...............
Όλα ετούτα τα θάματα τ' άκουγε ο βοσκός, τα σάλια του έτρεχαν, και το Μεγάλο Κάστρο έλαμπε στη φαντασιά του σαν κρητικός παράδεισος, γεμάτος μπακαλιάρο, τουφέκια και γυναίκες. Άκουγε, άκουγε, κι ένα μεσημέρι πια δε βάσταξε, έζωσε σφιχτά το φαρδύ ζωνάρι του, ανακρέμασε στην πλάτη του την πιο καλή, την ξομπλιαστή του βούργια, φούχτωσε το βοσκοράβδι του και ροβόλησε από τον Ψηλορείτη. Σε λίγες ώρες αντίκρισε το Μεγάλο Κάστρο· ήταν ακόμα μέρα κι η καστρόπορτα ήταν ανοιχτή. Ο βοσκός στάθηκε στο κατώφλι· μια δρασκελιά, και θα 'μπαινε στον παράδεισο. Μα ξαφνικά η ψυχή του τινάχτηκε· σαν να 'νιωσε η ψυχή αυτή πως η πεθυμιά την είχε καβαλήσει, πως δεν έκανε πια ό,τι ήθελε, δεν ήταν λεύτερη· ντράπηκε. Ζάρωσε ο Κρητικός τα φρύδια, τον πήρε το φιλότιμο.
— Θέλω μπαίνω, θέλω δεν μπαίνω, είπε· δεν μπαίνω!
Γύρισε τη ράχη του στο Κάστρο και πήρε δρόμο πίσω κατά το βουνό.
Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο
ΚΗ'
Η επιστροφή του Ασώτου
Όλα ετούτα τα θάματα τ' άκουγε ο βοσκός, τα σάλια του έτρεχαν, και το Μεγάλο Κάστρο έλαμπε στη φαντασιά του σαν κρητικός παράδεισος, γεμάτος μπακαλιάρο, τουφέκια και γυναίκες. Άκουγε, άκουγε, κι ένα μεσημέρι πια δε βάσταξε, έζωσε σφιχτά το φαρδύ ζωνάρι του, ανακρέμασε στην πλάτη του την πιο καλή, την ξομπλιαστή του βούργια, φούχτωσε το βοσκοράβδι του και ροβόλησε από τον Ψηλορείτη. Σε λίγες ώρες αντίκρισε το Μεγάλο Κάστρο· ήταν ακόμα μέρα κι η καστρόπορτα ήταν ανοιχτή. Ο βοσκός στάθηκε στο κατώφλι· μια δρασκελιά, και θα 'μπαινε στον παράδεισο. Μα ξαφνικά η ψυχή του τινάχτηκε· σαν να 'νιωσε η ψυχή αυτή πως η πεθυμιά την είχε καβαλήσει, πως δεν έκανε πια ό,τι ήθελε, δεν ήταν λεύτερη· ντράπηκε. Ζάρωσε ο Κρητικός τα φρύδια, τον πήρε το φιλότιμο.
— Θέλω μπαίνω, θέλω δεν μπαίνω, είπε· δεν μπαίνω!
Γύρισε τη ράχη του στο Κάστρο και πήρε δρόμο πίσω κατά το βουνό.
Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο
ΚΗ'
Η επιστροφή του Ασώτου
No comments:
Post a Comment