Friday, 7 February 2020

«Μαμά σε μισώ!»

Δεν είναι ασυνήθιστο ένα παιδί 3-6 ετών να κοιτάξει τη μητέρα του  μέσα στα μάτια και να φωνάξει «σε μισώ», «θέλω τον μπαμπά μου, όχι εσένα!»  ή «θέλω άλλη μαμά!»

Είναι ευνόητο η μητέρα σε αυτές τις περιπτώσεις να αισθανθεί αποθαρρυμένη, λυπημένη, θυμωμένη ή ακόμη και έναν συνδυασμό αυτών των συναισθημάτων. Σε τέτοιες στιγμές, αναρωτιούνται ποια είναι άραγε η σωστή αντίδραση από την πλευρά τους και τι είναι αυτό που πρέπει να πουν στο παιδί.

Καταρχήν, δεν υπάρχει μία σωστή απάντηση που να ισχύει για όλες τις περιπτώσεις. Οι μητέρες συνήθως αντιδρούν με τον δικό τους τρόπο η καθεμία και ουσιαστικά το πιο σημαντικό είναι να γίνει κατανοητό ότι υπάρχει πάντα η δυνατότητα να επανορθώσετε. Άλλωστε σε κάθε τύπου ρήξη της σχέσης με το παιδί, στόχος είναι πάντα  η αποκατάσταση. Πάνω σε αυτή τη βάση, το να καταλάβουμε το παιδί ώστε να μας γίνει σαφές για ποιο λόγο ξεστομίζει αυτές τις κουβέντες, θα βοηθήσει σημαντικά προς την κατεύθυνση της λύσης, παρόλο που τα λόγια του μπορεί να είναι πικρόχολα, εξοργιστικά κλπ.

Όταν τα παιδιά κάνουν τέτοιου τύπου δηλώσεις, εκφράζουν άμεσα αυτό που αισθάνονται- τυπικά θυμό και απογοήτευση- με έναν τρόπο που είναι αναπτυξιακά κατάλληλος για την ηλικία τους. Η συναισθηματική έκφραση πρέπει να ενθαρρύνεται στα παιδιά παρά να καταπιέζεται. Όταν το παιδί φτάσει στην εφηβεία, οι περισσότεροι γονείς επιθυμούν να τους λέει πότε είναι θυμωμένο με εκείνους, προκειμένου να δοθεί η ευκαιρία μέσω της συζήτησης να αποκατασταθεί η σχέση, όσο άβολο κι αν είναι αυτό. Άλλωστε, ειδικά για τα αγόρια, η σύγχρονη έρευνα καταδεικνύει τις βλαπτικές συνέπειες που μπορεί να επιφέρει η συναισθηματική καταστολή στην ψυχική τους ευημερία. Είναι ευκαιρία λοιπόν να τεθούν οι βάσεις από νωρίς, αν και ποτέ δεν είναι αργά!

Τις περισσότερες φορές οι γονείς ανταποκρίνονται στις κουβέντες και τα θυμωμένα σχόλια των παιδιών με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο, κάνοντας  δηλαδή τα πράγματα χειρότερα. Μερικά συνήθη παραδείγματα είναι τα εξής:
«Μην τολμήσεις να μου ξαναμιλήσεις με αυτόν τον τρόπο!», είναι μία ισχυρή δήλωση η οποία όμως θα βοηθήσει στην περεταίρω  κλιμάκωση της κατάστασης. Το να αναφέρουμε σωστούς τρόπους συμπεριφοράς, όπως για παράδειγμα το πώς πρέπει ή δεν πρέπει να μιλάνε τα παιδιά στους γονείς, την ώρα που τα συναισθήματα όλων βρίσκονται στο απόγειο, δεν πρόκειται να λειτουργήσει. Αυτό είναι κάτι που θα το συζητήσετε άλλη στιγμή, αργότερα.

«Αυτό που λες με πληγώνει πολύ!». Πράγματι, εν μέρει αυτό ισχύει. Ταυτόχρονα όμως λέγοντας κάτι τέτοιο, δίνετε στο παιδί σας το μήνυμα ότι  τα συναισθήματά του έχουν τόση δύναμη επάνω σας, με αποτέλεσμα να υπονοείται ότι είναι επικίνδυνα για εσάς και ότι είστε πολύ ευάλωτοι ώστε να τα διαχειριστείτε. Τα παιδιά δεν έχουν απολύτως καμία ευθύνη να καταπιέζουν τα συναισθήματά τους προκειμένου να προστατέψουν τους γονείς τους από αυτά. Κάτι τέτοιο οδηγεί σε αντιστροφή των ρόλων μέσα στο οικογενειακό σύστημα. Τα παιδιά σαφώς όμως έχουν την ευθύνη να μάθουν να μοιράζονται τα συναισθήματά τους με τρόπο που δείχνει ευγένεια και σεβασμό. Αυτό θα συμβεί με το πέρας του χρόνου και καθώς τα παιδιά αναπτύσσονται. Ως γονείς καλό είναι να έχετε ρεαλιστικές προσδοκίες γύρω από την ηλικία του παιδιού σας και να αναλογίζεστε σε ένα πιο σφαιρικό επίπεδο τον τρόπο που θα τους διδάξετε τις δεξιότητες της κατάλληλης συναισθηματικής έκφρασης.

«Όχι, δεν εννοείς αυτό που λες!», είναι μία δήλωση που ακυρώνει αυτό που νιώθει το παιδί. Το συναίσθημά του είναι πράγματι αληθινό εκείνη την στιγμή- σας μισεί, θέλει να έχει άλλη μαμά κλπ. Όμως, αυτό αφορά τη δεδομένη στιγμή και τίποτα άλλο. Σκεφτείτε ότι τα μικρά παιδιά δεν έχουν την αίσθηση του χρόνου και της διάρκειας στο νου τους και για τον λόγο αυτό το σχόλιό τους αφορά ακριβώς εκείνη τη στιγμή που το λένε.

«Στην οικογένειά μας μιλάμε πάντα με καλές κουβέντες», αφορά κάτι που μοιάζει περισσότερο ουτοπικό παρά ρεαλιστικό, αν αναλογιστούμε τον τρόπο  που λειτουργούμε ως άνθρωποι. Είναι σημαντικό να μπορούμε να εκφράζουμε «όχι και τόσο καλές κουβέντες» μέσα στην οικογένειά μας, όσο στενές κι αν είναι οι σχέσεις μας. Ειδικά, τα παιδιά μικρής ηλικίας πρέπει να έχουν αυτό το δικαίωμα. Αν οι γονείς δείξουν καλύτερους τρόπους διαχείρισης των συγκρούσεων ή έκφρασης των αρνητικών συναισθημάτων, τότε και τα παιδιά θα μάθουν σταδιακά να ανταποκρίνονται με τον τρόπο αυτό. Απλώς όχι στην ηλικία των 4 ή 5 ετών. Επιπλέον, όταν λέμε στο παιδί ότι στη δική μας οικογένεια κάνουμε ή δεν κάνουμε το τάδε, ενώ το παιδί έχει συμπεριφερθεί έτσι, υπονοούμε ότι το παιδί δεν μπορεί να ανήκει στην οικογένεια αυτή, κάτι που σίγουρα θα κάνει τα πράγματα χειρότερα.

«Το να μισείς κάποιον είναι πολύ κακό, δεν πιστεύουμε στο μίσος». Είναι σημαντικό να γίνει σαφές ότι λέγοντας κάτι τέτοιο είναι σαν να λέτε αντίστοιχα ότι δεν πιστεύετε στην αγάπη. Το μίσος είναι σίγουρα ένα έντονο συναίσθημα, το οποίο όμως βρίσκεται στη μία άκρη ενός συνεχούς, ενώ στην άλλη βρίσκεται η αγάπη. Το μίσος είναι ένα υπαρκτό συναίσθημα αλλά δεν υπάρχει λόγος να μας προκαλεί φόβο. Τα παιδιά πρέπει να μπορούν να ονοματίζουν τα έντονα συναισθήματά τους και να τα αποδέχονται παρά να τα φοβούνται και να τα καταπιέζουν. Άλλωστε το μίσος που βιώνουμε ως ενήλικες είναι διαφορετικό από αυτό που βιώνουν τα παιδιά. Σίγουρα όταν ενηλικιωθούν θα μπορούν κι αυτά να νιώσουν μίσος για πολιτικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές κλπ. αδικίες και αντιξοότητες, για την ώρα όμως το μίσος τους δεν σχετίζεται με τέτοιου τύπου τοξικές καταστάσεις.

Επομένως, ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να αντιδράσουμε όταν το παιδί μας εκφράζεται έτσι απέναντί μας;

Παραμείνετε κατά το δυνατόν ψύχραιμοι. Όσο κοινότυπο και να ακούγεται, πάρτε μια ανάσα και αν το χρειάζεστε πηγαίνετε σε ένα άλλο δωμάτιο για ένα λεπτό (εφόσον υπάρχει αυτή η δυνατότητα) και προσπαθήστε να τηρήσετε μία ασφαλή «απόσταση» από την κατάσταση προκειμένου να έχετε μία ευρεία οπτική.

Μην το παίρνετε προσωπικά!

Να θυμάστε ότι το παιδί σας δεν θα σας έλεγε αυτές τις κουβέντες, δεν θα εξέφραζε τα δυνατά και αρνητικά του συναισθήματα σε εσάς, αν δεν ένιωθε ασφαλές ότι εσείς μπορείτε να το χειριστείτε και αν δεν σας εμπιστευόταν ότι θα συνεχίσετε να το αγαπάτε. Αυτό έρχεται σε σύγκρουση με την ευρέως διαδεδομένη άποψη, κυρίως σε προηγούμενες γενιές, ότι «ο φόβος φυλάει τα έρμα» (κάτι τέτοιο σαφώς θεωρείται λάθος προσέγγιση).

Οι ενήλικες είναι οι γονείς. Είναι δική τους ευθύνη να διδάξουν στα παιδιά τους τις λέξεις που σχετίζονται με τα συναισθήματα (π.χ. θυμωμένος, απογοητευμένος κλπ.) και να τα βοηθήσουν να βγάλουν νόημα από το εσωτερικό βίωμα που έχουν εκείνη τη στιγμή, προκειμένου να μπορούν τα ίδια να το κάνουν αυτό μόνα τους αργότερα. Για παράδειγμα, μπορείτε να πείτε «είσαι θυμωμένος! Πράγματι δεν θέλεις να μαζέψεις τα παιχνίδια σου!», «αλήθεια, εσύ  σκέφτηκες ότι θα μπορούσες να δεις ένα ακόμη παιδικό πρόγραμμα στην τηλεόραση και εγώ σου είπα όχι. Ακούγεται χάλια αυτό, οπότε μάλλον απογοητεύτηκες, σωστά;»

Ανταποκρινόμενοι με αυτόν τον τρόπο στα παιδιά, τους δείχνετε πώς να δημιουργήσουν μία «αφήγηση» γύρω από αυτό που νιώθουν και επομένως να το κατανοήσουν καλύτερα και να το αποδεχτούν. Δεν αφήνετε έτσι τον δικό σας θυμό ή τη λύπη σας να αναδειχθούν  ως πρωταγωνιστές, βάζοντάς τα δικά σας συναισθήματα  σε προτεραιότητα και παραγκωνίζοντας αυτό  που νιώθει το παιδί σας εκείνη την ώρα. Επιπλέον, με τον παραπάνω τρόπο, εξακολουθείτε να θέτετε το όριο που προκάλεσε την  όλη αντίδραση του παιδιού σας, παραμένοντας σταθεροί. Αργότερα, όταν  τα πράγματα ηρεμήσουν, μπορείτε να συζητήσετε με το παιδί σας το γεγονός ότι οι άνθρωποι μπορούμε  να αγαπάμε κάποιον και να είμαστε θυμωμένοι μαζί του την ίδια στιγμή. Άλλωστε αυτή είναι η αλήθεια!

Γράφει η Βέχτσαλη Ευαγγελία, Ψυχολόγος, Εθν. Αντίστασης 10, Σκύδρα, 23810 82930
pellanews.gr

No comments:

Post a Comment

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki