Thursday, 3 January 2019

Τα «κανονικά παιδιά» - Κάποια σκληρά ερωτήματα

Υπάρχουν κάποια θεμελιώδη, δηλαδή πιο σκληρά, ερωτήματα.
Εντελώς ενδεικτικά: 
* Τι θα κάνει ένας βαριά αυτιστικός, όταν πεθάνουν οι γονείς του; 
* Γιατί μερικά παιδιά στα ειδικά σχολεία, στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές, μυρίζουν; 
* Πού και πώς θα κολυμπήσει το καλοκαίρι ένα παιδί σε καροτσάκι; 
* Τι σημαίνει για τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ένα σχολείο-πάρκινγκ; 
* Πόσο κοστίζει η παρέμβαση και η υποστήριξη κάθε είδους σε όσους τις χρειάζονται; 
* Πόσα χρόνια έχει δικαίωμα κάποιος μαθητής να φοιτά σε ειδικό σχολείο και τι κάνει αφότου το τελειώσει; 
* Τι κοινωνία είναι αυτή που καθιστά την αναπηρία ευκαιρία για μπίζνες; 
Μερικές σκέψεις λοιπόν:

Πρώτον, η σχετικοποίηση της αναπηρίας δεν είναι ούτε αθώα, ούτε σωστή. 
Το «όλοι είμαστε άνθρωποι» είναι καλό και χρήσιμο όταν συνοδεύεται από δια ταύτα. 
Το ότι είσαι παράλυτος δεν είναι το ίδιο με το να σου πονάει το αυτί και το ότι είσαι αυτιστικός δεν έχει μεγάλη σχέση με το «όλοι μας είμαστε στον κόσμο μας», «όλοι έχουμε ιδιαιτερότητες». 
Προφανή πράγματα. 
Όμως αυτό που συμβαίνει σήμερα, είναι το να προωθείται ένας τυπικός σεβασμός στην διαφορετικότητα, μια αποδοχή της που ελάχιστη σχέση έχει με την αναγκαία υποστήριξή της. 
Χαριτωμένες οι φράσεις τύπου «παιδιά με ειδικές ικανότητες», καμιά ικανότητα όμως δεν υπάρχει αφ’ εαυτής. 
Ωραία τα σχέδια για «ένα σχολείο», «συμπερίληψη», «ενσωμάτωση» κ.ο.κ. αλλά αυτά έχουν προϋποθέσεις. 
Αλλιώς πρόκειται για τσουβάλιασμα και υποβάθμιση με τον μανδύα της ισότητας. 
Και όταν η απόσταση ανάμεσα στο δυνάμει και το υπαρκτό είναι τεράστια, πρόκειται πια για καθαρή κοροϊδία.

Δεύτερον, ο σεβασμός δεν μπορεί να αποτελεί σκέτα διαπροσωπική απαίτηση. 
Είναι κι αυτή μια πλευρά που εντέχνως προωθείται. Σαν να μην υπάρχει κοινωνία, πολιτεία, θεσμοί, νόμοι, παρά μόνο διαπροσωπικές σχέσεις. 
Το παρκάρισμα σε θέση που εμποδίζει τη διέλευση κάποιου ανάπηρου είναι προφανώς εξοργιστικό. 
Το παρκάρισμα παιδιών σε σχολεία κοντεύει να γίνει αυτονόητο. Το ίδιο και με τον εθελοντισμό. Πραγματικά χιλιάδες συγκινούνται και βοηθούν με κάθε τρόπο ανθρώπους με ειδικές ανάγκες. 
Κι αυτό το φορτίο είναι πολύτιμο, όχι μόνο για τους ανθρώπους με προβλήματα. 
Σε πολλές περιπτώσεις άλλωστε, δίχως αυτές τις βοήθειες, το πρόβλημα θα ήταν τεράστιο. Δεν μπορεί όμως αυτό να γίνεται ο κανόνας.

Τρίτον, κάπως πρέπει να διαχωριστούμε από το πρότυπο «αυτού που τα καταφέρνει σε πείσμα όλων των δυσκολιών». 
Υπάρχουν άπειρα βιντεάκια στο διαδίκτυο με ανθρώπους που δεν λύγισαν μπροστά στο όποιο τους πρόβλημα. 
Σπουδαίο ως παράδειγμα. Ψυχοκινητικό. 
Αυτό πρέπει να προβάλεις σε ένα παιδί (συνήθως βέβαια εσύ το μαθαίνεις από αυτό). Να παλέψει να βγάλει άκρη. 
Όμως για τους «μεγάλους», τα πράγματα οφείλουν να τεθούν διαφορετικά. 
Δεν μας χρειάζεται άλλο μια τέτοιου τύπου αποφασιστικότητα και ψυχολογία. 
Περισσότερο μας λείπει ένα «μαζί» που πρέπει να εφευρεθεί εκ νέου. Να δούμε τη συντριπτική πλειοψηφία που δεν τα καταφέρνει και έπειτα τους «ήρωες» ή αυτούς που «ξεχώρισαν».

