Το παιχνίδι θεωρείται από κάποιους γονείς μέσο διασκέδασης
και ψυχαγωγίας, ενώ για άλλους χαμένος χρόνος. Ποια είναι όμως η σημασία του
παιχνιδιού για ένα παιδί και πόσο συμβάλλει στη συναισθηματική και κοινωνική του
ανάπτυξη;
How Children Learn by Playing |
Περίπου 15.000 ώρες κατά μέσο όρο παίζει ένα παιδί τα
έξι πρώτα χρόνια της ζωής του και αναμφίβολα οι ώρες αυτές είναι και οι πιο
ευτυχισμένες γι’ αυτό. Γεγονός καθόλου τυχαίο, αν αναλογιστεί κανείς πως σε μια
εποχή που ο χρόνος των παιδιών είναι τόσο ασφυκτικά προγραμματισμένος, το
παιχνίδι τους προσφέρει τις απαραίτητες ώρες χαλάρωσης και λειτουργεί ως
μηχανισμός μετριασμού του άγχους. Υπάρχουν γονείς που θεωρούν πως είναι μια
στιγμή κατά την οποία το παιδί δεν κάνει τίποτα ουσιαστικό, απλώς περνάει την
ώρα του. Άλλοι γονείς πάλι θεωρούν το παιχνίδι ως το καλύτερο μέσο ψυχαγωγίας
για το παιδί. Και υπάρχουν και γονείς που θεωρούν τις ώρες του παιχνιδιού χαμένο
χρόνο. Τι είναι όμως τελικά το παιχνίδι πέρα από μια αναζωογονητική ενασχόληση;
Μήπως ένα απαραίτητο εργαλείο για να γνωρίσει τη ζωή και τον κόσμο, να
συνειδητοποιήσει και να αξιοποιήσει τις ικανότητες του;
Η σημασία του παιχνιδιού στη ζωή του παιδιού
Μπορεί το παιχνίδι να φαίνεται για πολλούς απλά
διασκεδαστικό, στην πραγματικότητα όμως έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας τέλειας
παιδαγωγικής διδασκαλίας, η οποία συντελεί στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
Μέσω του παιχνιδιού, εξυπηρετούνται όλοι οι τομείς της ανάπτυξης ενός παιδιού.
Πώς γίνεται αυτό; Παίζοντας ένα παιδί αναπτύσσει όλες τις λειτουργίες και τις
δεξιότητές του. Είτε αυτές αφορούν το σώμα του είτε το πνεύμα του ή ακόμα και το
συναίσθημά του.
«Αρχίζω να σκέφτομαι»
Με τη βοήθεια του παιχνιδιού, το παιδί μαθαίνει πώς να
«μαθαίνει». Παίζοντας αναπτύσσει όλες τις γνωστικές λειτουργίες του και όλες τις
πνευματικές του δεξιότητες: Τη μνήμη, τη φαντασία, την κρίση, τη σκέψη, ενώ
παράλληλα εξελίσσει και το λόγο.
«Γνωρίζω τον κόσμο»
Η εξερεύνηση του εξωτερικού περιβάλλοντος αρχίζει με το
ομαδικό παιχνίδι. Δημιουργούνται οι πρώτες σχέσεις του παιδιού με τον κόσμο, με
τους άλλους ανθρώπους, αλλά και η πρώτη γνωριμία με τον εαυτό του. Ανακαλύπτει
τρόπους για να επικοινωνεί, αποκτά εμπειρίες, καλλιεργείται ηθικά, ενώ παράλληλα
γίνεται πιο ανεξάρτητο. Από την άλλη, το ομαδικό παιχνίδι το βοηθάει να
διαχειρίζεται τις συγκρούσεις, να νιώθει άνετα με τον περίγυρό του, του
ενισχύσει την αυτοεκτίμηση και του μαθαίνει τον αμοιβαίο συμβιβασμό.
«Μαθαίνω το σώμα μου»
Ο καλύτερος τρόπος για να γνωρίσει το παιδί το σώμα του είναι
να παίξει με αυτό! Αυτό είναι άλλωστε και το πρώτο παιχνίδι κάθε βρέφους, το
παιχνίδι με το ίδιο του το σώμα! Μαθαίνει να κυριαρχεί στο σώμα του, να
συντονίζει τις κινήσεις του, να εξελίσσει τις αισθήσεις του. Παράλληλα, έχει και
έναν τρόπο για να δώσει διέξοδο στην κινητικότητά του, να ασκήσει αλλά και να
συνειδητοποιήσει τη σωματική του δύναμη.
«Νιώθω ελεύθερο»
Αν θέλουμε να καταλάβουμε πώς νιώθει ένα παιδί, τότε σίγουρα
θα πρέπει να παρατηρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο παίζει. Μέσω του παιχνιδιού
απελευθερώνει το φόβο, το θυμό και τα άγχη του, εκφράζεται δηλαδή ελεύθερα.
Επίσης, μαθαίνει καινούργιες συμπεριφορές, ταυτίζεται με τους ρόλους που παίζει,
εκτονώνει το συναίσθημά του. Παράλληλα συνειδητοποιεί πως μπορεί να ελέγχει
καταστάσεις, να ελέγχει τη συμπεριφορά προσώπων ή αντικειμένων, κάτι που χωρίς
τη βοήθεια του παιχνιδιού δεν θα μπορούσε να κάνει ποτέ. Επομένως, καταλήγουμε
πως το παιχνίδι λειτουργεί και ψυχοθεραπευτικά για το παιδί.
Το περιεχόμενο των παιχνιδιών με τα οποία παίζουν τα παιδιά,
είτε ατομικά είτε ομαδικά, προβάλλει αυτό που το παιδί διακρίνει στη ζωή των
ενηλίκων. Έτσι θα παρατηρήσουμε τα μικρά παιδιά να θέλουν να ασχολούνται με το
χειρισμό κάποιων «ενήλικων» αντικειμένων όπως, για παράδειγμα, με το τηλέφωνο,
το τηλεχειριστήριο ή την κουζίνα. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας ασχολούνται
περισσότερο με τις ανθρώπινες σχέσεις. Μιμούνται πολύ τη μητέρα που φροντίζει το
μωρό ή τον πατέρα που οδηγεί και πηγαίνει βόλτα την οικογένεια. Τα μεγαλύτερης
ηλικίας παιδιά δίνουν έμφαση...