Monday, 28 May 2007

ΕΛΑΣ: Νέο λογισμικό στη μάχη κατά της παιδικής πορνογραφίας - A New Way to Detect Digital Child Pornography?

Ειδικές πιστοποιήσεις σε 18 Αστυνομικούς των Τμημάτων Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος των Διευθύνσεων Ασφαλείας Αττικής και Θεσσαλονίκης απένειμαν σήμερα ο Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Τάξης Γρηγόριος Τασούλας και ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας Αντιστράτηγος Ελευθέριος Οικονόμου, σε ειδική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στη Διεύθυνση Ασφάλειας Αττική.
Οι πιστοποιήσεις αυτές απονεμήθηκαν μετά από την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης των αστυνομικών στην ψηφιακή διερεύνηση της παιδικής πορνογραφίας, που διακινείται μέσω του διαδικτύου. Η εκπαίδευση πραγματοποιήθηκε από εμπειρογνώμονες της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Ειδικότερα οι ανωτέρω Αστυνομικοί πιστοποιήθηκαν στη χρήση ειδικού λογισμικού που εντοπίζει και παράλληλα ταυτοποιεί, σε πραγματικό χρόνο τα ηλεκτρονικά ίχνη όλων των χρηστών του διαδικτύου οι οποίοι διακινούν υλικό παιδικής πορνογραφίας ανά χώρα.
 
naftemporiki


The fight against child pornography could be getting a new high-tech tool.

To help law enforcement with the task of analyzing a suspected child pornographer's computer , new software developed by a computer science professor at the Polytechnic Institute of New York University brings deleted photographs back from the computer's trash and searches them for potentially explicit images of children and differentiates them from images of adult.
The program scans for faces of children, nudity and other features to help flag images that could possibly be illegal contraband.
"It uses machine-learning algorithms to distinguish child from not-child," said Nasir Memon, a professor of computer science who created the program with his students.
"Machine learning" refers to a process by which a program learns to identify certain kinds of images by processing other similar images.
"[The program looks] at the face, skin, nudity, other features potentially that combine together, to pull out the most likely images which could be problematic," he said.
The program was designed to help law enforcement, defense and intelligence officials and private investigators hired by the private sector, Memon said.
 

Παιδική παραβατικότητα

Ένας στους δέκα μαθητές Γυμνασίου δεν θέλει να πάει στο σχολείο γιατί φοβάται τους συμμαθητές του, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών την οποία δημοσιεύουν Τα Νέα (5/6/2006). Ανήλικοι εκδηλώνουν παραβατική έως εγκληματική συμπεριφορά με θύματα συμμαθητές τους, τις περισσότερες φορές με την ανοχή και τη σιωπή της κοινωνίας των σχολείων.

Σύμφωνα με την έρευνα, που πραγματοποιήθηκε με συμμετοχή 1.431 μαθητών Γυμνασίου και Λυκείου, το 12% των μαθητών Γυμνασίου λείπουν από μία έως και 10 ημέρες από το σχολείο τους, επειδή-όπως λένε-δεν αισθάνονται ασφαλείς.

Το 16,6% των μαθητών ανέφεραν ότι έχουν δεχτεί επίθεση χωρίς λόγο από ομάδα συμμαθητών τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό εκφράζεται με έντονη λογομαχία, εξύβριση και σωματική επίθεση.
Τρεις στους δέκα μαθητές αναφέρουν ότι έχουν δεχτεί απειλές.
Κατά την διάρκεια των συμπλοκών, σύμφωνα με την έρευνα, το 27,3% χτύπησε αλλά δεν τραυματίστηκε σοβαρά, το 9,9% δηλώνει ότι κάποιος ή κάποιοι χτυπήθηκαν σοβαρά ενώ το 1,3% των μαθητών χρειάστηκε να πάει στο νοσοκομείο.

Τα συχνότερα θύματα εκφοβισμού, λεκτικής ή σωματικής βίας από τους συμμαθητές τους είναι οι «διαφορετικοί» μαθητές - στην εμφάνιση, στο θρήσκευμα, στην εθνικότητα, κλπ. Όπως εξηγούν οι ερευνητές, το πώς αντιμετωπίζει ένας μαθητής τα πειράγματα - ήπια ή σοβαρά - εξαρτάται από τα στηρίγματα και τις σχέσεις που έχει στην οικογένεια και το ευρύτερο περιβάλλον τους. Τέτοιες συμπεριφορές, πάντως, μπορεί να έχουν σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις. Αρκετές φορές, εξ άλλου, τα «θύματα» μπορούν να μετατραπούν σε δράστες, στα πλαίσια της λογικής της αυτοδικίας.

Σε έρευνα που πραγματοποίησαν μαθητές του 2ου Γυμνασίου Κερατσινίου, καταγράφεται ότι επτά στους δέκα μαθητές έχουν δεχθεί επιθετική συμπεριφορά στο χώρο του σχολείου ενώ το 52,14% αισθάνονται ανασφαλείς «επειδή οι καθηγητές δεν αξιολογούν τη σοβαρότητα του προβλήματος της επιθετικής συμπεριφοράς ορισμένων μαθητών». Αλλά και ο διευθυντής, σύμφωνα με το 5,98% των μαθητών, είναι ελαστικός στην αντιμετώπιση κρουσμάτων επιθετικής συμπεριφοράς.

