδια και φυσώντας τις μύξες σου στο μπλουζάκι της συναδέλφου.

Σ' ευχαριστώ, Λιζάκι.
από Φοίβη Γλύστρα΄

mama365.gr
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Τυφλή μαμά εξομολογείται: «Δεν βλέπω τα παιδιά μου, αλλά τα αγγίζω, τα νιώθω, τα μυρίζω»!!!

«Δεν βλέπω τα παιδιά μου αλλά τα αγγίζω, τα νιώθω, τα μυρίζω»!!!

Κάθε απόγευμα μετά τη δουλειά γυρίζω σπίτι, μαγειρεύω, κάνω μπάνιο τα παιδιά μου, τους βάζω καθαρές πιτζάμες και αφού φάμε,
διαβάζουμε το παραμύθι μας, τα φιλάω και τα βάζω για ύπνο.

Η μόνη διαφορά ανάμεσα σε εμένα και εκατομμύρια άλλες μαμάδες σε όλο τον κόσμο που έχουν την ίδια καθημερινότητα με μένα είναι το γεγονός ότι δεν μπορώ να δω.
Δεν ξέρω πως είναι τα παιδιά μου, ούτε γνωρίζω το χρώμα των μαλλιών τους.
Δεν μπορώ να παρακολουθήσω μαζί τους τα αγαπημένα τους κινούμενα σχέδια ή να δω τις ζωγραφιές που μου φτιάχνουν. 

Αυτό σημαίνει ότι δεν είμαι καλή μαμά;
Φυσικά και όχι, κάθε μέρα όμως έρχομαι αντιμέτωπη με απίστευτες προκαταλήψεις και ρατσιστικές συμπεριφορές ότι η ανικανότητα μου να δω σημαίνει ότι δεν είμαι και καλή μητέρα.

Δυστυχώς πολλοί εξακολουθούν να είναι καχύποπτοι και να αμφιβάλλουν κατά πόσο γυναίκες σαν και μένα μπορούν να γίνουν μαμάδες.
Όταν ήμουν έξι μηνών έγκυος στο πρώτο μου παιδί το 2012, ήμουν στο τρένο μαζί με τον σκύλο-οδηγό μου.
«Τι σου συνέβη;», ακούστηκε η φωνή μιας γυναίκας.
«Ποιος θα φροντίσει το παιδί σου;», είπε κάποια άλλη.
«Άλλο ένα παιδί που θα καταλήξει στο ορφανοτροφείο!!!», είπε κάποιος άλλος.

Ήταν ξένοι. Δεν με γνώριζαν. Πώς τολμούσαν να με κατηγορούν ότι είμαι ανίκανη να μεγαλώσω το παιδί μου;

«Δουλεύω και θα μεγαλώσω μία χαρά το παιδί μου. Κρατήστε σας παρακαλώ τη γνώμη σας για τον εαυτό σας», 
τους είπα εξοργισμένη και έτοιμη να βάλω τα κλάματα.

Έκλαψα πολύ εκείνο το βράδυ όταν γύρισα σπίτι. Γιατί να έχει κάποιος τόσο χαμηλές προσδοκίες από μένα ως μητέρα;

Καθόλη τη διάρκεια της πορείας μου ως μητέρα έχουν υπάρξει πολλά περιστατικά που με έχουν ενοχλήσει.
Μία φορά θυμάμαι ότι μπήκα σε ένα μαγαζί με τα παιδιά να τους πάρω γλυκά και η κυρία που μας εξυπηρέτησε απευθύνθηκε μόνο στα παιδιά λες και εγώ ήμουν αόρατη.

Μία άλλη φορά μία κυρία στο πάρκο μου είπε «δεν μπορώ να καταλάβω πώς τα καταφέρνεις».
Έχω μάθει να διαχειρίζομαι τη δυσπιστία κάποιων, αυτό όμως δε σημαίνει ότι αυτή η προκατάληψη που αντιμετωπίζω κάθε μέρα δεν με ενοχλεί.
Πριν γεννηθεί η κόρη μου κάποιος με ρώτησε πώς ένιωθα για το γεγονός ότι δεν θα έβλεπα ποτέ τα πρόσωπα των παιδιών μου.
Καταλαβαίνω πως όσοι βλέπουν δίνουν πολύ μεγάλη αξία σε αυτό που βλέπουν, αλλά πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουν ότι οι τυφλοί χρησιμοποιούν τις υπόλοιπες αισθήσεις τους, οι οποίες είναι πολύ πιο οξυμένες για να αντεπεξέλθουν στην έλλειψη της όρασης.
Μπορεί να μην έβλεπα, αλλά μπορούσα να αγγίξω τα παιδιά μου,να τα ακούσω, να τα μυρίσω και να νιώθω τις κλωτσιές τους στην κοιλιά μου.
Γεννήθηκα πρόωρα.
Ένα λάθος των γιατρών, οι οποίοι μου έδωσαν παραπάνω οξυγόνο απ’ ότι έπρεπε, έβλαψε την όρασή μου.
Μπορώ μόνο να ξεχωρίζω το φως από το σκοτάδι και όσο περίεργο
και αν σας ακούγεται, ευγνωμονώ το Θεό που είμαι μόνο τυφλή και τίποτα άλλο.
Ένα μωρό που γεννιέται τόσο μικρό συνήθως έρχεται αντιμέτωπο με πολλά προβλήματα, πολύ πιο σοβαρά ακόμα και θανατηφόρα.

Η απώλεια της όρασής μου είναι το τίμημα που πληρώνω που είμαι ζωντανή. Κατά τα άλλα είμαι απόλυτα υγιής.
Μεγαλώνοντας μου φαινόταν απόλυτα φυσιολογικό το να μη βλέπω. Για μένα τίποτα δεν ήταν διαφορετικό.

Πήγα σε δημοτικό σχολείο για παιδιά με ειδικές ανάγκες και χρησιμοποιούσα μπαστούνι μέχρι την ηλικία των 8 ετών, επειδή φοβόμουν τα σκυλιά γι’ αυτό και δεν ήθελα σκυλο-οδηγό.
Γυμνάσιο και Λύκειο πήγα σε κανονικό σχολείο χρησιμοποιώντας τη γραφή Μπράιγ.

Κατάφερα να κάνω φίλους και να σπουδάσω.

Οι γονείς μου δεν συμφιλιώθηκαν ποτέ με την ιδέα ότι το παιδί τους ήταν τυφλό.
Για εκείνους ένα παιδί με αναπηρία ήταν πολύ μεγάλο στίγμα.
Ανησυχούσαν πολύ και επειδή φοβούνταν ότι δεν θα μπορέσω ποτέ να ζήσω σαν κανονική γυναίκα με είχαν κλείσει μέσα σε ένα «γυάλινο κλουβί».
Τους καταλαβαίνω εν μέρει.

Παρά το γεγονός ότι ζούσα μία φυσιολογική ζωή, είχα παρέες, έβγαινα, σπούδαζα, εκείνοι εξακολούθησαν να με αντιμετωπίζουν σαν ανάπηρη  και να απορούν τι μέλλον θα μπορούσα να έχω.

Ευτυχώς για μένα οι φόβοι τους μου έδιναν κουράγιο και αποφασιστικότητα: δεν θα άφηνα ποτέ την αναπηρία μου να σταθεί εμπόδιο στη ζωή μου.
Όσο περισσότερο με κορόιδευαν, τόσο περισσότερο προσπαθούσα να τους αποδείξω ότι είμαι καλά, υγιής, ανεξάρτητη και ζω μία φυσιολογική ζωή.
Το 2001 έφυγα από το σπίτι για να σπουδάσω σε μία σχολή για τυφλά άτομα.
Εκεί γνώρισα και το σύζυγό μου.
Είχε γεννηθεί με σοβαρά προβλήματα όρασης, αλλά στα 8 του την έχασε εντελώς.
...............
η συνέχεια εδώ: e-vima
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Η Μυθολογία των Ελλήνων - Ορφέας και Ευρυδίκη — The tragic myth of Orpheus and Eurydice

Ο Ορφέας ο μουσικός, είναι ακόμη ένας μυθικός ήρωας των αρχαίων Ελλήνων. 
Η πραγματική δύναμή του όμως βρισκόταν στην “μαγική” δύναμη της λύρας του, στη μουσική και την ποίηση.
Ήταν γιος του βασιλιά της Θράκης Οίαγρου ή Θίαγρου και της Μούσας Καλλιόπης. Αδελφός του ήταν ο τραγουδιστής Λίνος που δίδαξε τον Ηρακλή τραγούδι και μουσική (κατά την μυθολογία, ο νεαρός Ηρακλής θύμωσε κάποτε με τον Λίνο και τον σκότωσε, άθελά του, χτυπώντας τον πολύ στο κεφάλι με την λύρα του).
Γεννήθηκε σε μια σπηλιά και από νήπιο ακόμα έδειξε την αγάπη του και την κλίση του στην μουσική. 

Ο ίδιος ο θεός Απόλλωνας του δίδαξε την μουσική και του χάρισε την λύρα του. 
Ο Ορφέας έπαιζε τόσο αρμονικά τη λύρα και τραγουδούσε τόσο γλυκά, που λένε ότι και τα αγρίμια ακόμη του δάσους μαζεύονταν γύρω του για να τον ακούσουν. Ακόμα και τα δένδρα και τα βράχια κουνιόνταν σαν να χορεύαν στη μουσική του.
Ο Ορφέας πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία με τον Ιάσονα και τους άλλους μυθικούς ήρωες. 
Με τη μουσική της λύρας του κοίμησε το δράκο που φύλαγε το χρυσόμαλο δέρας και έτσι μπόρεσε να το κλέψει ο Ιάσονας. 
Στον δρόμο της επιστροφής, γλίτωσε τους Αργοναύτες από τις Σειρήνες και την παγίδα τους παίζοντας τόσο δυνατά και αρμονικά που ξεπέρασε σε ομορφιά, δύναμη και μαγεία το τραγούδι των Σειρήνων.
Ορφέας και Ευρυδίκη. 

Ένας μεγάλος Έρωτας
Μετά την Αργοναυτική εκστρατεία, ο Ορφέας επέστρεψε στην Θράκη και ζούσε όπως και πριν, τριγυρνώντας μέσα στο δάσος, παίζοντας τη λύρα του και τραγουδώντας. 
Εκεί κάποτε συναντήθηκε με την νύμφη Ευρυδίκη την οποία αγάπησε και πήρε για γυναίκα του. Η ευτυχία τους όμως δεν κράτησε για πολύ. 
Μια μέρα εκείνη στην προσπάθειά της να αποφύγει την ερωτική επίθεση του βοσκού Αρισταίου τσιμπήθηκε από ένα φίδι που ήταν κρυμμένο στα χόρτα. Το τσίμπημα ήταν θανατηφόρο. ...
Ο Ορφέας έπεσε σε τεράστια θλίψη. 
Λένε ότι όταν τραγουδούσε τον πόνο του ακόμα και και οι πέτρες ράγιζαν. Τίποτα πια δεν τον παρηγορούσε. 
Και έτσι αποφάσισε να κατέβει στον Άδη, στο βασίλειο του Πλούτωνα, να ξαναβρεί την Ευρυδίκη και είτε να την φέρει πίσω στον κόσμο είτε να μείνει για πάντα εκεί μαζί της.
Με την βοήθεια του θεού Ερμή κατέβηκε στο σκοτεινό βασίλειο του Άδη και με την παραπονιάρικη μουσική της λύρας του σαγήνευσε και αποκοίμησε τον φοβερό Κέρβερο, τον φύλακα των ψυχών, για να περάσουν τις πύλες του. 

Στο άκουσμα της μουσικής του μαζεύτηκαν γύρω του και οι ψυχές των νεκρών, που ξέχασαν έτσι για μια στιγμή τα βάσανά τους.

Ο Πλούτωνας με χαρά φιλοξένησε στο παλάτι του τον Ορφέα και την “θεϊκή” μουσική του. Μποστά στα παρακάλια του Ορφέα και στην θλίψη και στον πόνο της μαγευτικής μουσικής του, ο Πλούτωνας λύγισε και δέχτηκε να αφήσει την Ευρυδίκη να φύγει. 
Έθεσε όμως στον Ορφέα έναν όρο: 
Στον δρόμο της επιστροφής για τον επάνω κόσμο, μπροστά θα πηγαίνει αυτός καιπίσω του θα ακολουθεί η Ευρυδίκη με τον Ερμή. Μέχρι να φθάσουνε στον προορισμό τους ο Ορφέας δεν έπρεπε ούτε μια φορά να γυρίσει να δει την Ευρυδίκη, αλλιώς αυτή θα χανόταν για πάντα!
Ο Ορφέας δέχθηκε με χαρά τον όρο του Πλούτωνα και με την συνοδεία του Ερμή ξεκίνησαν να επιστρέψουν στην γη. Φθάνοντας όμως κοντά στην έξοδο, ο Ορφέας έχασε την υπομονή του, παρασύρθηκε από την αγάπη του και την λαχτάρα να ξαναδεί την Ευρυδίκη και γύρισε να την κοιτάξει… 
Στην στιγμή εκείνη χάθηκε επιστρέφοντας στο σκοτεινό παλάτι του Άδη και ο Ορφέας έμεινε ξανά μόνος του … για πάντα!
 
Άδικα έκλαψε και θρήνησε για την ανοησία του ο Ορφέας. 
Και ύστερα, προσπαθώντας να ξεπεράσει τον πόνο του άρχισε να τριγυρίζει πάλι στα δάση με την λύρα του και να τραγουδά γα τον χαμό της Ευρυδίκης. 
Πολλές νύμφες του δάσους θέλησαν να τον παντρευτούν και να ζήσουν μαζί τους, αυτός όμως τις αγνοούσε και καμιά δεν θα μπορούσε να πάρει τη θέση της Ευρυδίκης πλάι του.
Ο τραγικός θάνατος του Ορφέα

Σύμφωνα με τον μύθο, ο θάνατος του Ορφέα ήταν τόσο τραγικός όσο τραγική ήταν και η ζωή του!

Λέγεται ότι οι Μαινάδες θύμωσαν μαζί του γιατί τις περιφρονούσε και τις αγνοούσε όταν τις συναντούσε στο δάσος. 
Κάποια μέρα λοιπόν που τον συνάντησαν στο δάσος, έξαλλες και μανιασμένες, έπεσαν πάνω του και κομμάτιασαν τον άτυχο Ορφέα και πέταξαν τα κομμάτια του κορμιού του και τη λύρα του στον ποταμό Έβρο. Από εκεί ο ποταμός έβγαλε τα λείψανά του στη θάλασσσα και αυτή με τα κύματά της τα οδήγησε μέχρι την Λήμνο. Εκεί οι Μούσες περιμάζεψαν τα κομμάτια του και τα έθαψαν με ευλάβεια. 
Τη λύρα του την κράτησαν οι κάτοικοι σαν κειμήλιο και αργότερα οι θεοί την πήραν και την έβαλαν ανάμεσα στους άλλους αστερισμούς του ουρανού για να θυμίζει τον Ορφέα…

Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki