Βορέας καὶ Ἥλιος
Βορέας καὶ Ἥλιος περὶ δυνάμεως ἤριζον· ἔδοξε δὲ αὐτοῖς ἐκείνῳ τὴν νίκην ἀπονεῖμαι, ὃς ἂν αὐτῶν ἄνθρωπον ὁδοιπόρον ἐκδύσῃ.καὶ ὁ Βορέας ἀρξάμενος σφοδρὸς ἦν· τοῦ δὲ ἀνθρώπου ἀντεχομένου τῆς ἐσθῆτος μᾶλλον ἐπέκειτο.ὁ δὲ ὑπὸ τοῦ ψύχους καταπονούμενος ἔτι μᾶλλον καὶ περιττοτέραν ἐσθῆτα προσελάμβανεν, ἕως ἀποκαμὼν <ὁ Βορέας> τῷ Ἡλίῳ μεταπαρέδωκε. κἀκεῖνος τὸ μὲν πρῶτον μετρίως προσέλαμψε· τοῦ δὲ ἀνθρώπου τὰ περισσὰ τῶν ἱματίων ἀποτιθεμένου σφοδρότερον τὸ καῦμα ἐπέτεινε, μέχρις οὗ πρὸς τὴν ἀλέαν ἀντέχειν μὴ δυνάμενος ἀποδυσάμενος ποταμοῦ παραῤῥέοντος ἐπὶ λουτρὸν ἀπῄει.
ὁ λόγος δηλοῖ, ὅτι πολλάκις τὸ πείθειν τοῦ βιάζεσθαι ἀνυστικώτερόν ἐστι.
ὁ λόγος δηλοῖ, ὅτι πολλάκις τὸ πείθειν τοῦ βιάζεσθαι ἀνυστικώτερόν ἐστι.
Κάποτε ο ήλιος κι ο βοριάς είχανε, λέει, μαλώσει
για ένα θνητό, ποιος απ’ τους δυο μπορεί να ξεγυμνώσει…
Πρώτος δοκίμασε ο βοριάς, μα όσο κι αν φυσούσε,
ο άνθρωπος που κρύωνε τα ρούχα του κρατούσε.
Μετά ο ήλιος έλαμψε κι έγινε η γη καμίνι·
τον άνθρωπο που ίδρωσε η ζέστη αμέσως γδύνει.
Πιο εύκολα με την πειθώ φτάνεις σ’ επιτυχία
παρά αν πεις να στηριχτείς στη δύναμη, στη βία.
Ο Αέρας θύμωσε, με τον Ήλιο μάλωσε. Ο Αέρας έλεγε: – Είμαι δυνατότερος! Και ο Ήλιος έλεγε: – Σε περνώ στη δύναμη! Ένας γέρος γεωργός με τη μαύρη κάπα του στο χωράφι πήγαινε. Ο Αέρας λάλησε: – Όποιος έχει δύναμη παίρνει από τον γέροντα τη χονδρή την κάπα του! Φύσησε, ξεφύσησεν, έσκασε στο φύσημα· άδικος ο κόπος του. Κρύωσεν ο γέροντας και διπλά τυλίχθηκε στη χονδρή την κάπα του. Mα κι ο Ήλιος λάλησε: – Όποιος έχει δύναμη παίρνει από το γέροντα τη χονδρή την κάπα του! Έφεξεν ολόλαμπρος· καλοσύνη σκόρπισε, κι έβγαλεν ο γέροντας τη χονδρή την κάπα του. Πάλι ξαναλάλησε: – Άκουσε και μάθε το· σε περνώ στη δύναμη, γιατί πας με το κακό κι εγώ πάω με το καλό! |
(από το βιβλίο: Γεώργιος Δροσίνης, Παιδικά παραμύθια, Eκδότης Iωάν. N. Σιδέρης, χ.χ.) |
The Wind and the Sun
THE WIND and the Sun were disputing which was the stronger. Suddenly they saw a traveller coming down the road, and the Sun said: “I see a way to decide our dispute. Whichever of us can cause that traveller to take off his cloak shall be regarded as the stronger You begin.” So the Sun retired behind a cloud, and the Wind began to blow as hard as it could upon the traveller. But the harder he blew the more closely did the traveller wrap his cloak round him, till at last the Wind had to give up in despair. Then the Sun came out and shone in all his glory upon the traveller, who soon found it too hot to walk with his cloak on.
“KINDNESS EFFECTS MORE THAN SEVERITY.”
Æsop. (Sixth century B.C.) Fables.
The Harvard Classics. 1909–14.