Ο φόβος για αντίποινα αποτρέπει τους μαθητές θύματα επιθετικής συμπεριφοράς να την καταγγείλουν.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 21,69% των μαθητών δεν ζητά προστασία, το 16,27% φοβούνται τον χαρακτηρισμό του μαμμόθρεφτου ενώ τέσσερις στους δέκα πιστεύουν ότι θα τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Τώρα πλέον υπάρχουν μαθητές που πουλάνε προστασία σε συμμαθητές τους ενώ συμπλέκονται για υποθέσεις ναρκωτικών ή επιτίθενται εναντίον εκπαιδευτικών.


ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΑΣ...

Συχνή η τροφική επιλεκτικότητα στα αυτιστικά παιδιά

Πολλά παιδιά είναι επιλεκτικά στην διατροφή τους, αλλά νέα αμερικανική μελέτη διαπιστώνει ότι το χαρακτηριστικό αυτό είναι συχνότερο μεταξύ των παιδιών που πάσχουν από αυτισμό καθώς τείνουν να αρνούνται να φάνε τα περισσότερα τρόφιμα και είναι πιθανότερο να περιορίζουν τη διατροφή τους σε μικρότερη ποικιλία τροφών.
Η διατροφική αυτή συμπεριφορά είτε πρόκειται για παιδιά με αυτισμό είτε για υγιή παιδιά, ενέχει κινδύνους.
Όπως αναφέρεται στο Journal of Pediatrics, όταν τα παιδιά δεν τρώνε από όλες τις διατροφικές ομάδες επαρκείς ποσότητες διατρέχουν κίνδυνο ανεπάρκειας θρεπτικών συστατικών.
Πάντως η διατροφική επιλεκτικότητα δεν είναι ξεκάθαρο σύμπτωμα αυτισμού.  
Ο αυτισμός διαγνώσκεται σε παιδιά που έχουν περιορισμούς ή δυσκολίες σε αρκετές βασικές αναπτυξιακές περιοχές όπως η γλώσσα, η επικοινωνία, η κοινωνική αλληλεπίδραση και η άκαμπτη συμπεριφορά.
Η Δρ Λίντα Μπαντίνι και οι συνεργάτες της στο Κέντρο «E.K. Shriver» της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης και του Πανεπιστημίου της Βοστόνης θέλησαν να δουν αν τα παιδιά με διαταραχή του φάσματος του αυτισμού έχουν διαφορετικές διατροφικές συνήθειες από τα «κανονικά» παιδιά και κατά πόσο οι διαφορές αυτές, αν υπήρχαν, είχαν επίδραση στην διατροφή.
Στην μελέτη CHAMPS (Children's Activity and Mental Patterns Study) πήραν μέρος 111 παιδιά, 3-11 ετών (54 με διαταραχή του φάσματος του αυτισμού και 58 φυσιολογικά παιδιά). Τα παιδιά ζυγίστηκαν και μετρήθηκαν και οι γονείς τους απάντησαν σε ερωτήσεις για τις διατροφικές τους συνήθειες, ενώ κλήθηκαν να τηρήσουν και διατροφικό ημερολόγιο για τρεις ημέρες.
Η επιλογή τροφής χωρίστηκε σε τρία πρότυπα: 
α) άρνηση συγκεκριμένων τροφών, 
β) περιορισμένη ποικιλία ή επανάληψη των καταναλισκόμενων τροφών και 
γ) περιοριστική κατανάλωση σχεδόν αποκλειστικά μιας τροφής, η οποία τρώγεται συχνά κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Παιδιά που έτρωγαν επιλεκτικά υπήρχαν και στις δυο ομάδες, αν και στην ομάδα των αυτιστικών υπήρχε περισσότερη άρνηση και πιο περιορισμένη διατροφική επαναληψιμότητα.
Εν αντιθέσει με αυτό που περίμεναν οι επιστήμονες, η διατροφική επιλεκτικότητα δεν σχετιζόταν με την ηλικία του παιδιού. Τα επίπεδα της άρνησης και επανάληψης στα φυσιολογικά παιδιά ήταν όμοια σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Επιπλέον, μόνο τέσσερις από τους 53 γονείς των παιδιών με αυτισμό ανέφεραν ότι το παιδί τους έτρωγε μόνο ένα τρόφιμα τέσσερις ή πέντε φορές την ημέρα. Αυτό έκανε τους επιστήμονες να συμπεράνουν ότι το ακραίο αυτό πρότυπο διατροφής δεν εμφανίζεται τόσο συχνά στα παιδιά με αυτισμό.
Αν και το δείγμα της μελέτης γενικά κρίθηκε μικρό, η έρευνα δείχνει ότι ο μεγαλύτερος διατροφικός κίνδυνος προκύπτει όχι από την άρνηση συγκεκριμένων τροφών αλλά από διατροφικά πρότυπα με περιοριστική ποικιλία ή επανάληψη τροφών.
Επειδή τα αυτιστικά παιδιά του δείγματος ήταν πιθανότερο να περιορίζουν την ποικιλία των τροφών που κατανάλωναν, η πλειοψηφία τους είχε ανεπάρκεια σε βιταμίνες Α, C, D, όπως επίσης σε ψευδάργυρο, ασβέστιο και φυτικές ίνες, συγκριτικά με τα φυσιολογικά παιδιά.

Πηγή: Reuters Health

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki