Monday, 16 August 2021

Όταν ο Εκφοβισμός (bullying) γίνεται από τον Εκπαιδευτικό

Όσο ανεπίτρεπτο και αν ακούγεται, ένας δάσκαλος μπορεί να είναι νταής, εκφοβιστής και να αντιμετωπίζει μερίδα παιδιών με ρατσισμό και διάκριση, συχνά στοχοποιώντας κυρίως παιδιά με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όπως λόγω θρησκείας, πολιτικής τοποθέτησης, μαθησιακών δυσκολιών, ταυτότητας φύλου, εθνικότητας και τόσα άλλα. 
Επειδή μάλιστα ένας δάσκαλος στην τάξη είναι αυτός που μπορεί να καθορίσει τι είναι αποδεκτό στην τάξη του και τι όχι, καθώς επίσης ποιες συμπεριφορές των μαθητών είναι ανεκτές και ποιες όχι, μπορεί να χρησιμοποιήσει την ιδιότητά του καθώς και τη δύναμη που προκύπτει από την εξουσία της θέσης του για να προβεί σε εκφοβιστικές συμπεριφορές. 
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα με τρόπο αντιδεοντολογικό και παιδευτικά ακατάλληλο τρόπο, να τιμωρεί μαθητές, να ετικετοποιεί, να στενοχωρεί, να γελοιοποιεί, να βάζει στο στόχαστρο και να απομονώνει μαθητές που δεν είναι της αρεσκείας του ή δεν συνάδουν με το «ιδανικό πρότυπο» του μαθητή.
Οι μαθητές από τη σειρά τους θεωρώντας αυτή την απαράδεκτη συμπεριφορά ως δικαιολογημένη, αφού προέρχεται από τον ίδιο τον εκπαιδευτικό, δηλαδή την εξουσία και την αυθεντία, παρακινούνται ακόμη περισσότερο καθόσον έχουν τον εκπαιδευτικό ως παράδειγμα αλλά και ως μέντορα. 
Αυτό είναι πολύ σκληρό για τα παιδιά θύματα, αφού δεν έχουν πού να ακουμπήσουν, καθώς λαμβάνουν το μήνυμα από τον εκπαιδευτικό ότι η ενσυναίσθηση και η κατανόηση είναι στοιχεία που συνδέονται με την αδυναμία. 
Αυτό τα κάνει ακόμη πιο ευάλωτα στο να ψάξουν να βρουν το δίκαιό τους, ιδιαίτερα αν ο δάσκαλος χωρίς καμιά συνείδηση απευθύνεται άσχημα στους μαθητές, ή κάνει κάποιο παιδί να νιώθει απομονωμένο , ή εκθέτει κάποιο παιδί για την επίδοσή του, για τη συμπεριφορά του, τη θρησκεία του, την εθνικότητά του, την οικογενειακή κατάστασή του.

Επομένως το Θετικό κλίμα στο σχολείο και η πιο ανθρώπινη προσέγγιση των παιδιών από τους εκπαιδευτικούς είναι το κλειδί της εύρυθμης λειτουργίας του σχολείου. 
Η πρόταση αυτή αναφέρεται ως μια βασική τομή (paradigm shift) για τον τρόπο που σχετίζονται οι εκπαιδευτικοί με τους μαθητές αλλά και η διοίκηση τόσο με τους ίδιους τους μαθητές όσο και με τους εκπαιδευτικούς. 
Στόχος πρέπει να είναι η βελτίωση των ανθρωπίνων σχέσεων στο σχολείο και η αλλαγή του κλίματος σταδιακά, ώστε να γίνει θετικότερο και με την παρουσία θετικών συναισθημάτων στο σύνολο των εμπλεκομένων στη διαδικασία της εκπαίδευσης.
Από έρευνες προκύπτει ότι το κλίμα του σχολείου (school climate) καθώς και η συμπεριφορά των εκπαιδευτικών, αποτελεί βασική μεταβλητή, στην οποία πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση, καθώς συμβάλλει στην κατανόηση των προβληματικών συμπεριφορών των μαθητών στα σχολεία, σύμφωνα με τους Lehr και Christenson (2002), όπως αναφέρουν οι Haynes, Emmons & Ben-Avie (1997).

Ως βασικοί τομείς που πρέπει να προτάσσονται από την πλευρά όλων των καθηγητών είναι: 
Οι προσδοκίες για την παρουσία υψηλών επιδόσεων των μαθητών (achievement motivation), η συνεργατική ατμόσφαιρα κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η ισότητα και η δικαιοσύνη, η τάξη και η πειθαρχία, η γονεϊκή εμπλοκή, η σχολική ηγεσία, η φροντίδα και η ευαισθησία, οι διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των μαθητών, οι διαπροσωπικές σχέσεις ανάμεσα στους μαθητές και τους διδάσκοντες..
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι να γίνει αντιληπτό ότι η παρέμβαση πρέπει να στοχεύει στη βελτίωση των σχέσεων των μαθητών και των καθηγητών. Η παρουσία βίας και επιθετικότητας στα πλαίσια του σχολείου αποτελεί ένα κατεξοχήν θέμα των προβληματικών σχέσεων. 
Οι σχέσεις αυτές μπορούν να ενταχθούν και να καλλιεργηθούν στα πλαίσια ενός συγκεκριμένου ψυχολογικού και παιδαγωγικού κλίματος.

