Έχετε μικρότερα αδέλφια; Τότε θα γνωρίζετε πόσο ενοχλητικά μπορούν να γίνουν. Συνεχώς σας ακολουθούσαν, χαλούσαν τα παιχνίδια σας και έκαναν ένα εκατομμύριο ανούσιες ερωτήσεις. Τι συμβαίνει με τα μεγαλύτερα αδέρφια; Είναι ακόμα χειρότερα – σας τρομοκρατούσαν συνεχώς και πάντα ήθελαν να έχουν δίκιο.
Αποδεικνύεται όμως ότι ακόμα κι αν η σχέση σας με τα αδέρφια σας είχε τα πάνω και τα κάτω της, αυτή η ίδια σχέση μπορεί να σας είχε προστατεύσει από ορισμένες αρνητικές συνέπειες.
Σε έρευνα που έγινε από τον καθηγητή ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Rochester, Patrick T. Davies και την ομάδα του, συμμετείχαν 236 παιδιά με μέσο όρο ηλικίας τα 12.5 έτη, μαζί με τους γονείς τους, για να αξιολογήσουν τις επιδράσεις που έχουν διάφορες οικογενειακές σχέσεις στην ψυχολογία τους μακροπρόθεσμα.
Συγκεκριμένα, ήθελαν να δουν αν τα παιδιά που ήταν μάρτυρες πολλών οικογενειακών συγκρούσεων βοηθιούνται από μια στενότερη σχέση με ένα από τα αδέλφια τους. Αποδείχτηκε λοιπόν ότι πράγματι βοηθιούνται – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν τσακώνονταν.
Για να δουν πώς οι οικογενειακές συγκρούσεις στις ζωές των συμμετεχόντων, οι ερευνητές χρειάστηκε να γίνουν λίγο «βίαιοι». Ζήτησαν ουσιαστικά από τους γονείς να μιλήσουν για ένα θέμα στο οποίο διαφωνούσαν. Όσο γινόταν η διαμάχη, οι ερευνητές εξέτασαν δύο παράγοντες.
Αρχικά, πόσο έντονος γινόταν ο καυγάς; Αυτό τους έδειχνε πώς κινούνταν περίπου τα πράγματα στην πραγματικότητα ανάμεσα στην οικογένεια. Επίσης, αξιολογούσαν πώς το παιδί αντιδρούσε όταν έβλεπε τους γονείς του να μαλώνουν.
Στη συνέχεια, ρωτούσαν τους δασκάλους αν επεδείκνυαν κάποια προβλήματα συμπεριφοράς, κι αν ναι, ρωτούσαν τις μητέρες τους ποια ήταν η σχέση των αδελφών μεταξύ τους. Τέλος, μίλησαν στα ίδια τα παιδιά. Σύντομα, διαφάνηκε μια συσχέτιση ανάμεσα στους αδελφικούς δεσμούς και στην ψυχική ευεξία.
Όταν ήρθαν ξανά σε επαφή με τις οικογένειες αυτές μετά από έναν χρόνο, οι ερευνητές βρήκαν ότι όσοι ήταν μάρτυρες εξαιρετικά έντονων καυγάδων ανάμεσα στους γονείς τους ήταν πιθανότερο να επιδείξουν μια πιο αγχώδη αντίδραση σε μια σύγκρουση, ακόμα και μετά από 12 μήνες. Αυτό το χαρακτηριστικό συσχετιζόταν με περισσότερα προβλήματα ψυχικής υγείας αργότερα στη ζωή τους.
Θυμάστε όμως που οι ερευνητές ζήτησαν από τις μητέρες τους να τους πουν πώς ήταν η σχέση με τα αδέλφια; Μπορεί να μην ήταν ο πιο αντικειμενικός τρόπος να μάθουν την πραγματική σχέση, ωστόσο φάνηκε ξεκάθαρα ένα μοτίβο.
Τα αδέλφια που είχαν έναν ισχυρότερο δεσμό μεταξύ τους είχαν καταφέρει να επιλύσουν τις αρνητικές επιδράσεις που τους είχαν προξενήσει οι οικογενειακές διαμάχες. Το εκπληκτικό είναι αυτό ίσχυε ασχέτως του φύλου, της ηλικίας και άλλων παραγόντων – ακόμα κι αν ως αδέλφια μεταξύ τους παρουσίαζαν ενίοτε κάποιον ανταγωνισμό. Όσο τα δύο αδέλφια ένιωθαν μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ τους, μπορούσαν και τα δύο να αντιστρέψουν τις αρνητικές ψυχολογικές επιδράσεις που τους προκαλούσαν οι γονείς.
Σε έρευνα που έγινε από τον καθηγητή ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Rochester, Patrick T. Davies και την ομάδα του, συμμετείχαν 236 παιδιά με μέσο όρο ηλικίας τα 12.5 έτη, μαζί με τους γονείς τους, για να αξιολογήσουν τις επιδράσεις που έχουν διάφορες οικογενειακές σχέσεις στην ψυχολογία τους μακροπρόθεσμα.
Συγκεκριμένα, ήθελαν να δουν αν τα παιδιά που ήταν μάρτυρες πολλών οικογενειακών συγκρούσεων βοηθιούνται από μια στενότερη σχέση με ένα από τα αδέλφια τους. Αποδείχτηκε λοιπόν ότι πράγματι βοηθιούνται – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν τσακώνονταν.
Για να δουν πώς οι οικογενειακές συγκρούσεις στις ζωές των συμμετεχόντων, οι ερευνητές χρειάστηκε να γίνουν λίγο «βίαιοι». Ζήτησαν ουσιαστικά από τους γονείς να μιλήσουν για ένα θέμα στο οποίο διαφωνούσαν. Όσο γινόταν η διαμάχη, οι ερευνητές εξέτασαν δύο παράγοντες.
Αρχικά, πόσο έντονος γινόταν ο καυγάς; Αυτό τους έδειχνε πώς κινούνταν περίπου τα πράγματα στην πραγματικότητα ανάμεσα στην οικογένεια. Επίσης, αξιολογούσαν πώς το παιδί αντιδρούσε όταν έβλεπε τους γονείς του να μαλώνουν.
Στη συνέχεια, ρωτούσαν τους δασκάλους αν επεδείκνυαν κάποια προβλήματα συμπεριφοράς, κι αν ναι, ρωτούσαν τις μητέρες τους ποια ήταν η σχέση των αδελφών μεταξύ τους. Τέλος, μίλησαν στα ίδια τα παιδιά. Σύντομα, διαφάνηκε μια συσχέτιση ανάμεσα στους αδελφικούς δεσμούς και στην ψυχική ευεξία.
Όταν ήρθαν ξανά σε επαφή με τις οικογένειες αυτές μετά από έναν χρόνο, οι ερευνητές βρήκαν ότι όσοι ήταν μάρτυρες εξαιρετικά έντονων καυγάδων ανάμεσα στους γονείς τους ήταν πιθανότερο να επιδείξουν μια πιο αγχώδη αντίδραση σε μια σύγκρουση, ακόμα και μετά από 12 μήνες. Αυτό το χαρακτηριστικό συσχετιζόταν με περισσότερα προβλήματα ψυχικής υγείας αργότερα στη ζωή τους.
Θυμάστε όμως που οι ερευνητές ζήτησαν από τις μητέρες τους να τους πουν πώς ήταν η σχέση με τα αδέλφια; Μπορεί να μην ήταν ο πιο αντικειμενικός τρόπος να μάθουν την πραγματική σχέση, ωστόσο φάνηκε ξεκάθαρα ένα μοτίβο.
Τα αδέλφια που είχαν έναν ισχυρότερο δεσμό μεταξύ τους είχαν καταφέρει να επιλύσουν τις αρνητικές επιδράσεις που τους είχαν προξενήσει οι οικογενειακές διαμάχες. Το εκπληκτικό είναι αυτό ίσχυε ασχέτως του φύλου, της ηλικίας και άλλων παραγόντων – ακόμα κι αν ως αδέλφια μεταξύ τους παρουσίαζαν ενίοτε κάποιον ανταγωνισμό. Όσο τα δύο αδέλφια ένιωθαν μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ τους, μπορούσαν και τα δύο να αντιστρέψουν τις αρνητικές ψυχολογικές επιδράσεις που τους προκαλούσαν οι γονείς.
πηγή
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι
No comments:
Post a Comment