Τέταρτον, μεγάλη συζήτηση για τη γνώση, την επιστήμη, την ειδική παιδαγωγική, και δώστου μεταπτυχιακά και σεμινάρια παντός είδους. 
Στη μεγάλη τους πλειοψηφία είναι πρόχειρα. Περισσότερο καλύπτουν άρον-άρον και με το αζημίωτο τη «ζήτηση» παρά προσφέρουν κάποια σοβαρή γνώση. 
Όμως αλλού είναι το ζήτημα. 
Όταν κάτι λειτουργεί πρωτίστως ως τυπικό προσόν για να βρεις δουλειά, ως «χαρτί», και όχι ως πραγματικό εργαλείο ενόσω δουλεύεις, τότε η αξία του εντός του σχολικού περιβάλλοντος είναι μικρή. Η «γενική ατμόσφαιρα» είναι αυτή που συνήθως κρίνει τα πράγματα.Αυτά τα αρχικά ερωτήματα προσπαθώ να μην ξεχνώ, όταν μιλάω με τους γονείς των μαθητών μου. 
Κι αυτές τις πρόχειρες σκέψεις, όταν συζητώ με τους «κανονικούς». Γιατί ως γνωστόν με τα παιδιά τα πράγματα είναι πολύ πιο εύκολα…

e-dromos
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Τα παιδιά στο πορτμπαγκάζ, τα σκυλιά στο πίσω κάθισμα!
Kids in Trunk, Dogs in Back Seat

Γονείς έβαλαν τα παιδιά στο πορτμπαγκάζ και τα σκυλιά στο πίσω κάθισμα!
Για μια διαδρομή 1.450 χιλιομέτρων, ο Michael J. Fee, 63, of Peoria and Amber L. Freudenstein, 31, επέλεξαν να βάλουν τα δύο παιδιά τους στο χώρο αποσκευών του αυτοκινήτου και τα δύο τους σκυλιά, ράτσας γερμανικού ποιμενικού, στα πίσω καθίσματα! 

Άλλη αυτή:
Tennessee Woman Placed Children
in Kennels in Back of Her Car
Οι δύο γονείς ομολόγησαν στο δικαστήριο και παραδέχτηκαν την πράξη τους, ενώ επίσης είπαν ότι αναγκάστηκαν να το κάνουν αυτό καθώς δεν χωρούσαν όλοι στην καμπίνα και αναγκαστικά, θα έπρεπε να κάτσουν στο πορτμπαγκάζ! 
Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν ποινή φυλάκισης 30 ημερών για τον κάθε ένα, ενώ το ανδρόγυνο συμπλήρωσε ότι τα παιδιά δεν έκατσαν εκεί για όλη τη διάρκεια της διαδρομής αλλά για ένα μέρος της. 
Η ηλικία τους είναι 6 και 10 ετών.

reader
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Το παιδί και ο μεγάλος. Σοβαρότητα και σοβαροφάνεια

Ποτέ μην υπόσχεσαι στο παιδί, όταν δεν είσαι αποφασισμένος να εκπληρώσεις την υπόσχεσή σου!
Η υπόσχεση που δίνεται στο παιδί γίνεται η αφετηρία ενός δούναι λαβείν που ανοίγει τη διαλεκτική του γίγνεσθαι. Από τη μια πλευρά η παιδική αθωότητα και από την άλλη το κύρος και οι γνώσεις του μεγάλου.
Τι μπορεί να συμβαίνει στο παιδί όταν δεν εκπληρωθεί η υπόσχεση;
.....................  
Το παιδί τραυματίζεται και απορεί. Απορεί και μένει μέσα στον κόσμο ως άπορο. 
Χάνει την εμπιστοσύνη και την ασφάλεια.
Το παιδί  αντιμετωπίζει με σοβαρότητα τη ζωή. 
Πιστεύει, εμπιστεύεται, ελπίζει. ...
Ενστικτωδώς ανιχνεύει τον κόσμο μέσα στον οποίο βρίσκεται, ενώ διατηρεί τη μνήμη της ένθεης υποστάσεως κι εκφράζεται με ενθουσιασμό.

Η πίστη στο πρόσωπο του άλλου και στην υπόσχεση που του προτείνει, εγκαθιστά και τη μυθολογία της σχέσης, η οποία τρέφει και το όνειρο. 
Το παιδί εισπράττει την ασυνέπεια  ως διάψευση του ονείρου κι αυτό κλονίζει την ισορροπία του.
Αναζητά και πάλι έναν τρόπο να εμπιστευτεί, αν και εφόσον παραμείνει στην αθωότητα και δεν υποπέσει σε κανέναν ηθικό συμβιβασμό.
Η ζωή ανοίγει τις πύλες της στην αθωότητα κι αυτή είναι που θα προσφέρει στο παιδί κι άλλες ευκαιρίες να παίξει, που ωστόσο τη διάψευση που υπέστη, δεν πρόκειται να τη ξεχάσει, ποτέ. Αν  προσπαθήσει να καλύψει το κενό, κάνοντας ένα βήμα προς τον κόσμο των μεγάλων, θέλοντας να τους μιμηθεί, αυτό θα σημάνει κιόλας μία απώλεια. 
Αλλά, εάν διατηρήσει την αθωότητα που συνιστά και την ψυχική υγεία και τη στηρίζει, θα αναζητήσει τις αιτίες της ασυνέπειας του μεγάλου, αυτό θα του προσφέρει μια αντίστοιχη γνώση, καθώς ακόμα και μία απόσταση. Έτσι, θα  μεταβάλλει το τραύμα σε γνώση και θα γίνει φίλος της σοφίας, τότε απαλλάσσεται και προχωρεί.
Η διάψευση του ονείρου θα γίνει στοιχείο δοκιμασίας και γνώσεως, μέσα απ’ αυτή θα προχωρήσει  στη μοναχικότητά του και θα συνειδητοποιήσει τη μοναδικότητά του.
Η οδύνη γίνεται προϋπόθεση παιδείας. Εισέρχεται στον εσωτερικό του κόσμο και προσεγγίζει την ίδια του τη ψυχή. Αντί να παιδεύει παιδεύεται.  Αξιώνει τα πάντα από τον εαυτό του. Έχοντας την α-λήθη και τον ενθουσιασμό ανακαλύπτει το μοναχικό του παιχνίδι στο οποίο θα  προσδώσει δημιουργική μορφή και έκφραση. Έτσι θα προκύψει η τέχνη, η καλή τέχνη. Ουσιαστικά, το παιδί λειτουργεί μέσα από το Είναι κι όχι το Έχειν, γι’ αυτό κύριο συντελεστή έχει την ύπαρξή του στο παιχνίδι. Παίζει για να εκφραστεί κι έτσι καλύπτει το κενό. Πορεύεται έχοντας πλέον την επαφή με τη ζώσα πραγματικότητα από την οποία δεν αποσυνδέεται. Άλλοτε θα εκφραστεί ως καλλιτέχνης, άλλοτε ως φιλόσοφος –αναζητητής κι άλλοτε ως επιστήμων.
Η οποιαδήποτε δημιουργική ενασχόληση του παιδιού είναι αποδεκτή από το σύμπαν, για το λόγο ότι το παιχνίδι αυτό είναι κερδισμένο μέσα από τη γνώση του εαυτού και αποτελεί σημείο επαφής με το όλον.
Τι θα συμβεί στον μεγάλο, ο οποίος δεν διατήρησε την υπόσχεσή του;
Ο συμβιβασμός και το ψέμα που λειτουργούν μέσα στο κοινωνικό κατεστημένο  θα γίνουν οι αιτίες ν’ απωλέσει τη σοβαρότητα και να ενστερνιστεί  τη σοβαροφάνεια. Εγκλωβισμένος στη συμβατική ηθική, υποκείμενος στο ένστικτο της επιβίωσης, αναζητά την εφήμερη ευχαρίστηση. 
Το παιδί δεν προσανατολίζεται προς την ευχαρίστηση αλλά προς τη χαρά. Διατηρώντας τη μνήμη μέσα από την αθωότητα αξιολογεί διαφορετικά. Κατά συνέπεια έχει άλλον προσανατολισμό, τον οποίο θα κατακτήσει συν τω χρόνω συνειδητά εάν και εφόσον διατηρήσει την επαφή του με τη ψυχή και με τη συνείδηση. 
Η χαρά εδώ αφορά τις δυνατότητες που θα προκύψουν μέσα από την αυτογνωσία και ουσιαστικά το παιχνίδι συμβάλλει σ’ αυτήν αποτελεσματικά. Τη χαρά, μέσα στον κόσμο των τριών διαστάσεων δεν μπορεί να τη διατηρεί δια μέσω του συμβατικού χρόνου, θα χρειαστεί να την κερδίζει ανά πάσα στιγμή παίζοντας σωστά το παιχνίδι στο αιώνιο παρόν.
Ο μεγάλος, συντάσσεται με τους άλλους, δημιουργεί έναν τρόπο σκέπτεσθαι κι έναν ανάλογο τρόπο ζωής, ο οποίος τον αποπροσανατολίζει από τη ψυχή και τη συνείδησή του. Υπό το καθεστώς των συμβατικών σχέσεων απομακρύνεται από τον τρόπο αναγνώρισης της ιδιαιτερότητάς του και αποκτά τρόπο ζωής και συνήθειες, μέσα στις οποίες λειτουργεί υποκείμενος στις ανάγκες.
Υποκείμενος στη συμβατική ηθική υποπίπτει στη δέσμευση του συμβατικού χρόνου, ανατρέχοντας στο παρελθόν ή αναπολώντας το μέλλον απουσιάζει από το αιώνιο παρόν. Ουσιαστικά, απουσιάζει από την ίδια τη ζωή την οποία αντιλαμβάνεται το παιδί ως μια υπόθεση που διαδραματίζεται στο παρόν.
«ὁ δε Ἰησοῦς εἶπεν· ἄφετε τα παιδία και μη κωλύετε αὐτά ἐλθεῖν προς με· τῶν γαρ τοιούτων ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. (κατ. Ματθ.19,14)
Η αθωότητα δεν είναι μακράν της ζωής, αντίθετα είναι ένας τρόπος αποκρυπτογράφησης των κανόνων της και εισαγωγής στη θεία οικονομία.
Τα παιχνίδια  που προτείνονται μέσα από την κοινωνία και από τα συστήματα οδηγούν στην απώλεια.
Σ’ αυτόν τον κόσμο που κατατείνει στον αυτοαφανισμό του, διατηρώντας ο άνθρωπος- παιδί, την ανάμνηση που προαναφέραμε εξακολουθεί να παίζει το δικό του παιχνίδι, όπως ένα παιδί σε μια ακρογιαλιά, προσπαθώντας να μη χάσει την επαφή του με την ίδια τη ζωή και τους νόμους της.
Μέσα στο σύμπαν οι ισχύοντες νόμοι διεκδικούν τον ίδιο τον άνθρωπο για να του προσφέρουν την περαιτέρω γνώση σε μια προσωπική προσέγγιση προς τις αξίες. 
Το μέτρο που είναι άριστο και η αυτογνωσία οδηγούν στην περαιτέρω πορεία του και αξιώνουν τον ίδιο, όχι απλώς ως φυσικό ον, αλλά και ως μεταφυσική οντότητα.

