Η κυρία που κάθονταν απέναντί μου συνέχισε την αφήγησή της, αναφέροντας τα παρακάτω συγκλονιστικά στοιχεία:
«Όταν ήμουν 6-7 χρονών, οι γονείς μου είχαν σοβαρά προβλήματα μεταξύ τους και καθόλου χρόνο για μένα. Κανείς δεν με ρωτούσε πως νιώθω, αν χρειάζομαι κάτι, αν πεινώ ή αν θέλω τη συντροφιά κάποιου. Ήταν τόσο μεγάλη η ανάγκη μου να νιώσω πως κάποιος νοιάζεται για μένα που έφευγα από το σπίτι και κρυβόμουν κάπου εκεί τριγύρω για να δω αν θα με αναζητήσουν. Περίμενα για ώρες αλλά κανείς δεν εμφανίζονταν, μέχρι που τα φώτα του σπιτιού έσβηναν. Τότε μόνο συνειδητοποιούσα πως κανείς δεν πρόκειται να με αναζητήσει».
Αυτό είναι ένα άλλο είδος ιδιότυπης γονικής εγκατάλειψης όταν, δηλαδή, ο γονιός δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του γονικού του ρόλου, αφήνοντας το ίδιο το παιδί να φροντίζει τον εαυτό του. Υπάρχουν περιπτώσεις γονέων που βρίσκονται σε διαδικασία χωρισμού, όπου υπάρχουν πολλές και σοβαρές εντάσεις, ή που έχουν χάσει κάποιο σημαντικό τους πρόσωπο (γονέα, αδελφό κ.τ.λ.), καταστάσεις που τους απορροφούν τόσο πολύ, με αποτέλεσμα το παιδί να αφήνεται, στην ουσία, στο έλεός του. Το αποτέλεσμα μίας τέτοιας κατάστασης είναι το παιδί να νιώθει παντελώς ανάξιο σημασίας και αγάπης. Κανείς, άλλωστε, δεν νοιάζεται και αγαπά έναν αόρατο…
Ο πόνος και η απόγνωση που μπορεί να νιώθει ένα τέτοιο παιδί είναι απερίγραπτης έντασης, οι δε συνέπειές τους καταστροφικές, φθάνοντας ακόμα και μέχρι την ενήλική του ζωή. Η συγκεκριμένη κοπέλα δεν τολμούσε να εμπιστευθεί κανέναν, όποιος και αν αυτός/αυτή ήταν. Στις ελάχιστες περιπτώσεις που άρχιζε να νιώθει κάτι το ιδιαίτερο για κάποιον, εξαφανίζονταν έντρομη, μπρος στο ενδεχόμενο να της γίνει το άτομο αυτό απαραίτητο και κάποια στιγμή να την εγκαταλείψει…
Από την ηλικία των 6-7 χρόνων, οπότε και πείσθηκε πως κανείς δεν νοιάζεται για αυτήν, ενεργοποιήθηκαν οι μηχανισμοί επιβίωσής της. Έπεισε τον εαυτό της πως η επιβίωσή της εξαρτιόταν αποκλειστικά από την ίδια και πως δεν είχε να προσδοκά απολύτως τίποτα από κανέναν. Μου είπε πως, ως έφηβη, ποτέ δεν ήπιε αλκοόλ, όπως όλοι οι φίλοι της, γιατί ήξερε πως αν μεθούσε ή αν της συνέβαινε κάτι απρόοπτο, κανείς δεν θα εμφανίζονταν να νοιαστεί γι΄αυτήν. Εξαναγκάσθηκε σε μια εξεζητημένη αυτάρκεια και αυτονομία, για να καταφέρει, όπως η ίδια πίστευε, να επιβιώσει.
Είναι τόσο εύκολο να απορροφηθούμε, ως γονείς, από τα διάφορα που μπορεί να μας συμβαίνουν (εργασία, προβλήματα με το/τη σύντροφο, ψυχικές δυσκολίες κ.ά.) που να περιοριζόμαστε στα πρακτικά και απαραίτητα, όσον αφορά στη φροντίδα του παιδιού, νομίζοντας πως αυτό αρκεί. Τα παιδιά καταλαβαίνουν διαισθαντικά τα πάντα, χωρίς όμως να μπορούν μα δώσουν εξηγήσεις, και αυτό είναι το χειρότερο. Συνήθως, ενοχοποιούν τον εαυτό τους, δηλαδή πως τα ίδια φταίνε για όλα, σε μια προσπάθειά τους να «σώσουν» το γονιό μέσα τους ώστε να συνεχίσουν να τον βλέπουν ως τον «καλό γονιό» που θα ήθελαν να έχουν. Θυμάμαι ένα αγοράκι 8 χρονών που το χτυπούσε αλύπητα ο βίαιος πατέρας του και το οποίο μου έλεγε: «Ο μπαμπάς μου με χτυπά για το καλό μου, επειδή δεν είμαι καλό παιδί». Με δυσκολία συγκρατούσα τα δάκρυά μου…
Κάποτε το ξύλο ή η απειλή για ξύλο ήταν απαραίτητο στοιχείο της διαπαιδαγώγησης παιδιών. Τώρα πλέον, αυτό δεν ισχύει, σε μεγάλο βαθμό. Τα τιμωρούμε με άλλους πιο «αποτελεσματικούς» τρόπους, για παράδειγμα, κλείνοντάς τα σε ένα δωμάτιο ή απειλώντας τα πως θα τα εγκαταλείψουμε γιατί δεν τα αντέχουμε. Τα ασφαλή παιδιά μπορούν να αξιολογήσουν τέτοιου είδους απειλές και ξέρουν πως οι γονείς τους δεν πρόκειται να πραγματοποιήσουν τις απειλές τους. Οι γονείς, όμως, χάνουν την αξιοπιστία τους στα μάτια του παιδιού. Τα ανασφαλή παιδιά, όμως, τρομοκρατούνται. Το μήνυμα που εισπράττουν είναι: «Εάν δεν είσαι όπως σε θέλω, δεν σε αγαπώ! Και τότε, δεν σε θέλω για παιδί μου!». Αγάπη με όρους, δηλαδή. Ένα τέτοιο παιδί νιώθει φρικτά και ανάξιο αγάπης. Τα αισθήματα ντροπής αρχίζουν να κυριαρχούν. Το παιδί νιώθει ντροπή και μόνο για το ότι υπάρχει. Έχω δει εκατοντάδες τέτοια παιδιά που νιώθουν πως δεν αξίζουν την αγάπη, όχι μόνο των γονιών τους, αλλά και κανενός….
Είναι πολύ σημαντικό και απαραίτητο να αφιερώνουμε, έστω και 10 λεπτά την ημέρα, αποκλειστικά για επικοινωνία και ολοκληρωτική επαφή με το παιδί μας και να μη το αφήνουμε για κάποια άλλη φορά. Για τα μικρά παιδιά, υπάρχει μόνο το εδώ και τώρα και, αν το στερηθούν, έχουν την αίσθηση πως το στερούνται για πάντα, ιδιαίτερα αν ο γονιός είναι απρόβλεπτος , ασυνεπής και εγκλωβισμένος στα δικά του.
Αυτά ας μην τα λησμονούμε ποτέ, και ας τα σκεφθούμε πολλές φορές σοβαρά, πριν φέρουμε στο κόσμο ένα παιδί, μόνο προς επιβεβαίωση της ματαιοδοξίας μας ή προς κάλυψη άλλων συναισθηματικών μας αναγκών, όπως πολύ συχνά, δυστυχώς, συμβαίνει…
ΣΑΒΒΑΣ Ν. ΣΑΛΠΙΣΤΗΣ, Κλινικός ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής PH. D.
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι
No comments:
Post a Comment