Οι παιδαγωγοί και διευθυντές, με κάθε πράξη και λόγο των οποίων συντελούν στο χτίσιμο μιας ευρύτερης σχολικής κουλτούρας πρέπει να βοηθάνε στην κατεύθυνση αυτή. Αυτή θα ενθαρρύνει αλλά και θα επιβραβεύει τη συνεργασία προκειμένου να επιλυθούν προβλήματα μέσω συζήτησης και όχι με τη χρήση βίας. 
Η κουλτούρα αυτή διαδίδει το μήνυμα πως κάθε πράξη βίας αλλά και επιθετικότητας που χρησιμοποιείται προς επίλυση των διαφορών στο σχολείο δεν γίνεται αποδεκτή, συνεπώς είναι απορριπτέα.
Όσο συστηματικά αποθαρρύνονται οι μαθητές καθώς έχουν αρνητικές συνέπειες ως αποτέλεσμα της χρήσης βίας, τόσο συστηματικά πρέπει να τιμωρούνται και οι εκπαιδευτικοί από ανάλογη συμπεριφορά με παραπομπή τους στον Διευθυντή του Σχολείου, τον Τομεάρχη Εκπαίδευσης, τον Περιφερειακό Διευθυντή, τον σχολικό Σύμβουλο, μέχρι και το Υπουργείο Παιδείας αν χρειαστεί.

Μπορούν πιθανόν να δημιουργηθούν και ορισμένες επιτροπές, οι οποίες θα στοχεύουν στην επίλυση των διαφορών και θα αποτελούν ευκαιρία για τις αντιμαχόμενες πλευρές να έρθουν σε συζήτηση με την βοήθεια του «διαιτητή». Αυτός θα συμβάλλει στον εντοπισμό των διαφορών τους και στην αναζήτηση κοινά αποδεκτών λύσεων, προκειμένου να επιλυθούν οι διαφορές με ειρηνικό και πολιτισμένο τρόπο (Τριλίβα & Chiementi, 1996). 
Πρέπει όμως το διδακτικό προσωπικό να λάβει κατάλληλη εκπαίδευση και να προχωρήσει στην επένδυση μιας τέτοιας φιλοσοφίας, την οποία θα προσπαθεί να εφαρμόσει καθημερινά εντός της σχολικής τάξης αλλά και σε όλο το σχολείο. 
Στα πλαίσια αυτής της πρότασης, πρέπει η διεύθυνση του σχολείου να σκεφτεί εκ νέου το ζήτημα των ποινών αλλά και των τιμωριών που μπορούν να επιβληθούν όχι μόνο στους μαθητές, αλλά και στους εκπαιδευτικούς και να καταβάλλει προσπάθεια εξεύρεσης τρόπων που θα οδηγούν στην αποφυγή χρήσης αυτών των ακραίων αρνητικών τιμωρητικών λύσεων, οι οποίες μπορεί να μην κρίνονται αποτελεσματικές όμως στην περίπτωση ενός καθηγητή (ενήλικα σε θέση εξουσίας και αυθεντίας) θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικές και ο εκπαιδευτικός να υποστεί τη φυσική συνέπεια της πράξης του.

Οι παρεχόμενες υποστηρικτικές υπηρεσίες των ειδικών μπορούν να λειτουργήσουν θετικά, για τη σωστή εκμάθηση συμπεριφορών και πρακτικών των εκπαιδευτικών αλλά και να ενδυναμωθούν οι δεξιότητές τους, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς αλλά και μάθησης των μαθητών τους.
Πρακτικά αυτό σημαίνει βελτίωση στην αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών.
Οι εκπαιδευτικοί μέσα από τη συστηματική εργασία με τον ίδιο τους τον εαυτό πρέπει να καταφέρουν τη βελτίωση των δεξιοτήτων επικοινωνίας αλλά και αλληλεπίδρασης με τους μαθητές, καθώς και τους συναδέλφους τους (Παρασκευά & Παπαγιάννη, 2008). Είναι επιτακτική η ανάγκη να δώσουν έμφαση οι εκπαιδευτικοί στη δική τους συμπεριφορά, καθώς πολλές φορές, οι άστοχοι παιδαγωγικοί χειρισμοί στους οποίους προβαίνουν, είναι η βάση για την ανάπτυξη και χειροτέρευση των διαφόρων προβλημάτων συμπεριφοράς, ήπιας μορφής. 
Είναι γεγονός ότι οι αυταρχικοί χειρισμοί ως προς τα θέματα συμπεριφοράς των παιδιών οδηγούν στη δημιουργία περισσοτέρων προβλημάτων από όσα επιδιώκουν να επιλύσουν (Bear, Cavalier & Manning, 2002). 
Τελικός στόχος όσων εμπλέκονται στην εκπαίδευση είναι να γίνουν αναστοχαζόμενοι εκπαιδευτικοί ή σύμφωνα με τον αγγλοσαξωνικό όρο «reflective practitioners» και κάθε είδους εκφοβιστική συμπεριφορά από πλευράς των εκπαιδευτικών, να επικρίνεται, να μη κουκουλώνεται και στην τελική να τιμωρείται, ιδίως και πρωτίστως από την ίδια την εκπαιδευτική κοινότητα χωρίς χώρο ανοχής και χωρίς στρογγυλοποίηση και πάντα με τη χρήση της «Επανορθωτικής Δικαιοσύνης» δηλαδή τη διαδικασία συμμετοχής όλων των εμπλεκομένων μερών, κατά την οποία αποδίδονται ευθύνες των άδικων πράξεων σε άτομα που ασκούν εκφοβισμό.

efiveia
Φιλοξενία: Το Χαμομηλάκι

No comments:

Post a Comment

© Το χαμομηλάκι | To hamomilaki