Πολλοί ενήλικες δεν σέβονται πραγματικά τα συναισθήματα των παιδιών, αλλά τα χαρακτηρίζουν ως «γραφικά» ή «χαριτωμένα» χωρίς να τους δίνουν ουσιαστικά σημασία, αλλά τείνουν να τα υποβαθμίζουν.
Πιστεύουν ότι αυτό που νιώθει ένα παιδί δεν έχει ίδια αξία με αυτό που νιώθει ένας ενήλικος.Οι ενήλικες γελούν με τις παιδικές προσπάθειες για αγάπη και φιλία, ή καμιά φορά ακόμα και με τα δάκρυα ενός παιδιού. Του ζητούν να μην κλαίει, γιατί δεν μπορούν να διαχειριστούν το κλάμα του, δεν επενδύουν χρόνο ώστε να εντοπίσουν την αιτία του.
Συχνά για τα παιδιά μας λέμε πράγματα πού θα ήταν αδιανόητο να τα πούμε για ενήλικες. Επικρίνουμε τον τρόπο με τον οποίο το παιδί ντύνεται ή συμπεριφέρεται, τα λάθη και τις αποτυχίες του, ή κάνουμε σχόλια συχνά μπροστά σε άλλους ενήλικες ή άλλα παιδιά.
Αμφισβητούμε την ειλικρίνεια ενός παιδιού, τα όνειρά του, τις σκέψεις του και τις φιλίες του, περνάμε από το μικροσκόπιο τους φίλους του, εκφράζουμε τις απόψεις μας για οτιδήποτε το αφορά, και για όλα όσα είναι δικά του. Επιπλέον πιστεύουμε και του ζητάμε να πιστέψει κι εκείνο ότι όλα αυτά γίνονται για το δικό του καλό. Το χαρακτηριστικό στοιχείο σε μια τέτοια σχέση είναι η εξουσία μας επάνω τους.
Τα συναισθήματα των παιδιών είναι λιγότερο σημαντικά επειδή έχουν μικρότερη ισχύ. Η κατάσταση του παιδιού καθορίζεται από τους «άλλους» που έχουν τη δύναμη.
Για να έχει ο ενήλικας τον έλεγχο των παιδιών, θέλει να διατηρήσει την εξουσία.
Για να κυριαρχήσει ουσιαστικά μειώνει το ανθρώπινο στοιχείο του παιδιού, ακυρώνει το συναίσθημά του. Η «παιδικότητα» ως χαρακτηρισμός συχνά διατυπώνεται για άτομα μειωμένης αντίληψης ή ικανότητας, ή για άτομα που φέρονται «ανώριμα» – «μη γίνεσαι παιδί», λέμε!
Το να αρνούμαστε τη γνησιότητα των συναισθημάτων των παιδιών σημαίνει να απορρίπτουμε την ανθρωπιά τους. Το παιδί Θεωρείται παράλογο και ανορθολογικό όταν ζητά πράγματα που δεν μπορούμε να του δώσουμε ή που προτιμάμε να αγνοούμε. Ωστόσο, η έννοια του παραλόγου δεν υπάρχει στα παιδιά, και ακόμα και όταν κρίνουμε ως παράλογο ένα αίτημα οι ανάγκες πού το εμπνέουν δεν είναι.
Η ανυπομονησία των ενηλίκων με τα συναισθήματα των παιδιών δεν οφείλεται στον έντονο ρυθμό της σύγχρονης ζωής, αλλά στις αντιλήψεις μας γι’ αυτά. Το παιδί που θυμώνει για να κερδίσει την προσοχή θεωρείται πως έχει πρόβλημα συμπεριφοράς. Πιο αποδεκτό, αλλά όχι λιγότερο τραυματισμένο, θεωρείται το παιδί που έχει μάθει να καταστέλλει, να κρύβει ή να στρεβλώνει τα συναισθήματά του, προκειμένου να προστατευτεί από τη γελοιοποίηση ή την άρνηση.
Τι είναι αυτό που πραγματικά διακυβεύεται για τον ενήλικα όταν η εξουσία του «υπονομεύεται» από ένα παιδί;
Γιατί είναι ο θυμός του τόσο δυσανάλογος;
Μήπως γιατί οργή του παιδιού του θυμίζει, ανεπιθύμητα, τη δική του παιδικότητα;
Ή φοβάται τις ανασφάλειες της καθημερινότητάς του (στη δουλειά, στον γάμο, σε άλλες σχέσεις), τις οποίες δεν μπορεί να εντάξει στο προσωπείο του ισχυρού γονιού που δείχνει στο παιδί;
Ίσως η μη προβλεψιμότητα τρομάζει τους γονείς, το ότι τα παιδιά κάθε στιγμή μπορούν να ενεργήσουν εκτός ορίων και εκτός κανόνων. Νιώθουν ως βίαιη παρέκκλιση από την κανονικότητα οποιανδήποτε δημιουργική πρωτοβουλία των παιδιών, των εφήβων, της σεξουαλικότητάς τους, της εκφρασμένης ανάγκης τους για ευχαρίστηση.
Κατά βάθος όμως ξέρουμε πώς αισθάνονται τα παιδιά. Αισθάνονται λίγο πολύ όπως και εμείς.
Μήπως αυτό να είναι το πρόβλημα;
Μήπως δεν μπορούμε να σεβαστούμε τα συναισθήματα των παιδιών, διότι δεν έχουμε μάθει να σεβόμαστε τα δικά μας;
Καλό θα ήταν, όταν ανησυχούμε αν τα παιδιά μας δεν μας ακούν, να ρίξουμε μια ειλικρινή ματιά στο πόσο καλά έχουμε ακούσει εμείς αυτά.
Κατερίνα Χρυσανθοπούλου, «24 ώρες αγκαλιά»
Πηγή
tro-ma-ktiko.blogspot.gr
Το Χαμομηλάκι
No comments:
Post a Comment