Αλκμήνη Κογγίδου 
πηγή: Aντίφωνο
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

Τα περήφανα γάντια

Ένα παιδί είχε δύο ζευγάρια γάντια. Ένα ζευγάρι κόκκινα κι ένα ζευγάρι μπλε. Kρέμονταν και τα δυο μέσα στην ντουλάπα, αλλά πολύ συχνά μάλωναν. Kαι ο λόγος; Tα κόκκινα γάντια, που ήταν καινούρια, έλεγαν στα μπλε:
― Eμείς δεν έχουμε βγει ποτέ έξω στο κρύο, ούτε έχουμε λερωθεί ποτέ. Mας έχουν εδώ, στην καλύτερη θέση της ντουλάπας και μας προσέχουν. Eνώ εσείς, μα... για δείτε τι χάλια έχετε. Bρόμικα, μισοσκισμένα και τόσο απεριποίητα! Kαλά θα κάνετε να μείνετε μακριά μας...

Τα μπλε γάντια δεν έδιναν και πολλή σημασία, μόνο κοιτάζονταν μεταξύ τους και έκλειναν το μάτι. Στην αρχή τα κόκκινα έκαναν πως δεν καταλάβαιναν, αλλά, σιγά σιγά, αυτό άρχισε να τα ενοχλεί.
Kαι κάποτε είπαν στα μπλε γάντια με απορία:
― Tι θέλετε να πείτε, επιτέλους; Ότι εσείς είστε καλύτερα ή ότι περνάτε καλύτερα από μας;
― Θέλει και ρώτημα; είπαν τα μπλε. Aν ποτέ δε βγήκατε στο χιόνι και στον αέρα, αν δεν έχετε παίξει χιονοπόλεμο και μπάλα, αν δεν κρατήσατε ζεστά κάστανα στη χούφτα σας, αν δεν ζεστάνατε τα χέρια των παιδιών, με δυο λόγια, αν δεν είδατε και δε μάθατε τον κόσμο, τί νόημα έχει η ζωή σας;
Τα κόκκινα γάντια έσκυψαν το κεφάλι και δε μίλησαν.
Το δίκιο... δε σηκώνει κουβέντα.


Κείμενο-Εικονογράφηση ©Ελένη Τσαλίκη, από τη συλλογή «Κάθε μέρα, κάθε μήνα, μια ολόκληρη χρονιά»

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki